Αλήθεια, τι είναι για σας οι Αρχαίοι Έλληνες κλασικοί συγγραφείς; Το έχουμε σκεφτεί ποτέ;
Είναι άραγε αυτό το ξινισμένο, αποστειρωμένο και ευνουχισμένο "μάθημα" που κάναμε στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο; Αυτή η ανούσια αγγαρεία που μας "ξενέρωνε" και μας οδηγούσε να καταχωνιάζουμε γρήγορα-γρήγορα τα κείμενα αυτά; Θα μου πείτε, υπήρχαν και φωτεινές εξαιρέσεις με καθηγητές που έλαμπαν και είχαν όρεξη να το δουλέψουν το θέμα.
Φίλες και φίλοι, σκεφτήκατε ποτέ μια αρχαία Ελληνική τραγωδία ως ανάγνωσμα; Δηλαδή σε έναν σας καλοκαιρινό προορισμό να πάρετε μαζί σας την "Αντιγόνη", τον "Οιδίποδα", τις "Φοίνισσες" και να τα διαβάσετε; Να αφεθείτε σε αυτόν τον ανεπανάληπτο φιλολογικό κόσμο; Για κάντε το και θα με θυμηθείτε! Και φυσικά δεν λέω να μελετήσετε αρχαίο κείμενο, προς Θεού! Μια λογοτεχνική μετάφραση θα διαβάσετε.
Το διάβασμα των αρχαίων κλασικών, οι τραγωδίες, η μυθολογία, τα έπη, τα ταξιδιωτικά, κρύβουν έναν τεράστιο φιλολογικό και θεματικό θησαυρό. Ένας ολάκερος κόσμος θα ανακαλυφθεί στα μαγεμένα σας μάτια. Αξίες, έρωτες, πάθη, συγκρούσεις, πεπρωμένα, κοσμογονία, λαογραφία. Δείτε πλούτο!
Και να εξηγηθώ! Μακριά από μένα το εθνικιστικό ή σωβινιστικό ψώνιο ναι; Καθαρά και ξάστερα σας το λέω. Αφήστε το στους γελοίους και επικίνδυνους φασίστες που παριστάνουν τους ...λάτρεις του ελληνικού πνεύματος, του οποίου, οι αγράμματοι, μήτε καν μπορούν να κατανοήσουν.
Κλείνω λοιπόν την εισαγωγή μου για να σας καλέσω να ανοίξετε την αναγνωστική σας αγκαλιά σε αυτό το είδος και, παίρνω την ευθύνη, ότι θα αλλάξετε ριζικά πνευματικά και φιλολογικά.
Σήμερα σας έχω κάτι παντελώς διαφορετικό. Σήμερα θα κάνουμε ένα ταξίδι σε άλλους κόσμους. Απόμακρους, άναρχους. Θα βουλιάξουμε σε μύθους και θρύλους. Τυλιγμένους με ποίηση και λυρισμό.
"ΘΕΟΓΟΝΙΑ"
Ένας ολάκερος κόσμος γεννιέται από το μηδέν.
Το σύμπαν ολάκερο, τα μέρη και τα στοιχεία του. Ο ουρανός, η γη, οι θάλασσες, τα βουνά, ο πόντος. Όλα εκείνα που είναι πάνω και κάτω από αυτόν.
Η σύγκρουση των αρχέγονων δυνάμεων μέσα στο άναρχο σύμπαν καθώς αυτό εξελίσσεται σε οργανωμένη μορφή με κανόνες και φαινόμενα.
Η προσωποποίηση και θεοποίηση της φύσης. Ο πόλεμος των δυνάμεων. Τέρατα και Έρεβος. Φωτιά, αέρας και νερό. Τα στοιχεία της φύσης με τη δική του ψυχή. Οι Θεοί, τα παιδιά τους. Οι νικητές και οι τροπαιούχοι, οι ηττημένοι και οι εξόριστοι. Ο κόσμος του φωτός και αυτός του σκοταδιού. Το φως της ζωής και το έρεβος του θανάτου.
Όλα τούτα, δοσμένα με ποίηση, με το έπος του μεγάλου μας ποιητή, του ΗΣΙΟΔΟΥ.
Αφεθείτε λίγο μαζί μου να πάμε κάποια ταξίδια στους μακρινούς αυτούς, ζοφερούς και ερεβώδεις κόσμους. Νομίζω αξίζει.
