H ζωή είναι δώρο. Σαν ένα σπιτικό ηδύποτο σε ακριβό σκαλιστό ποτηράκι, γεμάτο γεύσεις

Σάββατο 11 Ιουνίου 2022

"Τα δώρα της Αρμονίας" (Μυθιστόρημα σε συνέχειες, 5η ανάρτηση)

 Τα δώρα της Αρμονίας


 "Όσα ποτέ δεν συνέβησαν αλλά ανέκαθεν υπήρχαν"

Σαλούστιος "Περί Θεών και κόσμου"

Μια ματιά στα προηγούμενα

Ανάρτηση 1

Ανάρτηση 2

Ανάρτηση 3

Ανάρτηση 4

Ο Πολυνείκης, ο δεύτερος γιος του Οιδίποδα, επιστρέφει μετά από έντεκα μήνες πίσω στη γη του, στη Θήβα. Έρχεται να αναλάβει τη βασιλεία της πόλης από τον αδελφό του, τον Ετεοκλή. Εναλλαγή στο θρόνο, που είχαν συμφωνήσει πριν ένα χρόνο όλοι μαζί στην οικογένεια, μετά το τραγικό ανάθεμα του πατέρα τους ενάντιά τους, με την τρομερή κατάρα να μοιραστούν το θρόνο με αίμα.

Ο Ετεοκλής, αρνείται με πάθος να εφαρμόσει τη συμφωνία και να παραδώσει το θρόνο στον αδελφό του, καταπατώντας κατάφωρα τη συμφωνία τους. Η μητέρα τους, η Ιοκάστη, προσπαθεί δραματικά να πείσει τον Ετεοκλή να τηρήσει το λόγο του, κάτι που τελικά αποδεικνύεται μάταιο.

Ο Πολυνείκης, για δεύτερη φορά, παίρνει το δρόμο της τραγικής φυγής απ' τη Θήβα για άγνωστη κατεύθυνση με το μυαλό και την καρδιά του βυθισμένα στην απόγνωση αλλά και στην οργή, έχοντας κατά νου την επιστροφή του.

Ανάρτηση 5

ΜΕΡΟΣ 2ο

Άργος

2.1  Ένας εφιάλτης, χρησμός για το αύριο

 

Μικρές στάλες ιδρώτα άρχισαν να σχηματίζονται στο μέτωπο του ώριμου άντρα που κοιμόταν στο κρεβάτι του. Πάντα στις ώρες πριν το χάραμα, ο ύπνος είναι βαρύς και τα βλέφαρα δύσκολα ανοίγουν παρά τα όποια ερεθίσματα. Όμως και αυτή τη φορά, στον κοιμώμενο άντρα  ήταν βαθιά μέσα στο υποσυνείδητό του. Στη σκέψη του. Στις χαρισματικές μαντικές του ικανότητες για τις οποίες είχε γίνει πια γνωστός σε όλο το Άργος. Πέραν του ότι ήταν κάποτε ο βασιλιάς της πόλης.

 

Τα τελευταία βράδια ο ύπνος του Αμφιάραου ήταν συνέχεια ταραγμένος. Πολύ τακτικά τον επισκέπτονταν άσχημα οράματα τα οποία τον τάραζαν πάρα πολύ, θα έλεγε κανείς εφιαλτικά. Κάτι τον βασάνιζε. Κάτι που πάλευε με τον γνωστό του διαλογισμό να βρει, να ξεχωρίσει, να διακρίνει. Όμως εκείνο έρχονταν τυλιγμένο στην ομίχλη. Κάτι σαν απειλή. Σαν μια θανάσιμη απειλή που προσπαθούσε να βρει την προέλευσή της. Έρχονταν στα όνειρά του πότε με τη μορφή μιας πόλης. Έβλεπε τον εαυτό του σαν αέρινη σκιά να τρέχει πάνω σε κάποια θεόρατα πέτρινα τείχη. Να τρέχει, να τρέχει, γεμάτος αγωνία. Και εκεί κάτι να ξεπετιέται μπροστά του λες και ήθελε να πάρει τη ζωή του. Άλλες φορές έβλεπε τον ίδιο πάλι μόνο να τρέχει στον κάμπο αυτής της πόλης με το άρμα του ζωσμένος όπλα. Πίσω του πάλι τα μεγάλα τείχη αυτής της άγνωστης πόλης. Και γύρω του αίμα και θάνατος! Η γη παντού ήταν σκεπασμένη με κουφάρια ανθρώπων. Κάποιες μορφές του φαίνονταν γνωστές, κάποιες όχι. Κάποιες από αυτές προσπαθούσαν να πάρουν μορφή. Άλλες έπαιρναν το σχήμα γνωστών του προσώπων εδώ στο Άργος αλλά δεν μπορούσε να προσδιορίσει ποιων. Και εκείνος να τρέχει αλλόφρων με το άρμα του ανάμεσα σε μια κόκκινη από αίμα και θάνατο πεδιάδα. Και πίσω του να τον κυνηγούν άμορφα σχήματα ανθρώπων και τεράτων. Άλλες φορές έβλεπε εδώ στο σπιτικό του να τον επισκέπτεται μια μορφή. Τυλιγμένη στο θάνατο και στην ομίχλη. Δεν μπορούσε και εδώ να διακρίνει. Άντρας ήταν; Γυναίκα ήταν; κάποιο άλλο ον; Και ερχόταν πίσω του απειλητικό, άπλωνε τα χέρια του προς το μέρος του. Δύο χέρια τυλιγμένα στο αίμα.

 

Πόσες και πόσες φορές είχε πεταχτεί στον ύπνο του λουσμένος στην αγωνία και στον τρόμο ξυπνώντας τη γυναίκα του στο συζυγικό τους κρεβάτι. Είχε πια χάσει το λογαριασμό.

 

Έτσι κι απόψε ο Αμφιάραος ένιωσε το ίδιο όνειρο να τον τυλίγει. Τον ίδιο εφιάλτη να τον επισκέπτεται ξανά. Μόνο που απόψε ειδικά η επίσκεψη αυτή έπαιρνε τα χαρακτηριστικά σαφούς εικόνας. Μια μαντεία! Ναι, μια μαντεία! Έτσι του φανερώνονταν απόψε. Έβλεπε τον εαυτό του σε κάποιο μεγάλο τραπέζι με πολλούς ανθρώπους. Άρχοντες, αρχηγούς. Εδώ της πόλης του Άργους. Της πόλης του. Κάτι σαν συμβούλιο ναι! Ένα συμβούλιο. Και εκεί ένας άγνωστος άντρας, αυτός ο άντρας με τα χέρια βουτηγμένα στο αίμα, αυτή τη φορά είχε καθαρίσει η μορφή του. Και ξεκινούσαν όλοι μαζί για έναν πόλεμο που ο ίδιος όμως δεν ήθελε. Σερνόταν σε αυτή τη μάχη δεμένος! Χωρίς τη θέλησή του. Προσπαθούσε να δει τι ήταν αυτό που τον τύλιγε. Τον έπνιγε. Ένιωθε σταδιακά να χάνει την ανάσα του. Κάτι μεταλλικό αλλά όμορφο είχε τυλιχτεί γύρω απ το λαιμό του. Κάτι με παράξενα πετράδια. Μια γυναίκα, ναι. Μια γυναίκα που κρατούσε κάτι. Αλλά δεν μπορούσε να δει μήτε ποια ήταν μήτε τι ήταν αυτό. Και μετά δεμένος πάνω στο άρμα του πολεμούσε αλλά με τι πιθανότητες. Αυτό το βράδυ στο όνειρό του η πόλη πίσω του σ’αυτήν τη ματωμένη πεδιάδα είχε πιο ξεκάθαρα χαρακτηριστικά. Ήταν μια μεγάλη πόλη με πολλούς άρχοντες και με θεόρατα τείχη. Είχε μετρήσει τις πύλες της πόλης. Τις βρήκε επτά! Αυτή η εικόνα  χαράχτηκε στο μυαλό του ανεξίτηλη. Ύστερα καθώς έτρεχε να σωθεί με το άρμα του, έβλεπε όλους τους άντρες που ήταν πριν μαζί του σε εκείνο το τραπέζι να είναι στα πόδια του μπροστά νεκροί. Όλοι εκτός από έναν. Έναν που ήταν βασιλιάς!  Και τέλος ο ίδιος άρχισε πάλι να τρέχει με το άρμα του. Τα δύο άλογα κόντευαν να σκάσουν απ την αγωνία ενώ τα δικά του μάτια ήταν γεμάτα τρόμο. Και τότε, ναι τότε, άνοιξε ξάφνου η γης μπροστά του στα δύο! Και ένα πελώριο χάσμα μέσα στο μαύρο σκοτάδι τύλιξε το άρμα του, τα άλογά του αλλά και τον ίδιο. Και ένιωθε να μην μπορεί να ανασαίνει, να πεθαίνει, με το μαύρο σκοτάδι από το σκίσιμο της γης να τον τυλίγει σε μια κάθοδο χωρίς επιστροφή.

 

Ο Αμφιάραος πετάχτηκε έντρομος από το κρεβάτι του λουσμένος στον ιδρώτα. Η απεγνωσμένη του κραυγή ξύπνησε δίπλα του τη γυναίκα του την Εριφύλη, η οποία πετάχτηκε και εκείνη τρομαγμένη.

“Άντρα μου τι έχεις!” τού είπε με φόβο

“Μην ανησυχείς! Ένας εφιάλτης! Δεν είναι τίποτα, ησύχασε”

Η καρδιά του χτυπούσε σαν τρελή άναρχα ενώ ένας πόνος στο στήθος τον είχε καταβάλει. Ανακάθισε στο κρεβάτι του, το ίδιο και η γυναίκα του.

“Πάλι το ίδιο;” τον ρώτησε. Γιατί ήξερε. Γιατί την είχε ενημερώσει και τις προηγούμενες φορές.

“Ναι! Αυτός ο καταραμένος εφιάλτης!”

“Τι θα γίνει επιτέλους με όλο αυτό;”

“Δεν ξέρω… σε παρακαλώ πέσε κοιμήσου” Την προέτρεψε ήρεμα ενώ εκείνος σηκωνόταν.

“Που θα πας;” τον ρώτησε.

“Λίγο έξω, να πάρω λίγο καθαρό αέρα”

“Μα είναι νύχτα”

“Χάραξε πέρα στην ανατολή” της είπε και κινήθηκε προς την πόρτα. Η Εριφύλη έπεσε πάλι στο κρεβάτι προβληματισμένη όσο ποτέ.

 

Ο Αμφιάραος βγήκε στο αίθριο του σπιτιού τους. Ήταν καλοκαίρι και χάραζε μια ζεστή μέρα. Οι καλοκαιρινές νύχτες στο Άργος ήταν ασφυκτικά ζεστές. Πήρε την πήλινη κανάτα από το τραπέζι. Έριξε λίγο νερό στο πρόσωπό του και ένιωσε καλύτερα. Άφησε το δροσερό νερό χωρίς να το σκουπίσει. Βγήκε στον εξωτερικό χώρο. Είχε ήδη πια χαράξει για τα καλά. Ο ουρανός προς τις κορυφές του Αραχναίου άρχισε να ξανοίγει. Η δροσιά από τα νερά του Ίναχου ποταμού γιάτρεψαν την αντάρα του κορμιού του. Όχι όμως και της σκέψης του.

 

“Φοίβε Απόλλωνα με τι με βασανίζεις! Ποιον χρησμό ρίχνεις στο λογισμό μου; Γιατί νιώθω έτσι φοβισμένος και ανήσυχος; Τι είναι αυτό το μεγάλο που μας απειλεί; Πόλεμος! Με έντονα τα σημάδια πλέον. Διώξε μακριά αυτούς μου τους φόβους”

 

Είχε πια σηκωθεί αρκετά ο ήλιος στην καινούργια μέρα που είχε ξημερώσει. Όλα έδειχναν ότι θα ήταν πολύ ζεστή. Έξω στο αίθριο ο Αμφιάραος καθόταν στο ξύλινο τραπέζι. Στις τέσσερις γωνιές του μεγάλα πιθάρια με όμορφα χρώματα ήταν γεμάτα ανθισμένα φυτά που υψώνονταν σε ένα ξύλινο σκέπαστρο με αραιά δοκάρια. Οι τοίχοι ήταν διακοσμημένοι με διάφορα κεραμικά πρόσθετα που έφεραν όμορφες ζωγραφιές. Μία από τις κοπέλες υπηρέτριες του σπιτιού είχε φέρει κοντά του την πήλινη κούπα με το γάλα του μαζί με ψωμί και μέλι. Το σπιτικό τους ήταν από τα πλούσια αρχοντικά του Άργους. Άλλωστε η γυναίκα του η Εριφύλη ήταν αδελφή του βασιλιά Άδραστου. [1] Στο μυαλό του ακόμα ήταν έντονες οι εικόνες του χθεσινοβραδινού του ονείρου. Έτσι βυθισμένο σε σκέψεις τον βρήκε η γυναίκα του, η οποία ήρθε και κάθισε δίπλα του.

“Ακόμα δεν το ξεπέρασες Αμφιάραε;” τον ρώτησε.

Εκείνος άφησε το βλέμμα του να απλωθεί πέρα στον ορίζοντα, στις κορυφές του Αραχναίου αλλά και ως κάτω τον Αργίτικο κάμπο ως τη θάλασσα που λαμπύριζε στον ήλιο.

“Χρησμό μεγάλο μού στέλνει ο Απόλλωνας γυναίκα! Αυτά είναι τα μηνύματά του όλες αυτές τις μέρες με τα όνειρα που βλέπω. Είναι πια ξεκάθαρο”

Εκείνη τον κοίταξε στα μάτια.

“Δεν θα αμφισβητήσω τις μαντικές σου ικανότητες σύζυγέ μου. Άλλωστε ξακουστός ήταν ο παππούς σου ο Μελάμποδας σαν μάντης. Είναι φυσικό να σου έδωσε τις γνώσεις του και την ικανότητά του”[2]

“Καλά το λες γυναίκα. Και μακάρι να μην της έδινε στ αλήθεια, μακάρι…”

“Γιατί το λες αυτό;”

“Γιατί όσα βλέπω δεν είναι καθόλου καλά. Μαύρα σκοτάδια προμηνύουν. Αίμα προμαντεύουν. Θάνατο αναγγέλλουν”

“Άντρα μου! Στο όνομα των Θεών, τι είναι αυτά που λες;”

“Την αλήθεια. Και η αλήθεια δεν είναι καλή. Κάτι θα γίνει άσχημο. Κάτι που θα μας τυλίξει στην καταστροφή και στον αφανισμό”

“Σταμάτα σε παρακαλώ”

“Θα το δεις! Και μάλιστα γρήγορα. Τα σημάδια περιμένω Εριφύλη. Και τα πρόσωπα! Ένα προς ένα για να παίξουν το ρόλο τους σε τούτα τα μελλούμενα”

 

Εκείνη τη στιγμή, ένας όμορφος έφηβος βγήκε στο αίθριο μπροστά τους. Ήταν ψηλός, γεροδεμένος με γαλήνια όψη και δυνατή κορμοστασιά.  Ο Αμφιάραος τον είδε πρώτος:

“Αλκμαίων γιε μου, κόπιασε κατά δω, κάθισε λίγο κοντά μας”

Η Εριφύλη τον κοίταξε και εκείνη. Ο νεαρός έκατσε για λίγο κοντά τους. Η αρχοντική κορμοστασιά του ήταν εντυπωσιακή, παρά τα άγουρα χρόνια του. Έπιασε ένα σύκο στα χέρια του από την πιατέλα στο τραπέζι και απόλαυσε τη γλύκα στη γεύση του.

“Γλύκισμα του κάμπου μας τα γεννήματα” έκανε.

“Καλοκαίρι γιε μου, η φύση πήρε της άνοιξης τα χρώματα και τα ωριμάζει στου ήλιου τη θέρμη. Τι έχει η μέρα σου σήμερα;” τον ρώτησε ο πατέρας του.

“Έχουμε γύμναση στο στίβο πατέρα, ζυγώνουν οι αγώνες και θέλω να είμαι έτοιμος”

“Θα τα καταφέρεις;” τον ρώτησε η Εριφύλη.

“Σημασία έχει η συμμετοχή Αλκμαίων. Η διάκριση έρχεται μετά. Να το θυμάσαι αυτό” τού είπε ο πατέρας του.

Ο νεαρός σηκώθηκε αφού γεύτηκε και τα τελευταία φρούτα.

“Φεύγω, ο εκγυμναστής μας περιμένει”

“Στο καλό παιδί μου” τον συνόδευσαν οι χαιρετισμοί και των δύο γονιών του. Τον έβλεπαν που δρασκέλισε τις πέτρινες σκάλες, διάβηκε την πύλη του σπιτιού και με γοργά βήματα χάνονταν σιγά-σιγά στο δρόμο κάτω. Ο Αμφιάραος είπε με έναν αναστεναγμό:

“Μεγάλωσε! Έγινε σωστός άντρας!”

“Ναι!” συμφώνησε η Εριφύλη δίπλα του.

“Τα παιδιά μας… Ο Αλκμαίων και ο Αμφίλοχος…”

“Και οι δυό μας κόρες…” συνηγόρησε δίπλα εκείνη, “η Ευρυδίκη και η Δημώνασσα…”

“Να μ’ αξιώσουν οι Θεοί να χαρώ τις μέρες μου κοντά τους, να τα δω στο αύριο που τους ανήκει…” είπε με μιας προκαλώντας την αντίδρασή της:

“Σταμάτα! Δεν ωφελεί αυτό! Θα σε διαλύσει! Σταμάτα!” του είπε έντονα. Εκείνος προσπάθησε να αλλάξει κουβέντα.

“Ο αδελφός σου τι κάνει; ηρέμησε καθόλου;”

Εκείνη τον κοίταξε λίγο ενοχλημένη.

“Δεν καταλαβαίνω τι εννοείς; Σε τι να ηρεμήσει;”

“Δεν ξέρω, ησυχασμό δεν έχει. Συνέχεια τρώγεται. Μερικές φορές με κοιτάζει παράξενα…”

“Ακόμα αυτά θυμάσαι Αμφιάραε; Έχουν περάσει χρόνια! Ολάκερα χρόνια. Πάνε κοντά δεκαέξι χρόνια από τότε σου έδωσε την αδελφή του για γυναίκα σου, τι γυρεύεις;”

“Τίποτα…. Δεν ξέρω, μια κουβέντα είπα….”

“Έχει κι αυτός τα δίκια του. Τον είχες διώξει απ το Άργος άντρα μου, τον έστειλες εξόριστο στη Σικυώνα. Στον παππού μας τον Πόλυβο…”

“Ναι γιατί η μανία του για αρχή και εξουσία δεν είχε τέλος…”

“Μην τα βλέπεις όλα δικά σου. Αν ήταν έτσι δεν θα ζητούσε την συμφιλίωσή σας. Όμως εκείνος γύρεψε να μονιάσετε και το ξέρεις…” του είπε.

Την κοίταξε στα μάτια.

“Ναι και μπήκες εσύ ανάμεσά μας να διαφεντεύεις κάθε διαφορά που θα μας τύχαινε. Με όρκο βαρύ μπροστά στους Θεούς! Όσες φορές εγώ κι ο Άδραστος μπαίναμε σε διαμάχη ή έριδα, πάντα θα ίσχυε η δική σου γνώμη. Σύζυγος για μένα, αδελφή για εκείνον…”

“Έχεις κάποιο παράπονο τόσα χρόνια; Δεν στάθηκα επάξια στο πλάι σου;”

“Ναι…”

“Τότε πάψε να σκαλίζεις πράγματα από το παρελθόν” τού είπε.

“Ίσως να έχεις δίκιο. Μπορεί να φταίει και η άσχημη ψυχολογία μου αυτόν τον τελευταίο καιρό”

“Είναι βέβαιο” απάντησε εκείνη. Το χέρι της τρυφερό άγγιξε τα μαλλιά του. Αμέσως μετά μπήκε στα εσωτερικά του σπιτιού τους .

Εκείνος σηκώθηκε αργά-αργά. Προσπαθούσε να διώξει απ το μυαλό του τα πολλά εκείνα σύννεφα των τελευταίων ημερών.



[1]     Η Εριφύλη ήταν αδελφή του Άδραστου, βασιλιά του Άργους. Πατέρας τους ήταν ο Ταλαός και η Λυσιμάχη και παππούς τους ο Πόλυβος, βασιλιάς της Σικυώνας.

[2]     Ο Αμφιάραος ήταν γιος του Οικλή και εγγονός του Μελάμποδα, ο οποίος και του έδωσες τις μαντικές του ικανότητες.


2.2  Άδραστος

 

“Ανοίξτε δρόμο, έρχεται ο βασιλιάς!” Ακούστηκε η στεντόρεια και αυστηρή φωνή ενός αξιωματικού στην πύλη των ανακτόρων του Άργους. Αμέσως οι φρουροί της πύλης παραμέρισαν συντεταγμένοι ανοίγοντας διάδρομο στο λιθόστρωτο. Το άρμα σταμάτησε φουριόζο έξω από την πύλη. Κάποιος οπλίτης πλησίασε να βοηθήσει. Ο Άδραστος, τον αγνόησε. Κατέβηκε μόνος του. Άλλωστε ούτε καν είχε την ανάγκη υποβοήθησης για να κατέβει από το δικό του άρμα. Ώριμος σε ηλικία. Ψηλός, σωματώδης, δυνατή κορμοστασιά, καστανά μαλλιά που έπεφταν στους ώμους του σχηματίζοντας μικρούς κυματισμούς. Ο αξιωματικός του έσπευσε να τον χαιρετίσει υποδέχοντάς τον.

“Καλώς ορίσατε βασιλιά μου!” Του είπε με σεβασμό.

“Καλώς σε βρήκα Ηρόδικε, όλα τα βρίσκω καλά;”

Προχωρούσαν πλέον με τα πόδια στις μεγάλες πέτρινες σκάλες που οδηγούσαν στα ενδότερα του παλατιού.

“Όλα εν τάξει άρχοντά μου” Πέρασαν μέσα από ένα πανέμορφο πέτρινο λιθόστρωτο. Δεξιά και αριστερά υψώνονταν τα τείχη του παλατιού. Όμορφες  παραστάσεις γεμάτες έντονο χρώμα με χαρούμενες μορφές διακοσμούσαν το χώρο. Παράλληλα στο λιθόστρωτο ήταν μεγάλα πήλινα πιθάρια με όμορφες ανθισμένες τριανταφυλλιές σε διάφορα χρώματα.  Έφτασαν στο επάνω επίπεδο του παλατιού. Εκεί σε ένα μεγάλο πλάτωμα από πέτρες χώρισαν οι δρόμοι τους.

“Θα σε δω αργότερα Ηρόδικε” τού είπε ο Άδραστος και διάβηκε στη μεγάλη είσοδο στα δώματα του παλατιού. Στην μετόπη δύο πήλινοι αμφορείς, δεξιά-αριστερά σε ανθρώπινο ύψος ήταν για να φωτίζουν τη νύχτα με το φως από δάδες. Οι δύο φρουροί της κεντρικής πύλης παραμέρισαν τιμητικά. Διέσχισε τον εσωτερικό διάδρομο. Δεξιά και αριστερά κίονες διακοσμούσαν το χώρο ενώ πανέμορφα δελφίνια και ζώα της θάλασσας σε έντονα χρώματα ήταν ζωγραφισμένα στους τοίχους.

Στο τέλος του διαδρόμου, σε μια μεγάλη δεύτερη πόρτα, υποκλίθηκαν μπροστά του δύο νεαρές υπηρέτριες του παλατιού. Περνώντας την πόρτα μπήκε στο κεντρικό μεγάλο δώμα. Ήταν κυκλικό, αρκετά ευρύχωρο με ικανό ύψος. Ολόγυρα διακοσμημένο με ζωγραφιστούς τοίχους, πέτρινες προθήκες με πήλινα αγγεία γεμάτα σχέδια και χρώματα και κίονες που έκλειναν σε κύκλο μέσα στην αίθουσα.

“Καλώς όρισες άντρα μου!” ακούστηκε η φωνή της Αμφιθέης, της γυναίκας του Άδραστου.

“Καλώς σε βρήκα βασίλισσά μου!” απάντησε εκείνος καλοσυνάτα σπεύδοντας κοντά της.

Εκείνη χύθηκε στην αγκαλιά του παραξενεύοντάς τον.

“Αμφιθέη! Λίγες μέρες έλειψα, στο μαντείο πήγα για χρησμό όπως με κάλεσε η Ιέρειά του. Δεν έλειψα δα και στον ...πόλεμο!” Αποκρίθηκε εκείνος με ένα διακριτικό χαμόγελο. Έκατσε κάπου εκεί σε κάποιο ανάκλιντρο. Η Αμφιθέη ήρθε κοντά του και κάθισε δίπλα του.

“Και λίγο να λείψεις είναι αρκετό για την οικογένειά σου άντρα μου”, αποκρίθηκε.

 

Την ίδια στιγμή ακούστηκαν φωνές στο διάδρομο και σε λίγο μια φουριόζα και εκδηλωτική ομάδα από πέντε νεαρά άτομα μπήκαν στο κεντρικό δώμα. Δύο νεαρές κοπέλες, που έδειχναν και μεγαλύτερες, δύο πιο νεαρά αγόρια και μια πέμπτη μικρή. Έσπευσαν κοντά του με χαρά και χαμόγελα.

“Καλώς όρισες πατέρα!” Του είπαν όλα με το δικό τους εκφραστικό τρόπο.[1]

Αγκάλιασε ένα προς ένα τα παιδιά του. Αντάλλαξαν λίγες όμορφες και απλές κουβέντες καθημερινές και κάποια στιγμή εκείνα αποχώρησαν. Mια από τις υπηρέτριες είχε ήδη φέρει μια πήλινη κανάτα με δύο χάλκινα ποτήρια. Γέμισε τα ποτήρια και αποχώρησε αμέσως. Ο Άδραστος δοκίμασε τη γεύση του δροσερού νερού που ήταν ότι έπρεπε μετά την κάψα μιας ολάκερης διαδρομής μέσα στο καλοκαιρινό λιοπύρι.

“Καίει ο τόπος στο Άργος!” είπε.

“Ναι, εδώ και μέρες”, συμφώνησε και η γυναίκα του.

“Και στις Μυκήνες χειρότερα! Εκεί να δεις. Φωτιά”

Η Αμφιθέη τον κοίταξε ίσια στα μάτια με προσμονή:

“Λοιπόν; Τι χρησμό προστάζει ο Φοίβος Άδραστε; Γιατί κάτι σοβαρό πρέπει να ήταν για να σου μηνύσουν έτσι”

“Ναι, κάπως έτσι είναι. Θα μιλήσουμε το βράδυ μετά το δείπνο γυναίκα, ας πάρω τώρα μια ανάσα ξεκούρασης, τη χρειάζομαι. Το λουτρό είναι έτοιμο;”

Η Αμφιθέη σηκώθηκε να καλέσει τις γυναίκες του σπιτιού για το λουτρό. Ο Άδραστος είχε την ευκαιρία να συνέλθει λίγο.

 

Το βράδυ έπεσε ζεστό. Το δείπνο είχε τελειώσει και ο βασιλιάς του Άργους βγήκε στο μεγάλο αίθριο που ήταν συνέχεια του βασιλικού δώματος. Ο ουρανός ήταν πεντακάθαρος. Αμέτρητα αστέρια κεντούσαν στο στερέωμα μια εκπληκτική εικόνα. Πήρε βαθιές ανάσες. Το βλέμμα του έφτασε ως κάτω στη θάλασσα. Η αύρα της μαζί με τη δροσιά, που έδιναν τα νερά του Ίναχου ποταμού ήταν σκέτο ίαμα. Στο πέτρινο πλαίσιο μπροστά στο αίθριο τα ζουμπούλια σκορπούσαν ολόγυρά τους ένα βαρύ αλλά θεσπέσιο άρωμα. Ο Άδραστος άπλωσε το κορμί του νωχελικά στο μεγάλο ξύλινο ανάκλιντρο. Σε λίγο φάνηκε κοντά του και η Αμφιθέη, έκανε και εκείνη μια βόλτα στο αίθριο να απολαύσει τη γαλήνη και την ομορφιά της νύχτας.

“Κάτσε κοντά μου” της είπε εκείνος. Υπάκουσε στα λόγια του και έκατσε δίπλα του σε ένα άλλο ανάκλιντρο.

“Είμαστε χρόνια μαζί Αμφιθέη, ζούσαμε και ζούμε χρόνια όμορφα”. Εκείνη τον κοίταξε λίγο αινιγματικά προσμένοντας τη συνέχεια.

“Ο λόγος του χρησμού του Λοξία[2] γυναίκα μου αφορούσε τις δύο κόρες μας”

“Ω! δηλαδή;” ρώτησε εκείνη με μια κάποια αγωνία, “Τι προβλέπει ο Θεός για τα κορίτσια μας, με κάνεις να ανησυχώ”

“Όχι κάτι κακό! Ησύχασε! Κάτι το φυσιολογικό”

“Σε ακούω άντρα μου”

“Οι δύο μας μεγάλες κόρες, η Αργεία και η Δηιπύλη, έφτασαν σε ηλικία γάμου”

“Και όρισε ο Θεός Άδραστε τι ακριβώς για αυτό;”

“Δεν όρισε κάτι γυναίκα…”

“Άλλα;”

Γύρισε προς το μέρος της

“Κοίτα, ο χρησμός που είχα ζητήσει είχε να κάνει με το μέλλον της οικογένειάς μας…”

“Δεν μου είχες πει τίποτα για αυτό” του είπε.

“Ναι, γιατί ανησυχούσα, είχα αγωνία για κάποια πράγματα και ήθελα να ακούσω τη συμβουλή και το λόγο του Φοίβου”

“Τι προβλέπει λοιπόν;”

“Κάτι ...παράξενο! Δεν ξέρω πως να το ερμηνεύσω ειλικρινά. Να… μου είπε ότι η Αργεία με την Διηπύλη, οι δυό μεγάλες μας κόρες, οι πρωτότοκες θα παντρευτούν έναν κάπρο και ένα λιοντάρι!”

Η Αμφιθέη τον κοίταξε ξαφνιασμένη.

“Δεν καταλαβαίνω!’

“Μήτε εγώ γυναίκα”

“Τι είναι αυτό τώρα; Θα κάνουμε γαμπρούς ένα κάπρο και ένα λιοντάρι;”

“Ξέρεις, πάντα οι χρησμοί του Λοξία δεν έχουν εύκολη εξήγηση. Η Ιέρεια μιλάει συμβολικά. Με γρίφους, με κρυφά μυστικά μηνύματα…”

Τον κοίταξε με απορία.

“Το ξέρω, το καταλαβαίνω. Δεν έχουμε δηλαδή παρά να προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τα γενόμενα για να κρίνουμε αυτά που θα αποφασίσουμε τελικά”

“Αυτό πιστεύω και εγώ, δεν ξέρω τι ακριβώς μπορεί να είναι ένας κάπρος και ένα λιοντάρι για να παντρευτούν τις κόρες μας αλλά θαρρώ πρέπει να έχουμε στο νου τα σημάδια”

“Δύσκολα σημεία του Δήλιου αθάνατου. Και ελπίζω αυτά να κρύβουν καλό μέλλον για τα κορίτσια μας”

“Ας το ευχηθούμε στους Θεούς γυναίκα. Δεν έχουμε παρά να περιμένουμε. Και να μπορούμε να δούμε τα σημάδια, να τα ξεχωρίζουμε. Ας έχουμε δυνατή κρίση και νόηση”

“Είθε….” συμφώνησε μαζί του.

 

Αφέθηκαν και οι δύο εκεί δίπλα στον γαλήνιο κόσμο της νύχτας. Τα χέρια τους ενώθηκαν σφίγγοντας το ένα το άλλο τρυφερά και εκδηλωτικά. Τα δυο τους πρόσωπα έγειραν εκφραστικά αφήνοντας τα βλέμματά τους λεύτερα στον ουρανό. Σε έναν ουρανό που λαμπύριζαν αμέτρητα αστέρια. Η φωτιά από τις δάδες στο αίθριο έκαναν παράξενα σχήματα στους τοίχους. Σαν μια ιδιάιτερη ιεροτελεστία έδειχναν εκεί με τις καρδιές και τη σκέψη τους παραδομένες στη μοίρα των Θεών που δεν θα αργούσαν να απλώσουν στο δρόμο τους τα δικά τους σημάδια.



[1]     Παιδιά του Άδραστου και της Αμφιθέης ήταν η Αργεία με την Δηιπύλη, ο Αιγιαλέας με τον Κυάνιππο και η μικρότερη η Ιπποδάμεια.

[2]     Λοξίας αποκαλούνταν ο Απόλλωνας. Από τη λέξη “λοξός”. Αιτία οι δυσνόητοι και παράξενοι χρησμοί που έδινε μέσω της Ιέρειας του Μαντείου.

Συνεχίζεται...


Όπως βλέπετε, φίλες και φίλοι, με την 5η ανάρτηση, μπήκαμε στο 2ο μέρος του βιβλίου. Και συγκεκριμένα με κεντρικό σημείο και χώρο δράσης την ιστορική πόλη του Άργους. Σας ευχαριστώ, μία ακόμα φορά, που είστε εδώ, ακόλουθοι, αναγνώστες και συμμέτοχοι σε αυτό το έργο. 




24 σχόλια:

  1. Τώρα πια ξετυλίγεται η κύρια ιστορία σου. Με πρόσωπα γνωστά από τη μυθολογία μας αλλά με ιστορίες, που η λογοτεχνική σου πένα μπορεί και τους αποδίδει όλα εκείνα τα στοιχεία, ώστε να γίνονται απόλυτα ενδιαφέρουσες. Το παρόν επεισόδιο είναι γεμάτο ερωτήματα και αγωνίες για το μέλλον το οποίο προβλέπεται συναρπαστικό. Περιμένω τη συνέχεια για περισσότερα.
    Την Καλημέρα μου, φίλε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ναι, Βασίλη μου. Μπορούμε να πούμε, ότι τώρα ξεκινάει η κύρια δράση και η ιστορία μας απλώνεται απόλυτα. Νέοι τόποι, νέοι χαρακτήρες και γεγονότα θα έλθουν να γεμίσουν την αφήγησή μας. Φίλε μου αγαπητέ, σε ευχαριστώ πολύ για τη συντροφιά και τη συμμετοχή σου. Να είσαι καλά και όμορφο Σαββατοκύριακο.

      Διαγραφή
  2. Πολύ ωραίο Γιάννη μου. Μπαίνουμε τώρα σε γεγονότα που διαβάζαμε και δεν προκαλούσαν ενδιαφέρον αλλά εσύ με τη μυθοπλασία σου τους δίνεις ζωή και κίνηση. Μας κάνει να έχουμε αγωνία αλλά και μας δίνεις την καθημερινότητα των αρχόντων μιας πόλης, και τη σημασία των θεών στη ζωή τους. Ωραία εξελίσσεται. Μπράβο...
    Καλό Σ/Κο Γιάννη μου
    Την καλημέρα μου

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Άννα μου, καλώς όρισες και πάλι καλή μου φίλη. Χαίρομαι αν μπόρεσα να δώσω ζωντάνια και ενότητα στην όλη ροή των γεγονότων και σε ευχαριστώ που συμμετέχεις και δίνεις ζωή με την κρίση και τα συναισθήματά σου. Σε ευχαριστώ πολύ Άννα μου.

      Διαγραφή
  3. Οι εφιάλτες της νύχτας είναι η αντανάκλαση των πράξεων και των σκέψεων μας κατά την διάρκεια της μέρας, έτσι λένε οι ψυχολόγοι.
    Το σημερινό σου κείμενο Γιάννη μου, προμηνύει μεγάλα ζόρια που περιμένουν τους ήρωες, άνδρες -γυναίκες!
    Η συνέχεια είμαι σίγουρη πως θα είναι συναρπαστική και την περιμένω με μεγάλη χαρά!
    Bonne suite et bisous de coeur!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Bonjour Stephanie! Bon samedi ma chere amie. Je remercie pour ton commentaire.
      Έχεις απόλυτο δίκιο για τη λογική των ονείρων, κάτι τέτοιο πρέπει να συμβαίνει. Αντανάκλαση του ψυχολογικού μας κόσμου.
      Ναι, τα σημερινά κεφάλαια, προμαντεύουν εξελίξεις και δράση άφθονη, η οποία ελπίζω να σας κρατήσει ενδιαφέρουσα συντροφιά γλυκιά μου. Συνεχίζουμε με αγάπη, να είσαι καλά.

      Διαγραφή
  4. Γιάννη μου μας χαρίζεις τη πιο ωραία επανάληψη. Με την πένα σου και τη λογοτεχνική της δύναμη, παίρνεις πρόσωπα και γεγονότα γνωστά μας και από τη μία μας τα υπενθυμίζεις και από την άλλη, το κάνεις να έχει τόσο ενδιαφέρον που ούτε καν καταλαβαίνουμε πότε τέλειωσε το κεφάλαιο.
    Μου αρέσει η ροή που ακολουθείς και θεωρώ εύστοχο, που έχεις λινκ για προηγούμενα κεφάλαια και μια σύνοψη, γιατί το κάνεις εύκολο για κάποιον που μπορεί να χάσει κάποιο κεφάλαιο.
    Μπράβο σου Γιάννη. Και για το σημερινό κεφάλαιο και για το χρόνο και το μεράκι σου.
    Έχεις αφιερώσει πολύ χρόνο και στην συγγραφή του βιβλίου και στο στήσιμο της.
    Καλό τριήμερο! :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μαρίνα μου, περιττό να σημειώσω ότι τα λόγια σου είναι για μένα ένα μεγάλο δώρο. Νιώθω πολύ καλά καθώς αφουγκράζομαι ότι σου αρέσει και μπορώ να σου δώσω κάτι χρήσιμο, όμορφο και ενδιαφέρον.
      Ναι, προσπαθώ να κρατήσω συνέχεια από το παρελθόν, έτσι ώστε ο αναγνώστης να έχει, ανά πάσα στιγμή, εύκολα προσβάσιμα τα προηγούμενα αλλά και μια στοιχειώδη σύνδεση με το προηγούμενο. Να μπορέσει, εύκολα, να μπει στην αφήγηση.
      Η αλήθεια είναι ότι αυτό το έργο απαίτησε πολύ μεγάλο διάβασμα και ευθύνη καθώς δεν γίνεται εύκολα να "παίξεις" με τέτοια θέματα. Σε ευχαριστώ κορίτσι μου ειλικρινά.

      Διαγραφή
  5. Γιάννη μου πολύ παραστατική η περιγραφή του εφιαλτικού ονείρου του Αμφιάραου και δεδομένου ότι κατά την αρχαιότητα έδιναν μεγάλη σημασία σ' αυτά, βάζεις τον αναγνώστη να αναρωτηθεί για την ερμηνεία του. Τι περιμένει άραγε την μέχρι τότε ήρεμη ζωή τους;
    Επίσης με τις περιγραφές του παλατιού, όπως και των κατοικιών των αρχόντων δίνεις πολύ ωραία το ανάγλυφο των πόλεων κατά την αρχαιότητα. Μπράβο!
    Καλή συνέχεια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ελένη μου, εύστοχη η παρατήρησή σου. Το εφιαλτικό αυτό όνειρο είναι μια πρώτη απειλή, μια πρώτη "παρουσία" πάνω στα μελλούμενα.
      Χαίρομαι που σού άρεσε καλή μου φίλη. Η ζωή των ηρώων μας θα ξετιλιχθεί μπροστά μας αναλυτικά στο μέλλον της αφήγησης.
      Ελένη μου, ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια. Συνεχίζουμε.

      Διαγραφή
  6. Προχωράμε με όλο και περισσότερο ενδιαφέρον. Καινούργια άτομα μπαίνουν επί σκηνής, και περιμένω με αγωνία τη συνέχεια της ιστορίας που την αποδίδεις πανέμορφα! Καλό Σ/Κ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ανοίγει, Μαίρη μου, ο κύκλος των ηρώων και των πρωταγωνιστών. Όπως ανοίγει και ο κύκλος της δράσης. Χαίρομαι, που είσαι εδώ, που συμμετέχεις, παρατηρείς. Ευχαριστώ μία ακόμα φορά για τα γλυκά σου λόγια στήριξης. Την καλησπέρα μου και όμορφη Κυριακή.

      Διαγραφή
  7. Φανερή η αρχαιογνωσία σου σε κάθε πρόταση Γιάννη μου! Έτσι που κάνει ξεκάθαρο την αντιδικία των οικογενειών για την εξουσία και οδηγεί στην καταστροφή. Ενας αδιάκοπος θρήνος και ένας χρησμός που αναστατώνει τον ύπνο τους. Μας μεταφέρεις σε άλλες εποχές με τον πιο όμορφο τρόπο, με λόγο ευθύ, έτσι που η ιστορία δεν χάνει την αίγλη της αλλά κρατάει όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον. Κι αν κρίνουμε από τον Άδραστο (αυτόν που δεν μπορεί να αποδράσει και επομένως δεν μπορεί να αποφύγει το πεπρωμένο του) η συνέχεια προβλέπεται συγκλονιστική.
    Καλή συνέχεια Γιάννη!
    Να έχεις μια όμορφη εβδομάδα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Πόσο χαίρομαι, Αννίκα μου, για τη ζωντανή συμμετοχή σου! Δεν έχω λόγια να σε ευχαριστήσω γι' αυτό, αγαπημένη μου φίλη. Κάπως έτσι πάμε ναι για να ανοίξει η πλοκή και να φανούν σιγά-σιγά οι μοιραίες και τραγικές πορείες.
      Καλή βδομάδα να έχεις.

      Διαγραφή
  8. Παρούσα κι εγώ. Διαβάζω με ενδιαφέρον τις εβδομαδιαίες αναρτήσεις σου Γιάννη μου και συμφωνώ με τα σχόλια των φίλων πιο πάνω. Το προχωράς πολύ καλά. Συνέχισε έτσι.
    Καλή εβδομάδα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ναι, Μαρία μου. Σε βλέπω παρούσα και χαίρομαι ιδιαίτερα καλή μου φίλη. Σε ευχαριστώ πολύ για αυτό, ειλικρινά. Ξέρεις ότι η κρίση σου είναι πολύτιμη και σημαντική.
      Την καλησπέρα μου.

      Διαγραφή
  9. Προχωράει υπέροχα η ιστορία Γιάννη μου. Έχουμε μπει για τα καλά στη ροή της ιστορίας με πρόσωπα γνωστά και άλλα όχι και τόσο, αλλά με τη μυθοπλασία που τα αγκαλιάζεις, μπαίνουν όλα σε σειρά. Μας μεταφέρεις πάρα πολύ όμορφα την εποχή, την καθημερινότητα, το περιβάλλον των ηρώων. Έχω να πω ότι λατρεύω τους χρησμούς του Λοξία και περιμένω με αγωνία τη συνέχεια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλησπέρα Κατερίνα μου, χαίρομαι που ταξιδεύουμε παρέα σε αυτό το έργο, αγαπημένη μου φίλη. Απολαμβάνω τη συμμετοχή και τα σχόλιά σου. Συνεχίζουμε ναι και έπεται νέο κεφάλαιο, Σάββατο γαρ.
      Καλό Σαββατοκύριακο κορίτσι μου.

      Διαγραφή
  10. Εξαιρετική δουλειά! Τα θερμά μου συγχαρητήρια!
    Δεν είμαι τακτική σε αναρτήσεις σχολίων...αλλά, παρακολουθώ και διαβάζω με ενδιαφέρον. Η πένα σας, μοναδική! Πνευματική τροφή, μας εμπλουτίζει και μας ταξιδεύει!
    Σε ευχαριστούμε για το όμορφο ταξίδι!
    Καλή συνέχεια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μαρία μου, αγαπητή μου φίλη. Τιμή μου και ευχάριστη έκπληξη η παρουσία σου. Ειλικρινά σε ευχαριστώ πολύ για τη συμμετοχή και τον πολύτιμο χρόνο σου. Να είσαι καλά.

      Διαγραφή
  11. Τι όμορφη αντίθεση η γαλήνη της νύχτας με την αναταραχή που υποβόσκει! Μου αρέσει επίσης πολύ ο τρόπος που συνδέεις τα στοιχεία της ιστορίας με την καθημερινότητα της εποχής. Ρέει η αφήγηση ευχάριστα και απνευστί.
    Συνεχίζω...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαίρομαι πολύ, αν μπόρεσα να περάσω αυτό το φυσικό ύφος. Είναι και το προσωπικό στοίχημα. Να δώσω στην αφήγηση μια ροή κανονική ώστε να μπορέσουμε να συμμετάσχουμε εύκολα. Σε ευχαριστώ πολύ Γλαύκη μου για κάθε σου στήριξη.

      Διαγραφή
  12. Την συνέχεια της ιστορίας την μαθαίνω βήμα βήμα τώρα εδώ και μου κινεί το ενδιαφέρον (ίσως επειδή δεν ξέρω την συνέχεια,) να δω τι έγινε παρακάτω, αφού η ροή της κυλά ευχάριστα!
    Αλλά φίλε μου, εκεί που δυσκολεύομαι και μπερδεύομαι λίγο είναι τα ονόματα, αλλά μέχρι να τελειώσει το έργο σου θα τα έχω εμπεδώσει.
    Καλή συνέχεια...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Η αλήθεια είναι ότι η αρχαία ονοματολογία, δεν μάς είναι οικεία μήτε εύκολη στη χρήση, Ρούλα μου. Πιστεύω όμως ότι είναι θέμα χρόνου να εξοικειωθείς με τους βασικούς χαρακτήρες και τα ονόματά τους, είμαι σίγουρος για αυτό.
    Χαίρομαι πάρα πολύ, που σού αρέσει, που ακολουθείς με ενεργή συμμετοχή, κάτι που για μένα είναι μεγάλη τιμή, Ρούλα μου.
    Την καλησπέρα και το ευχαριστώ μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή