Για το λογοτεχνικό δικτυακό δρώμενο "Ερωτική Υμνωδία" έχουμε ήδη ανοίξει τη συζήτησή μας. Και ήδη, όπως έχετε δει, έχουμε απολαύσει πραγματικά και έχουμε βιώσει υπέροχες συμμετοχές είτε σε πεζό είτε σε ποιητικό λόγο εδώ στο blog της αγαπημένης μας Lysippe (Αναστασίας)
Σε μια λίστα συμμετοχών ελεύθερη, που μένει ανοιχτή και στην οποία έχουμε ακόμα να απολαύσουμε δημιουργήματα που ξεπερνούν κάθε προσδοκία.
Σήμερα ήρθε η στιγμή, να καταθέσω και την προσωπική μου ταπεινή συμμετοχή με ένα μικρό κινηματογραφικό διήγημα. Πάμε λοιπόν.
“Το Ραντεβού”
Σεκάνς Σπιτιού
Σκηνή Πρώτη:
Βγήκε από το μπάνιο τυλιγμένη στο μπουρνούζι της. Ένιωθε ανακουφισμένη και ξεκούραστη. Έκατσε στο σκαμπό μπροστά στην τουαλέτα. Έριξε μια διερευνητική ματιά μπροστά στον καθρέφτη. Τα κόκκινα μαλλιά της έπεφταν σε ένα κοντό καρέ στο όμορφο πρόσωπό της. Πήρε το πιστολάκι και άρχισε να τα στεγνώνει. Έριξε μια ματιά στο ρολόι της. Ήταν εννέα το βράδυ Παρασκευής. Συγκέντρωσε περισσότερο την προσοχή της στην επιμέλεια του προσώπου της.
Τακτοποίησε με τέχνη τα στεγνά της μαλλιά και άρχισε να επιμελείται το μακιγιάζ της. Τα μεγάλα εκφραστικά της καστανά μάτια τονίστηκαν ιδιαίτερα με ένα αρμονικό eye-liner σε γήινες αποχρώσεις. Τα φρύδια της καλλίγραμμα αρμονικές πινελιές στο μέτωπό της. Ένα απαλό make-up έδωσε στο πρόσωπό της μια ακαμάχητη λάμψη, που τονίστηκε με ιδιαίτερη έμφαση από ένα κατακόκκινο κραγιόν στα σαρκώδη χείλη της.
Οι κινήσεις της έδειχναν γυναίκα που ξέρει να φροντίζει με επαγγελματική ακρίβεια την εξωτερική της εμφάνιση. Το είχε πετύχει αυτό απόλυτα στα εικοσιοκτώ της χρόνια. Μια εντυπωσιακή άνεση και επιτήδευση.
Άφησε το μπουρνούζι να πέσει στο κρεβάτι της. Τα μάτια της σάρωσαν με προσοχή το γυμνό της σώμα. Το στητό όμορφο στήθος της, η μέση, οι γοφοί και τα εντυπωσιακά αισθησιακά της πόδια.
Σε λίγο ήταν έτοιμη φορώντας ένα σετ από προκλητικά κατακόκκινα εσώρουχα. Πήρε μια ανάσα. Έβγαλε ένα τσιγάρο από την ασημένια ταμπακέρα της. Ο καπνός άρχισε να ανηφορίζει ακανόνιστα στην κρεβατοκάμαρα. Χωρίς να ντυθεί, πήγε δίπλα στο γραφείο της. Της άρεσε αυτή η άνεση που της χάριζε το ημίγυμνο σώμα της. Άλλωστε το είχε συνηθίσει.
Σκηνή Δεύτερη:
Έκατσε στο γραφείο, άναψε το πορτατίφ και αμέσως μετά το λαπ τοπ μπροστά της. Μπήκε στα e-mail της. Άνοιξε τον ειδικό φάκελο με τα μηνύματα της προσωπικής επαγγελματικής της αλληλογραφίας. Στάθηκε στον φάκελο με την ένδειξη: “Ραντεβού της ημέρας”
-Ώρα 9:30 Ξενοδοχείο Night Star, Δωμάτιο 325, Όνομα: Χρήστος
Πήρε το κινητό της, σημείωσε τα στοιχεία και έκλεισε τον υπολογιστή. Γύρισε στην κρεβατοκάμαρα να ντυθεί.
Σκηνή Τρίτη:
Σε λίγο ήταν έτοιμη. Είδε τον εαυτό της στον καθρέφτη μέσα σε ένα σομόν ολόσωμο φόρεμα. Ράντες στους ώμους λεπτές, μεγάλο ντεκολτέ. Δεν θα το έλεγες εφαρμοστό αλλά ήταν τόσο κοντό που οι σφιχτοί μηροί της φάνταζαν προκλητικά γυμνοί. Ντυμένοι με κάλτσες που κατέληγαν ψηλά σε ένα περίτεχνο ασημί σχέδιο και ένα ζευγάρι μαύρες γόβες.
Ήταν έτοιμη. Πήρε το κινητό της τηλέφωνο.
“Είσαι κάτω ; κατεβαίνω….”
Έριξε μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη της εν είδη επιθεώρησης, πήρε τα προσωπικά της αντικείμενα και κατέβηκε. Στην είσοδο του σπιτιού την περίμενε ένα αυτοκίνητο. Μπήκε μέσα.
Σεκάνς διαδρομής
Σκηνή πρώτη:
“Καλησπέρα Λώρα, όλα εντάξει ;” της είπε ο νεαρός καλοστεκούμενος άντρας από τη θέση του οδηγού.
“Ναι Νίκο, ξεκίνα, έχω λίγο αργήσει, και φοβάμαι μην βρούμε κίνηση...”
“Για που απόψε ;” της είπε κοφτά ενώ είχε ήδη ξεκινήσει.
“Νέα Κηφισιά, Ξενοδοχείο Night Star”
Ο Νεαρός άντρας είχε ήδη ξεκινήσει ανέκφραστος.
“Τι έχεις απόψε ;” τη ρώτησε χωρίς να πάρει τα μάτια του απ το τιμόνι.
“Ένας 52χρονος, έτσι τουλάχιστον ήταν τα στοιχεία του….” του απάντησε εντελώς τυπικά.
Ο άλλος έκανε έναν μορφασμό περιέργειας.
“Να τους προσέχεις αυτούς ! Μερικοί είναι περίεργοι” της είπε.
“Ξεχνάς ότι στη δουλειά είμαι τέσσερα χρόνια."
Ο νεαρός δεν σχολίασε παραπάνω. Το αυτοκίνητο γλίστρησε μέσα στην χειμωνιάτικη νύχτα.
Σκηνή δεύτερη:
“Να φύγω εγώ ;” την ρώτησε λίγο πριν κατέβει.
“Ναι το ραντεβού είναι ανοιχτό, θα γυρίσω μόνη μου”
“Λώρα ! Πρόσεχε ε !”
“Έχω το μπήπερ μην ανησυχείς. Αν χρειαστεί θα σε ειδοποιήσω.”
Ο Νίκος ήταν νέος στη δουλειά. Συνοδός στα κορίτσια. Προσωπική ασφάλεια. Είχε μια ευαισθησία και ένα φόβο πάντοτε.
Τυλίχτηκε στο παλτό της, το κρύο ήταν τσουχτερό. Με γρήγορα βήματα ανέβηκε τις σκάλες της εισόδου και μπήκε.
Σεκάνς Ξενοδοχείου
Σκηνή πρώτη:
Το “Night Star” ήταν ένα αναγνωρίσιμο πλούσιο ξενοδοχείο. Τουλάχιστον ο πελάτης της είχε γούστο στον τόπο του ραντεβού.
“Παρακαλώ η κυρία ;” άκουσε την ευγενική ερώτηση της υπαλλήλου στην ρεσεψιόν.
“Δωμάτιο 325 παρακαλώ, με περιμένουν.”
Η νεαρή υπάλληλος κάλεσε εσωτερικά το δωμάτιο που ανέφερε η Λώρα.
“Περάστε σας περιμένουν”, της απάντησε ευγενικά η ρεσεψιονίστ καλώντας έναν γκρουμ να την συνοδεύσει στον ανελκυστήρα.
Σκηνή δεύτερη:
Άκουσε ένα σαφές “παρακαλώ” αμέσως μετά το διακριτικό της χτύπημα στην πόρτα του δωματίου.
Άνοιξε και πέρασε στο εσωτερικό. Είχε προ πολλού ξεπεράσει το μόνιμο τρακ εκείνης της στιγμής. Ένα τρακ γεμάτο αναστολές και ανασφάλειες που την συνόδευαν τον πρώτο καιρό που ξεκίνησε να δουλεύει σαν call girl σε γραφείο συνοδείας. Τώρα πια ήξερε να φέρεται σαν απόλυτη επαγγελματίας χαλιναγωγώντας κάθε της συναίσθημα.
Ένα γλυκό ημίφως έκανε όμορφες σκιάσεις στο πολυτελές δωμάτιο. Απέναντί της στέκονταν ένας ώριμος άντρας με γκρίζους κροτάφους, καλοφτιαγμένος. Μεσαίου αναστήματος, καλοντυμένος με γούστο. Άσπρο πουκάμισο, καφέ σκούρο παντελόνι και γραβάτα. Στο πρόσωπό του αντιφέγγιζε ένα καθαρό χαμόγελο. Παρά τα σίγουρα πατημένα πενήντα του χρόνια η εμφάνισή του δεν περνούσε απαρατήρητη.
Κινήθηκε προς το μέρος της.
“Είσαι η Λώρα”, την ρώτησε με εμφανή τα στοιχεία της αναστολής στην συμπεριφορά του.
“Και εσύ ο Χρήστος να υποθέσω” αντέτεινε εκείνη με το ...επαγγελματικό της χαμόγελο.
Άπλωσε το χέρι του προς το δικό της. Την άγγιξε στα δάχτυλα. Ένιωσε την ταραχή του καθώς το χέρι του έτρεμε ελαφρά. Πήρε το δικό της και το φίλησε με χαρακτηριστική ευγένεια.
Η Λώρα ένιωσε παράξενα. Δεν ήταν συνηθισμένη σε τέτοιες υποδοχές. Άφησε την τσάντα της στο τραπεζάκι του σαλονιού. “Πρωτάρης ο πελάτης...” σκέφτηκε από μέσα της.
“Κάθησε”, της είπε, “Να προσφέρω ένα ποτό ;”
Ναι ! Ο άντρας μπροστά της ήταν γεμάτος ταραχή. Κάτι όμως στην εξωτερική του συμπεριφορά την έκανε να νιώθει σίγουρα.
“Ένα τζιν τόνικ Χρήστο, αν είναι δυνατόν. Δεν το αλλάζω...” του απάντησε.
Εκείνος με ένα συμπαθητικό χαμόγελο κάλεσε τηλεφωνικά την ρεσεψιόν για την παραγγελία τους.
Μέχρι να φτάσουν τα ποτά η Λώρα κάθισε πιο άνετα. Έβγαλε το παλτό της, έγειρε το σώμα της πίσω στην πλάτη του καναπέ. Το φόρεμά της τραβήχτηκε επιτηδευμένα αποκαλύπτοντας τα πόδια της σε όλο τους το μήκος. Έβγαλε ένα τσιγάρο από την ταμπακέρα της. Ο άντρας έσπευσε ευγενικά δίπλα της να της προσφέρει φωτιά. Έτσι όρθιος μπροστά της, σκυφτός ελαφρά. Τα μάτια της διασταυρώθηκαν με τα δικά του. Καστανά μεγάλα μάτια. Ρυτίδες αυλάκωναν δεξιά αριστερά το πρόσωπό του με σεβαστή γοητεία. Είδε στο βλέμμα του έναν θαυμασμό που της ήταν πρωτόγνωρος. Κλείνοντας τον αναπτήρα του ένιωσε το βλέμμα του να χαϊδεύει τα ημίγυμνα πόδια της, ταξιδεύοντας στο λοιπό σώμα της.
Η Άφιξη των ποτών έσπασε για λίγο τη σιωπή.
Ένας μεγάλος πολυτελής δίσκος. Ένα πράσινο μπουκάλι τζιν Tanqueray μαζί με ένα Αμερικάνικο Burbon Four Roses. Κρυστάλλινα ποτήρια, ο σχετικός πάγος και τα αντίστοιχα συνοδευτικά. Αν μη τι άλλο ο ώριμος άντρας είχε εντυπωσιακό γούστο.
Ο γκρουμ έφυγε, ο Χρήστος πήγε στην συσκευή του CD Player. Σε λίγο μια ήρεμη ορχηστρική μουσική ζέστανε όλο το χώρο.
Ήπιαν τις πρώτες γουλιές ανταλλάσσοντας αρκετές τυπικές κουβέντες της πρώτης στιγμής. Η αμηχανία του τώρα πια συνοδευόταν και από ένα εμφανές φούντωμα καθώς το πολλά υποσχόμενο σώμα της εκτίθονταν στα μάτια του όλο και πιο απροκάλυπτα. Η Ικανότητα της Λώρας στο κομμάτι αυτό δεν επιδέχονταν καμία αμφισβήτηση. Ήξερε πως να χειριστεί τις πρώτες “εισαγωγικές” στιγμές στα ερωτικά ραντεβού της. Όμως παρ όλα αυτά η συμπεριφορά του δεν έμοιαζε σε τίποτα με την ωμή σεξιστική συμπεριφορά των άλλων, που την έβλεπαν ωμά σαν το , προς επίδειξη και χρήση, “εμπόρευμα” προχωρώντας χωρίς πολλές περιστροφές στα παρακάτω.
Σκηνή Τρίτη:
Ήπιαν λίγο από το ποτό τους. Είπαν αρκετά για αρχή έχοντας ζεστάνει την ατμόσφαιρα μεταξύ τους. Η Λώρα σε αυτές τις περιπτώσεις απέφευγε να μπαίνει σε προσωπικές ερωτήσεις. Δεν την ενδιέφερε άλλωστε το ποιος ήταν ο “πελάτης” της μήτε το λόγο που βρέθηκε δίπλα της. Όμως απόψε κάτι πήγαινε εντελώς διαφορετικά.
Ο Χρήστος σηκώθηκε και τράβηξε κάποια στιγμή προς την μπαλκονόπορτα του δωματίου. Το βλέμμα του απλώθηκε πέρα στα φώτα της πόλης που λαμπύριζαν απέραντα και όμορφα. Το πρόσωπο της Λώρας αντιφέγγιζε μέσα στα μεγάλα κρύσταλλα.
“Όμορφα είναι ….”, τον άκουσε να λέει.
“Λοιπόν είσαι λίγο παράξενος, Χρήστο….”, του είπε καθώς σηκώθηκε και κινήθηκε προς το μέρος του.
“Δες τα !” της είπε, “Πόσα μικρά και μεγάλα μυστικά κρύβουν στην απεραντοσύνη τους.”
Ήρθε και στάθηκε δίπλα του, ακούμπησε το σώμα της στο δικό του. Τον ένιωσε να τρέμει.
“Ναι πράγματι είναι πολύ όμορφα”.
“Έχεις ποτέ νιώσει την επιρροή που ασκούν αυτά τα φώτα της νύχτας πάνω σου Λώρα ;” την ρώτησε, ξαφνιάζοντάς την ακόμα μια φορά.
Χαμογέλασε αμήχανα δίπλα του. Δεν ήξερε τι να πει. Οι όροι αντιστράφηκαν και ένα περίεργο τρακ απλώθηκε στην ίδια.
“Ομολογώ όχι”, του είπε.
“Χάνεις ! Κοίταξέ τα ! Δες την απεραντοσύνη της πόλης, κοίτα πέρα στο μαβί ουρανό, πως ακουμπά στη φωτισμένη γη. Δεν είναι ερωτικό ; Δεν σε κάνει να νιώθεις την ερωτική μοναξιά ;”
Άγγιξε το χέρι της δίπλα του. Η κοπέλα γέμιζε με ερωτήματα.
“Σε έχει ενοχλήσει κάτι από μένα ;” τον ρώτησε περισσότερο από επαγγελματική προσέγγιση.
Την κοίταξε στο πρόσωπο.
“Είσαι τόσο γεμάτη φως ! Μια παρουσία τόσο μακρινή ! Που μόνο στις φαντασιώσεις μου υπήρχες...”
Κατάλαβε ότι έπρεπε να κάνει εκείνη το πρώτο βήμα. Τον έπιασε από τους ώμους και τον γύρισε προς το μέρος της. Είδε τα μάτια του να παίρνουν φωτιά στην όψη των δικών της. Άπλωσε τα χέρια της στα πλαϊνά του πρόσωπου του και κόλλησε τα χείλη της στα δικά του. Ένιωσε τους παλμούς της καρδιάς του να επιταχύνουν άναρχα. Η Λώρα ήταν εκείνη που θα έδινε απόψε το βήμα σε αυτόν τον ...επαγγελματικό ερωτικό χορό. Ο “πελάτης” της φανερά πελαγοδρομούσε.
Το φιλί της έγινε απόλυτα τολμηρό, καθώς βύθισε τη γλώσσα της ανάμεσα στα μισάνοιχτα χείλη του για να συναντήσει τη δική του. Το ένα της χέρι κατέβηκε εξίσου τολμηρά τραβώντας το σακάκι του και μπαίνοντας βίαια ανάμεσα στο λευκό του πουκάμισο.
Διαπίστωσε ότι, παρά τα χρόνια του, το σώμα του διατηρούσε αξιοσημείωτο σφρίγος και αισθητική.
“Έλα !”, του είπε χαϊδεύοντας έντονα το γυμνό του στήθος την ίδια στιγμή που τα δάχτυλά της έλυναν τη ζώνη στο παντελόνι του.
Σκηνή τέταρτη:
Εκεί, αντίκρυ στο μεγάλο κρύσταλλο της μπαλκονόπορτας, με τα μυριάδες λαμπιόνια της πόλης τα σώματά τους άρχισαν σταδιακά να αποκαλύπτονται εκατοστό το εκατοστό. Τα ημίγυμνα κορμιά έγιναν καμβάδες που πάνω τους προβάλλοταν οι αντανακλάσεις και οι σκιάσεις από τα φώτα, που τα μεγάλα τζάμια έστελναν με ακανόνιστα σχήματα πάνω στις καμπύλες τους.
Τα χέρια του άρχισαν να ακολουθούν τα δικά της και βρέθηκαν να ταξιδεύουν στο στήθος της.
Οι κινήσεις του ήταν αργές, προσεκτικές. Φανερά με μεγάλο σεβασμό, σαν να είχε απέναντί του κάτι εύθραυστο, κάτι που έτρεμε στην ιδέα να το πληγώσει. Το χέρι του συνέχισε το ταξίδι του εξωτερικά στις καμπύλες του σώματός της, κατεβαίνοντας από το στήθος της στη μέση της, στους γοφούς της και μετά στα πόδια της ανάμεσα.
Τον ένιωσε σταδιακά να αποκτά και εκείνος μια πιο ισότιμη πρωτοβουλία στον ερωτικό αυτό χορό.
Την τράβηξε προς τον καναπέ. Τον έσπρωξε απαλά να καθίσει. Στάθηκε μπροστά του σαν αρχαία ιέρεια στους βωμούς των ερώτων. Αργά, νωχελικά κατέβασε και έβγαλε το φόρεμά της ενώ την αμέσως επόμενη στιγμή άρχισε να ξεκουμπώνει το παντελόνι του.
“Λώρα….!” άκουσε τη φωνή του.
“Τι είναι ;” του είπε χαμογελαστά καθώς έστεκε μπροστά του.
“Είσαι...” κόμπιασε.
“Είμαι τι ;” του είπε με ένα ερωτικό μειδίαμα γεμάτο φωτιά, την ίδια στιγμή που τα δύο στητά της στήθη έπεσαν μπροστά στα έκθαμβα μάτια του με τις ρώγες της στητές, σαν κορυφές ηφαιστείου, έτοιμες για τρύγημα.
“Είσαι τόσο ...όμορφη….”, ψέλλισε ενώ το χέρι του άρχισε να αγγίζει το στήθος της που πάλλονταν μπροστά του.
Σε λίγο τα σώματά τους ήταν ολόγυμνα σε εναγκαλισμούς που εναλλάσσονταν σε χαμηλούς ρυθμούς. Την πήρε στην αγκαλιά του. Τα ακροδάχτυλά του άρχισαν να αγγίζουν απαλά τα χείλη της, να κατεβαίνουν στα λακκάκια του λαιμού της, να βυθίζονται απαλά στις καμπύλες του στήθους της.
Η Λώρα δεν ήξερε πραγματικά τι να υποθέσει. Αυτό που ένιωθε στην αρχή το πήρε αψήφιστα, ίσως μια περισσή ευαισθησία, σαν αποτέλεσμα απειρίας του πελάτη της.
Όταν όμως ένιωσε το δέος και την τρυφερότητα με την οποία τα χείλη του κατέβαιναν τις γραμμές της κάτω από το στήθος της και έφτασαν ανάμεσα στα πόδια της, τότε το ένιωσε. Ήταν κάτι που είχε πάρα πολύ καιρό να το αισθανθεί. Σαν να άνοιγαν με πάταγο οι πόρτες μια απωθημένης ηδονής τη στιγμή που τα χείλη του κατέβηκαν στον ερωτικό της βωμό, εκεί στην πηγή της ηδονικής φωτιάς. Στο μυαλό της δεκάδες σκέψεις εναλλάσσονταν με ταχύτητα ερωτήσεων. Τι ήταν άραγε αυτό που ζούσε ; Όνειρο ; Παραίσθηση ; Πραγματικότητα;
Όχι ! Δεν ήταν όνειρο ! Της το επιβεβαίωσαν οι σπασμοί της ηδονής στο σώμα της τη στιγμή που τα δικά του χείλη είχαν πια γίνει ένα με τον δικό της βαθύ κόσμο στην πηγή της. Τύλιξε αυθόρμητα τα πόδια της γύρω στο πρόσωπό του, στην αρχή προσεκτικά, αλλά στην συνέχεια, καθώς τα χέρια του τρυγούσαν τις σκληρές της θηλές, ένιωσε μια άναρχη δύναμη να τα κυβερνάει ανεξέλεγκτα. Οι πρώτοι αναστεναγμοί τους έδωσαν στο μισοφωτισμένο δωμάτιο έναν αχό σαν ερωτική υμνωδία. Αφέθηκε στην έκφρασή του, άφησε κατά μέρος ξεχασμένα κάθε είδους ερωτήματα. Σε λίγο σκιρτούσε, ενώ εκείνος ολοκλήρωνε με τέτοια ευαισθησία και πάθος, σαν ιεροφάντης ενός αρχαίου ναού της ηδονής.
Ο οργασμός της ήρθε σαν καταιγίδα. Το σώμα της άρχισε αν συσπάται ασύστολα, μέχρι που ο ρυθμός τους πέταξε κάτω στο χοντρό χαλί.
Οι ανάσες τους προσπαθούσαν να κάνουν ένα ταξίδι επιστροφής στην κανονικότητα. Όμως οι πύλες των αισθήσεων είχαν ανοίξει πια διάπλατα και τα φρένα είχαν λυθεί.
Έμειναν εκεί. Στο πάτωμα. Με τη Λώρα να παίρνει εκείνη τα ηνία και να γίνεται κολασμένη Αμαζόνα πάνω στο κορμί του. Ψηλάφισε κάθε εκατοστό του, ανταποκρινόμενη σε όσα εκείνα της είχε απλόχερα δώσει πριν λίγο. Κάθισε πάνω του και την ίδια στιγμή τον ένιωσε να γίνεται ένα με το κορμί της.
Έσκυψε στο πρόσωπό του. Ναι ! Το πρόσωπο ενός ώριμου άντρα, ενός απλού άντρα που της θύμισε πως ήταν Γυναίκα ! Γυναίκα με το “Γ” γραμμένο με κεφαλαία γράμματα.
Τον φίλησε με πάθος ! Με ηδονή. Άρχισε να λικνίζει το σώμα της σαν ηδονική χορεύτρια, προκαλώντας του απανωτά σοκ. Έβλεπε εκστασιασμένος τις εκφράσεις του πρόσωπου της και τις παλινδρομικές κινήσεις του στήθους της. Στροβιλίστηκαν στο πάτωμα, στο χαλί. Έγιναν ένα με τις αισθήσεις, τα βογγητά, τις ερωτικές στάσεις. Μέχρι που ένιωσε τους γοφούς της να γίνονται ένα με εκείνον, τα χέρια του να ταξιδεύουν στις καμπύλες της, να τις χωρίζουν, να ψηλαφούν τις εισόδους της ηδονής ακανόνιστα. Και να εναλλάσσεται η ένωση των σωμάτων τους στις καυτές πηγές της φωτιάς, καθώς τον δέχονταν με ανερμάτιστη αποδοχή και κατάρρευση κάθε έννοιας αναστολής και ορίων.
Ο Οργασμός του ήρθε να ακολουθήσει το δικό της. Οι χυμοί τους έγιναν ένα μαζί με κορμιά τους, σε έναν ερωτικό σπαραγμό παρασέρνοντας καλύμματα, μαξιλάρια, ακόμα και τα ποτήρια από το τραπέζι του σαλονιού.
Σκηνή πέμπτη:
Όταν η Λώρα άρχισε να ανασαίνει κανονικά, κατάφερε να επικεντρώσει το βλέμμα της στο χώρο. Στο κομοδίνο δίπλα ήταν τα μπουκάλια μισοάδεια με τα ποτήρια. Είδε τα μάτια του να την κοιτούν προσεκτικά με χαρακτηριστική ευλάβεια. Δεν είχε καταλάβει καν πως είχαν βρεθεί στο κρεβάτι, μήτε μπορούσε να συνειδητοποιήσει πόσος χρόνος είχε περάσει.
Την κοιτούσε επίμονα με μια διάθεση ενατένισης. Κάποια στιγμή ένιωσε το χέρι του εντελώς διακριτικά να χαράζει μικρά αγγίγματα πάνω στο γυμνό της σώμα. Με μια ποιητική διάθεση που δεν είχε την παραμικρή σχέση με την ένταση με την οποία έκαναν έρωτα πριν.
Ανασηκώθηκε στο κεφαλάρι του κρεβατιού. Γύρεψε τα τσιγάρα της. Το κατάλαβε και της προσέφερε ένα από τα δικά του. Το άναψε και το έβαλε διακριτικά στο στόμα της. Τον κοίταξε:
“Λοιπόν οφείλω να παραδεχτώ ότι αυτό που μου συνέβη απόψε….”
“Ξεπέρασε τους κανόνες ε ;” την διέκοψε.
Φύσηξε τον καπνό ψηλά.
“Είναι κάτι που… δεν το περίμενα...” του είπε. Αντί για απάντηση της, της προσέφερε ένα ήρεμο χαμόγελο που τα ώριμα χρόνια του το έκαναν ακόμα πιο γοητευτικό.
“Δεν έχεις κάτι να πεις ; τι με κοιτάς ;” τον ρώτησε λίγο αμήχανα μα γλυκά.
“Είσαι όμορφη !” της είπε.
“Μου το είπες και πριν”
“Είσαι πολύ όμορφη ! Όλο αυτό ήταν ένα δώρο για μένα”, επανέλαβε εκείνος.
“Δώρο ; Ποιο ήταν δώρο ;” του είπε χαμογελώντας.
“Είχα χρόνια να νιώσω έτσι ;”
“Πως δηλαδή ;”
“Ένιωσα ποθητός, ζωντανός ! Είδα ξανά ότι το σώμα μου μπορεί ακόμα να δώσει, αλλά και να πάρει...”
“Τι θες να πεις ; Δεν είχες ερωτική ζωή ;” τον κοίταξε με απορία.
Η σιωπή του έδειξε να της απαντά. Εκείνος συνέχισε.
“Στα δικά μου χρόνια, κάθε αναστεναγμός είναι δώρο ζωής, κάθε ηδονή επιβεβαίωση ύπαρξης. Κάθε χαμόγελο ενθάρρυνση...”
“Είσαι τελικά παράξενος άντρας ναι ;”
“Δηλαδή ;”
“Κλείνεις ένα ραντεβού με ένα call girl. Έρχεται στο χώρο σου και αυτό που ζει δεν έχει την παραμικρή σχέση με αυτό που υποτίθεται πως θα ήταν...”
“Τι εννοείς ;”
“Ήρθα εδώ ...Χρήστο, πληρωμένη με ένα μεγάλο ποσό για μια νύχτα πληρωμένου σεξ. Σεξ καταλαβαίνεις ! Και στο τέλος έκανα έρωτα... Ακόμα και το ότι σε καλώ με το όνομά σου, ξέρεις ότι είναι παράβαση ενός επαγγελματικού ραντεβού ; Οι πελάτες για μας δεν έχουν όνομα, δεν έχουν οντότητα. Αυτό δηλαδή που θέλετε και εσείς για μας.”
“Σε ενόχλησε αυτό ;” την ρώτησε άμεσα.
“Να με ενοχλήσει ;” τον κοίταξε ίσια στα μάτια με ένα βλέμμα όλο έκφραση.
“Κοίτα, ξέρω τι είμαι και τι κάνω. Όμως δεν είμαι μηχανή. Και απόψε εδώ, κατάφερες κάτι σημαντικό...”
“Εγώ ; τι ;”
“Καλά δεν το είδες ; δεν το ένιωσες ; Όλη αυτή μου η αντίδραση μαζί σου, όλο αυτό που έζησε το σώμα μου νομίζεις ότι ήταν ...επαγγελματική μου υπέρβαση ;”
Δεν απάντησε, την άφησε να συνεχίσει.
“Όχι ! Αυτό που πήρες από μένα το ένιωσα ! Αυτό που σου έδωσα το ήθελα ! Και να ξέρεις, επειδή όλα αυτά δεν γίνονται από τον έναν, με έκανες να νιώσω ξανά γυναίκα !”
“Όλα αυτά εγώ ;”
“Ναι… με έκανες και θυμήθηκα κάποια ξεχασμένα πράγματα” ,του είπε και σηκώθηκε από το κρεβάτι. Το γυμνό της σώμα φώτισε πάλι το χώρο. Πήγε προς το μπάνιο με τα μάτια του να την ακολουθούν.
Σκηνή έκτη:
Στην επιστροφή ντύθηκε και με τα εσώρουχά της ήρθε και έκατσε κοντά του.
“Δεν μου είπες για σένα… Παντρεμένος ;”
Την κοίταξε για μια στιγμή στα μάτια
“Ναι.”
“Γιατί βρέθηκες μαζί μου ;”
Τον είδε που δίστασε.
“Συγγνώμη, δεν ήθελα να σε πιέσω, δεν έχω και δικαίωμα, μια ακόμα επαγγελματική μου απρέπεια”
“Το κενό...” είπε και σταμάτησε. Δεν τον πίεσε, τον άφησε να συνεχίσει, αν ήθελε και το έκανε.
“Όλα αυτά που μας αποξενώνουν, που μας στερούν την τρυφερότητα, την ηδονή, τον έρωτα. Ο ευνουχισμός του πόθου”
“Την αγαπάς ;”
Δεν την περίμενε την ερώτηση αλλά απάντησε.
“Ναι...”
“Σκέφτηκες ποτέ εκείνη να κάνει το ίδιο ;"
“Τι θες να πεις ;”
“Αυτό που έζησες εσύ με μένα να το ζήσει και εκείνη με άλλον άντρα.”
Της απάντησε με εντυπωσιακή εσωτερική γαλήνη.
“Ναι ! Το έχω σκεφτεί. Το έχω αποδεχτεί...”
“Γιατί ;”
“Ίσως να μην της αξίζω, ίσως να μην μπορώ να δώσω...”
“Δεν έδειξες απόψε κάτι τέτοιο”, του απάντησε.
Μέσα της σαν να ένιωσε κάπως. Ένα παράξενο συναίσθημα. Κάτι σαν ζήλεια. “Αν είναι δυνατόν”, σκέφτηκε από μέσα της. Πρέπει να αντέδρασε κάπως αμήχανα γιατί εκείνος το πρόσεξε.
“Έκανα κάτι που σε πείραξε ;” της είπε.
Της βγήκε σαν ξέσπασμα, η φωνή της έβγαινε με κάποια ένταση:
“Ναι ! Ήρθα εδώ πληρωμένη να με πηδήξεις. Όπως γίνεται με όλους ! Να με δεις σαν μια πλαστική κούκλα που δίνει κάβλα και τίποτα παραπάνω ακούς ;” πραγματικά δεν καταλάβαινε και η ίδια πως της έβγαινε όλο αυτό. Την κοιτούσε έκπληκτος. Είχαν σηκωθεί και οι δύο όρθιοι. Εκείνη συνέχισε στον ίδιο τόνο.
“Να με γδύσεις, να σκίσεις τα ρούχα μου, να με μεταχειριστείς σαν μια πουτάνα πολυτελείας, να με πονέσεις όπως όλοι, να με προσβάλεις όπως όλοι, να βγάλεις πάνω στο κορμί μου τα βίτσια σου όπως όλοι… και… αντί για αυτό είσαι γλυκός, τρυφερός, ένας αληθινός άντρας, ένας άνθρωπος ! Γιατί το κάνεις ε ;” οι τελευταίες λέξεις βγήκαν από μέσα της με μια απρόσμενη ένταση.
“Λώρα….”
“Με αγγίζεις, με προσέχεις, μου κάνεις έρωτα, και όλα αυτά λες και… λες και….”
“Λες και τι ;”
Όρμησε πάνω του. Τον αγκάλιασε με πάθος. Κόλλησε τα χείλη της στα δικά του σε ένα φιλί δύο εραστών.
Απότομα τραβήχτηκε.
Σκηνή Έβδομη:
Πήγε στο σαλόνι δίπλα. Αναζήτησε τα ρούχα της, σκορπισμένα στο πάτωμα. Άρχισε να ντύνεται. Μια σιωπή απλώθηκε στο χώρο.
“Η Γυναίκα σου σε περιμένει… νομίζω έχεις πολλά να της δώσεις… Και οι δύο σας, ο ένας στον άλλον. Μην αφήνετε το χρόνο να σας σαπίσει, μπορείτε ! Τολμήστε ! Η ζωή κυλάει σαν νερό” είχε πια ντυθεί.
“Λώρα...” την κοίταξε γλυκά.
Είχε πια ντυθεί κανονικά. Πήρε τα προσωπικά της αντικείμενα, τα έβαλε στην τσάντα της. Στάθηκε κοντά στο παράθυρο. Στα μαλλιά της ταξίδευαν τα φώτα όλης της πόλης. Έμοιαζε με κάδρο.
“Σήμερα ξαναβρήκα τη ξεχασμένη γυναίκα που ήταν κρυμμένη μέσα μου”, του είπε. Άπλωσε το χέρι της στο πρόσωπό του. Και εκείνος στο δικό της. Τα δάχτυλά τους συναντήθηκαν κάπου κοντά στα χείλη του.
“Σε ευχαριστώ”, της είπε εκφραστικά.
Του χαμογέλασε γλυκά. Τα βήματά της αποφασιστικά την οδήγησαν στην έξοδο. Ανάμεσα στον μισοφωτισμένο διάδρομο με τις αναμμένες απλίκες δεξιά-αριστερά και το πλούσιο κόκκινο χαλί να σβήνει τον ήχο από τις ψηλοτάκουνες γόβες της.
Σκηνή Όγδοη:
Ο Φρέσκος κρύος αγέρας της νύχτας ήρθε απότομα στο πρόσωπό της. Δεν γύρισε να κοιτάξει πίσω. Το χέρι της έκανε νόημα στο πρώτο ταξί που περίμενε στη σειρά στο δρόμο. Ο οδηγός πρόσεξε ένα ελαφρύ τρέμουλο στα χείλη της απ τον καθρέφτη του σαν της έδωσε την άδεια να ανάψει ένα τσιγάρο. Το τρέμουλο συνεχίστηκε σχεδόν σε όλη τους τη διαδρομή. Κρυφόπαιζε το βλέμμα του στον καθρέφτη όσο η Λώρα ήταν μόνιμα με τα μάτια της στην νύχτα, έξω από το παράθυρο.
Σκηνή Ένατη:
Η Φιγούρα της έγινε κάδρο μακρινό στα μάτια του, καθώς την παρατηρούσε από το παράθυρο του τρίτου ορόφου του δωματίου όπου νωρίτερα σπαρταρούσε για ώρες στο σώμα της. Το βλέμμα του σηκώθηκε ψηλά στον ορίζοντα. Τα μάτια του ταξίδεψαν αργά κατά την ανατολή που είχε θέα. Μια νέα μέρα γεννιόταν, με το φως της να προσπαθεί να αντιπαλέψει τη δύναμη του σκοταδιού.
Οκτώ μήνες μετά…
Σεκάνς Οίκου Μόδας
Σκηνή πρώτη: (στην αίθουσα επίδειξης)
Τα δυνατά παλλόμενα φώτα είχαν σβήσει στη ράμπα της επίδειξης. Ο Οίκος μόδας μόλις είχε τελειώσει μία ακόμα από τις λαμπερές του επιδείξεις. Ο πολύς κόσμος είχε αρχίσει να αποχωρεί. Αρκετοί πελάτες, σε μικρά πηγαδάκια, σχολίαζαν και κοίταζαν τα ρούχα στις κούκλες. Τα μοντέλα, άντρες-γυναίκες, κουρασμένα και από τις συνεχείς λάμψεις των προβολέων, των κινητών και των φωτογραφικών μηχανών, είχαν πλέον αποσυρθεί στα καμαρίνια.
Σκηνή δεύτερη (στο καμαρίνι)
“Λώρα σε ζητούν”, της είπε μία μακιγιέρ που μόλις μπήκε στο καμαρίνι της. Δεν είχε προλάβει ακόμα να αλλάξει. Ήταν με μια ολόσωμη μαύρη τουαλέτα με ένα μεγάλο σκίσιμο στο πλάι. Στο στήθος της έλαμπε μια διπλή σειρά από ένα μενταγιόν με στρας. Στο καμαρίνι μπροστά της ήρθε ένα καλάθι με πανέμορφα κόκκινα τριαντάφυλλα. Δεν είχε καν προλάβει να διαβάσει το σημείωμα.
“Ποιος ;” ρώτησε με απορία.
“Ένας Κύριος”
Δεν πρόλαβε να μιλήσει και εκείνος πρόβαλε στην πόρτα της. Ο άντρας εκείνης της νύχτας στο ξενοδοχείο. Στο ραντεβού της Παρασκευής. Ο Χρήστος. Η κοπέλα έφυγε διακριτικά αφήνοντάς τους μόνους.
Η Λώρα σηκώθηκε αργά με ένα βλέμμα όμορφης έκπληξης. Έλαμπε μέσα στην ομορφιά της. Την πλησίασε.
“Ήσουν υπέροχη, σαν τα κόκκινα τριαντάφυλλα...” της είπε.
Έριξε μια ματιά στο καλάθι. Δεν το πίστευε.
“Δικά σου ;”
“Για σένα ! Για τη γόνιμη φωτιά που κρύβεις μέσα σου”, της είπε και φίλησε το χέρι της με ευγνωμοσύνη. Μια παράξενη συγκίνηση απλώθηκε ανάμεσά τους.
“Γιατί ήρθες ; θέλω να πω...”
Ένα ώριμο χαμόγελο έσπασε στο πρόσωπό του κάνοντας τις ρυτίδες να κυρτώσουν.
“Ήθελα να έρθω ! Να σε δω ξανά. Να εκφράσω κάτι….” κόμπιασε.
“Κάτι ;” τον ρώτησε με έναν κράτημα στο λαιμό της.
“Αυτά τα τριαντάφυλλα έχουν το χρώμα της ζωής. Κόκκινα της φωτιάς. Σαν τις στιγμές που βρήκα ξανά κοντά σου.. Τα αξίζεις..”
“Σε ευχαριστώ..." απάντησε με ένα ζεστό χαμόγελο. "Πως με βρήκες ;”
“Έψαξα, ρώτησα, έμαθα. Ειδικά για αυτό το τελευταίο χάρηκα πολύ που σε είδα εδώ... Λώρα...”
Τα μάτια τους έμειναν ακίνητα στο βλέμμα που τους ένωνε.
“Να είσαι καλά, βλέπεις... εκείνο το ραντεβού έφερε μια καινούργια μέρα στη ζωή μου"
"Όταν μου το είπαν ότι είσαι σε έναν τόσο επιτυχημένο οίκο μόδας και μάλιστα από τα πρώτα μοντέλα το χάρηκα..."
"Είδες λοιπόν ; πόσα παιχνίδια στήνει η ζωή ;"
"Νιώθεις καλά τώρα ;" τη ρώτησε
"Ας πούμε έχω μια άλλη εικόνα για τον εαυτό μου Χρήστο. Ξέρεις δεν παριστάνω την μετανιωμένη κλαίουσα. Ότι έκανα το έκανα συνειδητά..."
"Καταλαβαίνω..."
"Έτσι πίστευα. Τουλάχιστον, μέχρι το ραντεβού εκείνης της Παρασκευής."
"Καθένας μας κουβαλάει τις επιλογές του, Λώρα. Δεν γεννηθήκαμε κριτές κανενός", της είπε και έριξε μια ματιά στο ρολόι του.
"Σε περιμένει... πιστεύω !" του απάντησε αυθόρμητα, με ένα μορφασμό ερώτησης.
"Ναι.." της είπε γλυκά
"Μην την κάνεις να περιμένει..."
"Καληνύχτα Λώρα" της είπε φιλώντας τρυφερά το χέρι της.
"Σε ευχαριστώ”, κατάφερε να του πει, τη στιγμή που την άφηνε χωρίς να της γυρίζει τη πλάτη μέχρι που χάθηκε στο διάδρομο.
"Όταν μου το είπαν ότι είσαι σε έναν τόσο επιτυχημένο οίκο μόδας και μάλιστα από τα πρώτα μοντέλα το χάρηκα..."
"Είδες λοιπόν ; πόσα παιχνίδια στήνει η ζωή ;"
"Νιώθεις καλά τώρα ;" τη ρώτησε
"Ας πούμε έχω μια άλλη εικόνα για τον εαυτό μου Χρήστο. Ξέρεις δεν παριστάνω την μετανιωμένη κλαίουσα. Ότι έκανα το έκανα συνειδητά..."
"Καταλαβαίνω..."
"Έτσι πίστευα. Τουλάχιστον, μέχρι το ραντεβού εκείνης της Παρασκευής."
"Καθένας μας κουβαλάει τις επιλογές του, Λώρα. Δεν γεννηθήκαμε κριτές κανενός", της είπε και έριξε μια ματιά στο ρολόι του.
"Σε περιμένει... πιστεύω !" του απάντησε αυθόρμητα, με ένα μορφασμό ερώτησης.
"Ναι.." της είπε γλυκά
"Μην την κάνεις να περιμένει..."
"Καληνύχτα Λώρα" της είπε φιλώντας τρυφερά το χέρι της.
"Σε ευχαριστώ”, κατάφερε να του πει, τη στιγμή που την άφηνε χωρίς να της γυρίζει τη πλάτη μέχρι που χάθηκε στο διάδρομο.
Σκηνή Τρίτη:
Βγήκε από το καμαρίνι. Τον έχασε στο βάθος του διαδρόμου. Τον ακολούθησε στις σκάλες. Κατέβαινε τα σκαλιά στο κεντρικό σαλόνι. Τον είδε που στάθηκε δίπλα σε μια ώριμη, όμορφη, καλοστεκούμενη γυναίκα που περιεργάζονταν κάποια ρούχα σε stand. Είδε το χέρι του που την πήρε τρυφερά αγκαζέ. Παρατήρησε το χαμόγελό τους. Ένιωσε τη ζεστασιά ανάμεσά τους. Κατάλαβε. Κρέμασε το βλέμμα της πάνω τους, ακολουθώντας το πλάνο της αποχώρησής τους ώσπου χάθηκαν στην έξοδο. Πήρε μια ανάσα. Γύρισε ευχαριστημένη, αλλά και με μια γλυκιά μελαγχολία, γαλήνια στο καμαρίνι της. Πήρε στο χέρι της τα κόκκινα τριαντάφυλλα. Τα έφερε κοντά στο πρόσωπό της. Το άρωμά τους απλώθηκε στις αισθήσεις της. Ο νους της έτρεξε πάλι στο ραντεβού εκείνης της νύχτας. Ο καπνός του τσιγάρου ανηφόριζε μοναχικός. Στον καθρέφτη απέναντί της φάνηκαν τα κρύσταλλα του ξενοδοχείου, τα αμέτρητα φώτα της πόλης, η αίσθηση από το καυτό τζιν στη γεύση της, τα δάχτυλά του στο κορμί της. Είδε το χέρι της μέσα απ τον καθρέφτη να αγγίζει το στήθος της. Η Ανάσα της άφησε μικρούς υδρατμούς στο τζάμι.
ΤΕΛΟΣ
Τίτλοι τέλους
(Η Λώρα άφησε το “πρακτορείο” στο οποίο δούλευε ως συνοδός call girl. Έπιασε δουλειά ως fashion model σε ένα μεγάλο πρακτορείο μόδας. Ο αέρας και η άνεσή της, την βοήθησαν να καθιερωθεί. Ο Χρήστος ζει με την γυναίκα του έναν δεύτερο κύκλο ζεστής ανανέωσης της σχέσης τους)
(Σεκάνς-sequence=Μία ή περισσότερες σκηνές που παρουσιάζουν ενότητα χώρου και δράσης)
Ψηφιακή Επεξεργασία Εικόνων: Giannis Pit.
Να ευχαριστήσω την Αναστασία (Lysippe) για τη μεταλαμπάδευση της φλόγας της σε όλους εμάς με το όμορφο αυτό δρώμενο σαν σκέψη και σύλληψη πράξης. Ακόμα να ευχαριστήσω όλους/όλες τις δημιουργούς των μέχρι τώρα, αλλά και των μελλοντικών συμμετοχών για την ομορφιά, τον αισθησιασμό και τον προβληματισμό στον οποίον γινόμαστε κοινωνοί.
"Εις τον κόσμον τούτον, Λαίδη μου, δεν υπάρχει τίποτε πιο ζωογόνον εκτός του πάθους. Ο νους είναι ένα μουσικόν όργανον εις το οποίον παίζομεν απλώς...."
Λόρδος Ίλιγκουερθ
"Ασήμαντη Γυναίκα"
Λόρδος Ίλιγκουερθ
"Ασήμαντη Γυναίκα"