Το σκοτάδι κυριαρχεί καθώς συγκλονίζεται το Σύμπαν...
Οι Εκατόγχειρες..... Τα ερεβώδη τέρατα, παιδιά του Ουρανού και της Γαίας.
Ο Βριάρεως, ο Κόττος και ο Γύγης. Με εκατό χέρια ο καθένας αλλά και πενήντα κεφάλια πάνω στην γιγαντόσωμη μορφή τους. Η Δύναμή τους υπερφυσική. Τέτοια που, μόλις γεννήθηκαν ο Ουρανός τους έκλεισε στα βάθη της γης.
"Και τον Βριάρεω, όταν ο πατέρας τους μίσηε μέσα του και τον Κόττο και τον Γύγη, έδεσε με γερά δεσμά φθονώντας την ξεχωριστή τους αντρειοσύνη και τη μορφή και τ' ανάστημα. Και τους βούλιαξε από κάτω στην πλατύδρομη γη. Εκεί αυτοί βασανισμένοι κάτοικοι κάτω απ τη γη, κάθονται στο τέρμα, στα πέρατα της μεγάλης γης, καιρούς βαριά θλιμμένοι έχοντας στην καρδιά τους μεγάλο πόνο..."
Ο Δίας και οι Ολύμπιοι θεοί, έχοντας να αντιμετωπίσουν τους τρομερούς Τιτάνες, έρχονταν να ζητήσουν την βοήθειά τους. Αφού τους τάισε με νέκταρ και αμβροσία δίνοντάς τους περισσή ακόμα δύναμη τους κάλεσε σε έναν αγώνα χωρίς επιστροφή. Τότε ο Κόττος πήρε το λόγο και μίλησε κατά πρόσωπο στον Δία:
"Δαιμονικέ, όχι άγνωστα λες και εμείς ξέρουμε πως μεγάλη είν' η σοφία σου, μεγάλος ο νους σου και φύλακας έγινες στους αθάνατους από την κρύα κατάρα. Και με τη δική σου επινόηση απ τον ομιχλώδη ζόφο πίσω πάλι από τ' αγλύκαντα δεσμά ήρθαμε, βασιλιά γιε του Κρόνου, ζώντας το απρόσμενο. Γι' αυτό και τώρα μ' άκαμπτο νου και συνετή βουλή θα υπερασπιστούμε τη δύναμή σου στο μαύρο πόλεμο πολεμώντας τους Τιτάνες στις δυνατές μάχες"
Η Γιγαντομαχία
Η ποιητική περιγραφή αυτής της τρομακτικής σύγκρουσης που συγκλονίζει το Σύμπαν είναι μοναδική πραγματικά. Για εξαιρετικά μυημένους το κείμενο εδώ καθώς οι συμβολισμοί πάνω στις κοσμογονικές αλλαγές που έζησε ο φυσικός κόσμος στη Γη στο διάβα του χρόνου, αναπαρίστανται με μοναδικό ποιητικό τρόπο στην Γιγαντομαχία.
"...Αυτοί τότε οι Τιτάνες στήθηκαν στην πικρή μάχη άγριους βράχους κρατώντας στα στιβαρά τους χέρια. Κι οι Τιτάνες απέναντι τις φάλαγγές τους δυνάμωναν μαζί ορμητικά και τη δύναμη των χεριών και της βίας τους έδειχναν κι οι δύο. Και φοβερά τριγύρω αντιβοούσε ο πλατύς ουρανός και σειόταν κι απ το δάπεδο τρανταζόταν ο μακρύς Όλυμπος απ τα χτυπήματα των αθάνατων και βαριά τινάγματα έφταναν στον ομιχλώδη Τάρταρο, απ τον τρομερό κρότο των ποδιών και της ανείπωτης ορμής των άγριων ριγμάτων. Και μετα΄μεταξύ τους έριξαν βολές πικραμένες κι η φωνή και των δύο έφτανε ως τον έναστρο ουρανό καθώς κραύγαζαν και συγκρούστηκαν με μεγάλο αλλαλαγμό"
"Ο Δίας πια το μένος του δε συγκρατούσε,
μα γέμισαν τα στήθη του ευθύς με ορμή και όλη του
τη δύναμη φανέρωσε. Κι εξίσου από τον ουρανό κι από τον Όλυμπο
προχώραγε και άστραφτε συνέχεια, και οι κεραυνοί
ευθύς μαζί με τη βροντή και με την αστραπή πετούσαν
από το στιβαρό του χέρι, την ιερή στριφογυρνώντας φλόγα,
απανωτοί. Κι ολόγυρα η ζωοδότρα η γη αντιβούιζε,
καθώς καιγότανε, κι έτριζε δυνατά από γύρω δάσος αμέτρητο.
Έβραζε όλη η γη και του Ωκεανού τα ρείθρα
κι ο πόντος ο ατρύγητος. Θερμή πνοή τους χθόνιους Τιτάνες
κύκλωνε κι άφατη φλόγα στο θεϊκό αιθέρα έφτανε,
και η ακτινοβόλα λάμψη του κεραυνού και της αστραπής
τους τύφλωνε τα μάτια, κι ας ήταν δυνατοί.
Άφατη πύρα το χάος γέμιζε. Φαινότανε σαν να ᾽βλεπαν τα μάτια
και ν᾽ άκουγαν τ᾽ αυτιά ήχο παρόμοιο,
όπως εάν ζυγώνανε η γη κι ο ουρανός ο ευρύς από πάνω.
Γιατί τόσο μεγάλος θα σηκωνόταν γδούπος,
αν έπεφτε σ᾽ ερείπια η γη και γκρεμιζόταν από ψηλά ο ουρανός.
Τόσος γινόταν γδούπος καθώς συγκρούονταν οι θεοί στη μάχη.
Και οι άνεμοι σηκώνανε με θόρυβο μαζί σεισμό, σκόνη,
βροντή, αστραπή, το φλογερό τον κεραυνό,
του μέγα Δία τα βέλη, και φέρνανε κραυγές και ιαχές
καταμεσής στα δύο μέτωπα.
Κι ο θόρυβος της φοβερής της μάχης
σηκωνότανε άπλετος και φανερώνονταν της δύναμης τα έργα.
Η μάχη έκλινε. Πριν, όμως, ο ένας στον άλλο αντιστέκονταν
και μάχονταν σταθερά στην κρατερή τη μάχη.
Κι ανάμεσα στους πρώτους δριμεία μάχη σήκωναν
ο Κόττος, ο Βριάρεως κι ο Γύγης, ο ακόρεστος για πόλεμο.
Τριακόσια βράχια εκείνοι από τα στιβαρά τους χέρια
στέλνανε απανωτά και με τα βλήματά τους τους Τιτάνες
κατασκέπααν. Και τους Τιτάνες στείλανε κάτω από τη γη
με τους πλατιούς τους δρόμους και σε δεσμά σκληρά τους δέσανε,
αφού με τα χέρια τους τους νίκησαν κι ας ήσαν γενναιόψυχοι...."
Οι Τιτάνες θα χάσουν τη μάχη και θα κλειστούν για πάντα στον Τάρταρο με τους Εκατόγχειρες Γίγαντες να τους φυλάνε.
Στην συνέχεια ο Ησίοδος προχωρά σε μα αναπαράσταση του κόσμου στα Τάρταρα που πραγματικά συγκλονίζει:
"
Και τόσο κάτω απ᾽ τη γη τούς ρίξανε, όσο απέχει από τη γη ο ουρανός.
Γιατί τόση είναι η απόσταση απ᾽ τη γη μέχρι το νεφελώδη Τάρταρο.
Μέρες εννιά και νύχτες αμόνι χάλκινο
από τον ουρανό αν έπεφτε, τη δέκατη στη γη θα έφτανε.
[Κι εξίσου πάλι από τη γη στο νεφελώδη Τάρταρο:]
Νύχτες και πάλι εννιά και μέρες χάλκινο αμόνι
από τη γη αν έπεφτε, τη δέκατη στον Τάρταρο θα έφτανε.
Χάλκινο φράγμα από γύρω τον κυκλώνει. Και γύρω του,
στο λαιμό του, τρίδιπλη νύχτα είναι χυμένη. Κι απάνω
της γης οι ρίζες και της ατρύγητης της θάλασσας φυτρώνουνε.
|
Ο Τάρταρος |
Η Εναλλαγή νύχτας-μέρας
Στους στίχους 750-775 βλέπουμε μια συγκλονιστική παρουσίαση της εναλλαγής από το φως στο σκοτάδι. Από την ημέρα στη νύχτα.
"
Μπροστά απ᾽ αυτές ο γιος του Ιαπετού όρθιος τον πλατύ ουρανό
βαστά με το κεφάλι και τα ακάματα τα χέρια του
ακλόνητος, στο μέρος που ζυγώνουνε η Νύχτα και η Ημέρα
κι η μια την άλλη χαιρετούν καθώς περνούν το χάλκινο κατώφλι
το μεγάλο:
Η μία μες στην οικία κατεβαίνει κι η άλλη βγαίνει έξω
και ποτέ δεν τις κρατά το σπίτι εντός του και τις δυο μαζί,
μα πάντα η μια απ᾽ τις δυο έξω απ᾽ το σπίτι
κυκλογυρνά τη γη, ενώ η άλλη μες στο σπίτι
μέχρι να φτάσει η ώρα της δικής της πορείας περιμένει.
Η μια κατέχει για όσους ζουν πάνω στη γη το φως που τα πάντα βλέπει,
κι η άλλη, η ολέθρια Νύχτα, έχει στα χέρια της τον Ύπνο,
τον αδερφό του Θανάτου, με ομιχλώδη νεφέλη καλυμμένη.
Εκεί και τα παιδιά της σκοτεινής της Νύχτας σπίτι έχουνε,
ο Ύπνος και ο Θάνατος, δεινοί θεοί.
Ποτέ αυτούς ο Ήλιος ο λαμπρός δεν τους κοιτά με τις ακτίνες του,
ούτε σαν ανεβαίνει, ούτε σαν κατεβαίνει από τον ουρανό.
Ο ένας απ᾽ τους δυο τη γη και την πλατιά της θάλασσας τη ράχη
ήσυχος γυρνά και στους ανθρώπους ήπιος,
ενώ του άλλου σιδερένια η καρδιά και χάλκινη η ψυχή
ανελέητη στα στήθια του είναι. Κι όποιον απ᾽ τους ανθρώπους πάρει
τον κρατά. Και είναι μισητός και στους αθάνατους θεούς ακόμα.
Εκεί μπροστά και του χθονίου θεού το ηχηρό το σπίτι,
[του δυνατού του Άδη και της φοβερής της Περσεφόνης,]
στέκεται, και σκύλος σκληρός από εμπρός φυλάγει,
ανελέητος, και ένα τέχνασμα κακό κατέχει:
σε όσους έρχονται κουνάει την ουρά και τα δυο του αυτιά συνάμα,
μα δεν αφήνει έξω να βγούνε πάλι, αλλά παραμονεύει
και καταβροχθίζει όποιον τυχόν θα πιάσει να βγαίνει έξω από τις πύλες
[του δυνατού του Άδη και της φοβερής της Περσεφόνης.]
"
Η Στύγα
|
Η Στύγα
|
Για να μιλήσουμε λίγο για την κόρη του Ωκεανού και της Τηθύος. Φοβερή και τρομερή, κατοικούσε μόνη στα βαθιά σκοτάδια του Άδη. Η συμβολή της στην Τιτανομαχία στην νίκη των Ολύμπιων ήταν αποφασιστική και ο Δίας, ανταμείβοντάς την, όρισε να δίνουν όρκο οι Θεοί στο ιερό της όνομα. Κάλεσε δε τα παιδιά της, Το Κράτος και τη Βία, (Προσέξτε παραλληλισμούς) να ζήσουν για πάντα στον Όλυμπο, συμπαραστάτες στις αποφάσεις του.
Προχωρούμε να αφήσουμε και πάλι τον Ησίοδο να μας μιλήσει για την ιερή Στύγα με τον δικό του μονάκριβο λυρικό τρόπο:
Στίχοι 775-820
"
Εκεί και η θεά η μισητή στους αθανάτους μένει,
η φοβερή η Στύγα, η κόρη του Ωκεανού, που ρέοντας γυρνά στον εαυτό του
η πιο μεγάλη. Χώρια από τους θεούς μένει σε φημισμένα δώματα
που τα κυκλώνουνε μεγάλα βράχια. Κι από παντού ολόγυρα
με κίονες ασημένιους ακουμπούν στον ουρανό.
Καμιά φορά του Θαύμαντα η κόρη, η Ίριδα η γοργόποδη,
έρχεται απεσταλμένη πάνω απ᾽ τη ράχη την πλατιά της θάλασσας:
κάθε φορά που φιλονικία κι έριδα σηκώνονται μέσα στους αθανάτους
και τύχει ψέματα να πει κάποιος απ᾽ όσους κατοικούν τα Ολύμπια δώματα,
τότε ο Δίας στέλνει την Ίριδα να φέρει το μέγα όρκο των θεών,
κρύο νερό περίφημο από μακριά μες σε χρυσό σταμνί,
νερό που από το βράχο στάζει υψηλό και απόκρημνο.
Άφθονο ρέει το νερό από το ιερό ποτάμι μέσα στη μαύρη νύχτα
κάτω απ᾽ τη γη με τους πλατιούς τους δρόμους,
κέρας του Ωκεανού που της δόθηκε το ένα δέκατο απ᾽ τα νερά του.
Γιατί στα εννιά του δέκατα ο Ωκεανός γύρω απ᾽ τη γη κι από τη ράχη την πλατιά της θάλασσας
στριφογυρνά με ασημένιες δίνες και χύνεται στον πόντο,
ενώ το ένα δέκατο κυλά απ᾽ το βράχο, μεγάλη συμφορά για τους θεούς.
Όποιος απ᾽ τους αθάνατους που κατέχουνε την κορυφή του χιονισμένου Ολύμπου
κάνει σπονδή με το νερό αυτό και δώσει όρκο ψεύτικο
κείτεται άπνοος για έναν πλήρη χρόνο. Κι ούτε ποτέ σιμώνει για φαΐ
νέκταρ και αμβροσία, μα κείτεται δίχως πνοή, δίχως μιλιά,
σε απλωμένο στρώμα και τον τυλίγει λήθαργος κακός.
Και μόλις φτάσει στο τέλος της αρρώστιας, στο μέγα χρόνο απάνω,
άλλος μετά τον άλλον τον περιμένει μόχθος δυσκολότερος:
χρόνια εννιά στερείται τους θεούς που ζουν αιώνια,
κι ούτε ποτέ σε σύσκεψη μαζί τους συμμετέχει, ούτε σε συμπόσιο
για εννέα χρόνια ολόκληρα. Μα τη δέκατη χρονιά και πάλι
στα συμβούλια συμμετέχει των αθάνατων που κατέχουν τα Ολύμπια δώματα.
Τέτοιον ορίσανε όρκο οι θεοί το αθάνατο νερό της Στύγας,
το παμπάλαιο. Κι η Στύγα μέσα από τόπο απόκρημνο το ρίχνει.
Εκεί της ζοφερής της γης, του νεφελώδη Τάρταρου,
του πόντου του ατρύγητου και τ᾽ ουρανού του έναστρου
είναι στη σειρά οι πηγές και τα πέρατα όλων,
πικρά και μουχλιασμένα, που κι οι θεοί μισούνε.
Εκεί οι πύλες οι λαμπρές και το κατώφλι το ακλόνητο,
το χάλκινο, στερεωμένο με ρίζες ατελεύτητες,
αυτοφυές. Πέρα απ᾽ αυτό, χώρια απ᾽ όλους τους θεούς,
οι Τιτάνες μένουνε στου ζοφερού του χάους την άκρη.
Μα οι ξακουστοί του Δία του μεγαλόβροντου οι σύμμαχοι
δώματα κατοικούν πλάι στα θεμέλια του Ωκεανού,
ο Κόττος και ο Γύγης. Ενώ τον Βριάρεω, επειδή γενναίος ήταν,
τον έκανε γαμπρό του ο Ποσειδώνας ο βαρύβροντος που σείει τη γη
και του ᾽δωσε να παντρευτεί την Κυμοπόλεια, τη θυγατέρα του.
"
Σημ: Η μετάφραση του κειμένου του Ησίοδου είναι του Στ. Γκιργκένη
Προσπαθείστε λίγο να φανταστείτε τις εικόνες που "ζωγραφίζει" ο Ησίοδος! Είναι κάτι το συγκλονιστικό. Δείτε την περιγραφή του Κάτω Κόσμου, της εναλλαγής της μέρας με τη νύχτα, δείτε την ιερή Στύγα και το νερό της. Σκεφτείτε τις εικόνες αυτές σαν κινηματογραφική ταινία ή πίνακες ζωγραφικής να περνούν μπροστά στα εμβρόντητα μάτια σας. Είναι πραγματικά συγκλονιστικό.
Σημ: Τι εκδόσεις των Ελλήνων κλασικών θα τις βρείτε στον "ΚΑΚΤΟ" στην μεγάλη και προσιτή οικονομικά σειρά "ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ"