Τα Σάββατα του Ιούλη στο λιμάνι του Πειραιά, είχαν πάντα μεγάλη κίνηση. Και εκείνο το πρωινό δεν θα το άλλαζε αυτό. Το “Καμέλια” ήταν φορτωμένο με τους επιβάτες του. Έτοιμο να σαλπάρει για το γνωστό του δρομολόγιο στον Αργοσαρωνικό.
“Είσαι έτοιμη;” τη ρώτησε.
“Απολύτως” του είπε γέρνοντας στην αγκαλιά του. Είχε κρεμασμένο στον ώμο της μονάχα ένα σακ-βουαγιάζ. Και μαζί μ’ αυτό, τα όμορφα όνειρά της για ένα διήμερο με τον άντρα που αγαπούσε.
“Μόνο αυτό;” τη ρώτησε χαριτολογώντας.
“Αν είμαι κοντά σου, δεν έχω ανάγκη από πολλά πράγματα. Λίγα ρούχα και αυτό…!” του είπε βγάζοντάς το από το εσωτερικό του. Ο Λευτέρης παραξενεύτηκε.
“Τι είναι αυτό; Ένα ...κασετόφωνο;”
“Ακριβώς κύριέ μου! Το κασετοφωνάκι μου! Δεν το αποχωρίζομαι ποτέ. Όπου πάω είναι κοντά μου, δίπλα μου. Και φυσικά θα μας κάνει εκπληκτική συντροφιά στο υπόσχομαι, είπε βγάζοντας και μια θήκη με αρκετές κασέτες…”
Έγειρε στην αγκαλιά του καθώς το πλοίο είχε ήδη πια ξεκινήσει και έβγαινε κιόλας από το λιμάνι. Εκείνος την αγκάλιασε.
“Δεν ήξερα ότι είχες κάτι τέτοιο…”
“Είναι η πρώτη μας φορά, που πάμε εκδρομή Λευτέρη! Πρώτη φορά που μένουμε μόνοι, επιτέλους…”
Αφέθηκαν στις ριπές του αγέρα από το Σαρωνικό. Είχαν προλάβει να πιάσουν δυο θέσεις σε μια απομονωμένη γωνιά στο μικρό καράβι.
“Γιατί διάλεξες Ερμιόνη;” τη ρώτησε.
“Γιατί λατρεύω αυτό το δασάκι που είναι έξω απ’ την πόλη. Μου είπαν ότι είναι υπέροχο, θα δεις…”
Έκοψε την ονειροπόλησή της με ένα διαφορετικό ερώτημα:
“Δήμητρα, τι έγινε χθες με τον Μεταλλινό; Σε δέχτηκε;”
“Ο σεβάσμιος πρύτανης της Ιατρικής σχολής, ο πολύς κύριος Γιώργος Μεταλλινός. Για να δεχτεί μια δευτεροετή του φοιτήτρια έπρεπε να παρακαλέσω ταπεινά…”
“Σε έχε βάλει στο μάτι ναι;”
“Ναι και δεν ξέρω ειλικρινά γιατί. Από εκείνες τις κινητοποιήσεις για τον ν. 815 μου τη φύλαγε, αλήθεια εσύ από πότε τον είχες;” ρώτησε το Λευτέρη.
“Φέτος τελείωσα...απ’ την αρχή τον είχα, είναι παλιά καραβάνα…” της απάντησε.
“Ελπίζω να γλιτώσω απ’ αυτόν αλλά… ξέχασέ τον, έχουμε μπροστά μας ένα δικό μας Σαββατοκύριακο…” είπε και χώθηκε στην αγκαλιά του.
…
“Ο κανακάρης μας έφυγε πάλι;” ρώτησε ο ώριμος άντρας με έμφαση.
“Ναι πήγε διήμερο στην Ερμιόνη” απάντησε η γυναίκα του.
“Πάλι μ’ αυτή τη μικρή;” ήρθε η δεύτερη ερώτησή του με εμφανή δυσφορία.
“Νομίζω ναι, δεν μου λέει όμως και πολλά πράγματα;”
Ο Μιχάλης Χατζηγιώργος ήρθε δίπλα της, ευθυγράμμισε το βλέμμα του αποφασιστικά με τη γυναίκα του.
“Πες του, το καλό που του θέλω, μην το μάθει ο Δεπόντης ότι ο επίδοξος γαμπρός του, κερατώνει την κόρη του.. μυαλό δεν λέει να βάλει ο δικός μας…”
“Εντάξει μην ανησυχείς…. Ένα καπρίτσιο είναι… θα του περάσει…”
“Πόσο καιρό όμως σέρνεται αυτή η ιστορία; Θα μαθευτεί και μετά χαλάνε όλα!”
“Εντάξει κάτι μήνες είναι, τον πιέζω και εγώ…”
“Γυναίκα, ο Λευτέρης πρέπει να είναι ηλίθιος. Η Λένα τον αγαπάει, είναι ένα χρόνο μαζί. Ο πατέρας της διευθύνει το μεγαλύτερο ιατρικό κέντρο στην Αθήνα. Ο δικός μας τελείωσε τη σχολή. Σε αυτά ανήκει το χρήμα, τι νομίζεις;”
“Έλα πάψε τη γκρίνια, Μιχάλη, μια περιπέτεια είναι θα του περάσει…”
…
Κάπου αρκετά μακριά απ’ αυτόν τον μίζερο και τοξικό διάλογο, ανοίγονταν ένα άλλο πανέμορφο τοπίο. Ένας νυχτερινός ουρανός σαν καθρέφτης έστεκε πάνω απ’ τα κεφάλια του Λευτέρη και της Δήμητρας. Το δασάκι της Ερμιόνης είχε πάρει στην αγκαλιά του το νεαρό ζευγάρι. Τα τριζόνια και τα τζιτζίκια με τους ήχους και το τραγούδι τους, είχαν κρατήσει συντροφιά στον έρωτα του ζευγαριού λίγο πριν. Κάτω απ’ αυτόν τον ουρανό. Με αντιφέγγισμα τα άπειρα άστρα και το γαλαξία, που έστελνε από πάνω τους ένα μαγικό φως.
“Δεν είναι τόσο όμορφα;” τον ρώτησε καθώς κούρνιαζε στην αγκαλιά του. Τα χέρια του ήρθαν να την κλείσουν σε μια αγκαλιά, που την ένιωθε τόσο γεμάτη, τόσο ασφαλή.
“Λευτέρη, σ' αγαπώ πολύ!” ψιθύρισε στο αυτί του. Δεν εισέπραξε την απάντησή του αλλά η θέρμη της αντίδρασής του, την έκανε να νιώσει γεμάτη. Όλα ήταν τόσο αρμονικά.
Και πιο δίπλα το μικρό κασετόφωνο! Τα ερωτικά τραγούδια του νέου κύματος ήρθαν να στήσουν το δικό τους soundtrack στις ερωτικές τους στιγμές. Η Καίτη Χωματά, ο Λάκης Παππάς και άλλοι πολλοί με τις μουσικές του Σπανού, του Χατζηδάκη, του Λοΐζου. Τι όμορφη και τρυφερή νύχτα! Οι κασέτες του μικρού κασετοφώνου της Δήμητρας έγιναν οι σπονδές στον έρωτά τους, το στολίδι τους. Στεφάνωσαν πολλές στιγμές από αυτή τη διήμερη καλοκαιρινή εκδρομή, που έμελλε να σφραγίσει τη ζωή τους. Ήταν κάτι σαν τη μασκότ ανάμεσά τους καθώς ήταν παντού. Εκεί που έτρωγαν, στον περίπατό τους, στην παραλία δίπλα στο κύμα, στην υπέροχη ερωτική τους νύχτα, δίπλα τους λίγο πριν κοιμηθούν. Το μικρό κασετόφωνο της Δήμητρας ήταν πάντα εκεί, κομμάτι της ζωής της. Μέχρι την επιστροφή τους. Μια επιστροφή που στις αμέσως επόμενες μέρες επιφύλασσε στον καθένα ξεχωριστά την απόλυτη και απίστευτη αντίθεση.
…
Η είδηση της βίαιης επίθεσης ομάδας αγνώστων στο γραφείο του πρύτανη της ιατρικής σχολής, έπεσε σαν βόμβα στην κοινωνία αλλά και στη φοιτητική και εκπαιδευτική κοινότητα. Ο Γιώργος Μεταλλινός είχε δεχτεί αργά προς το βράδυ του Σαββάτου, την επίθεση μικρής ομάδας αγνώστων, η οποία εισέβαλλε στο γραφείο του στοχοποιώντας τον ίδιο. Ο πρύτανης υπέστη βαριές κακώσεις και η κατάθεσή του ήταν σχετικά ασαφής. Πρόλαβε όμως να αναφέρει ότι ανάμεσα στους δράστες ήταν δύο φοιτητές, μια εκ των οποίων γυναίκα. Το σοκ ήταν μεγάλο. Η κοινωνία τότε ακόμα δεν ήταν εθισμένη σε τέτοιου είδους γεγονότα. Οι φοιτητικοί σύλλογοι καταδίκασαν απερίφραστα την επίθεση και παρέπεμψαν σε άτομα με σκοτεινές και προβοκατόρικες προθέσεις.
…
Ο Λευτέρης με τη Δήμητρα γύρισαν αργά την Κυριακή. Ζούσαν στο δικό τους μικρόκοσμο, στην ατμόσφαιρα αυτής της τρυφερής εκδρομής που γέμισε γλύκα την καθημερινότητά τους. Τα νέα της επίθεσης στον πρύτανη δεν είχαν φτάσει κοντά τους. Ο Λευτέρης ενημερώθηκε από τους γονείς του αργά το βράδυ.
“Έχει βουήξει ο τόπος, έχει αναστατωθεί το σύμπαν…”, του είπε ο πατέρας του. “Καλά, δεν άκουσες τίποτα; Πού ήσουν;...”
Έδειχνε προβληματισμένος. Την επόμενη μέρα μίλησαν στο τηλέφωνο με τη Δήμητρα το μεσημέρι. Είχε και η ίδια ενημερωθεί από συμφοιτήτριές της. Και ήταν φοβισμένη! Πολύ φοβισμένη!
Τα νέα για την κατάσταση του Μεταλλινού δεν ήταν καλά και η ατμόσφαιρα βαριά. Η Δήμητρα ήταν σε ανοιχτή επικοινωνία με συναδέλφισσες και φίλες πάνω στο συμβάν. Ώσπου την Τρίτη το πρωί ήρθε εκείνο το γεγονός, που σφράγισε τη ζωή της για πάντα. Ήταν νωρίς το απόγευμα όταν το κουδούνι της εξώπορτας του σπιτιού της έσπασε την εσωτερική σιωπή. Δύο άγνωστοι βλοσυροί άντρες έστεκαν στην είσοδο, γκριζωποί σαν την καταιγίδα που καλπάζει ξαφνικά στον ορίζοντα.
“Η Δήμητρα Ρούσσου είναι εδώ;”
Ήρθε μπροστά τους. Τα λόγια του αστυνομικού έσκασαν στο σπίτι τους σαν σεισμός, που ισοπεδώνει τα πάντα ξαφνικά.
“Πρέπει να μάς ακολουθήσετε στο τμήμα, δεσποινίς. Η καταιγίδα δεν άργησε να ξεσπάσει και ήταν ανεξέλεγκτη. Η Δήμητρα, κατηγορήθηκε για άμεση συμμετοχή στην ομάδα των δραστών της επίθεσης στον πρύτανη. Η παρουσία της στο γραφείο του άφησε τα αποτυπώματά της, που συνδυάστηκαν με τις μαρτυρίες που ανέφεραν την επίσκεψή της. Οι διωκτικές αρχές είχαν μεγάλη πίεση από την κοινή γνώμη αλλά και τις πολιτικές επιδιώξεις και η αναζήτηση των ενόχων ήρθε άμεσα να ταιριάξει στη φρικώδη λογική της ...κατασκευής ενόχων.
Η Δήμητρα βρέθηκε σε απελπιστική κατάσταση. Φώναζε, δήλωνε με κάθε δυνατό τρόπο ότι έχει άλλοθι. Και το άλλοθί της ήταν η εκδρομή με το Λευτέρη. Μέσω του δικηγόρου της αναφέρθηκε στο ότι ναι, επισκέφτηκε ώρες νωρίτερα τον πρύτανη αλλά την ώρα της επίθεσης ήταν σε άλλο τόπο με άλλον άνθρωπο.
…
“Λοιπόν, άκουσέ με καλά τι θα σου πω…”, η φωνή του πατέρα του Λευτέρη ήταν απόλυτη, ωμή και κυνική, “...ήσουν μ’ αυτήν… θα σε μεταχειριστεί σαν άλλοθι…”
“Μα ήμασταν μαζί πατέρα...δεν λέει ψέματα”
“Πάψε ηλίθιε. Αν παραδεχτείς ότι ήσουν μαζί της, καταλαβαίνεις τι ακολουθεί ύστερα; Η Λένα; Οι δικοί της, ο πατέρας της ο Δεπόντης; Θα τα τινάξεις όλα στον αέρα;…”
“Πατέρα η Δήμητρα κινδυνεύει, αν δεν μιλήσω είναι σε δύσκολη κατάσταση…”
“Αν μιλήσεις, τα σχέδια σου ξέχασέ τα! Θα τρέχεις σε κανένα ρημαδότοπο για το αγροτικό σου και μετά τρέχα γύρευε. Ο πεθερός μου όμως τα έχει όλα εξασφαλισμένα… είναι η μεγάλη σου ευκαιρία…”
Όλα κρίθηκαν στην κατ΄αντιπαράσταση κατάθεση του Λευτέρη με τη Δήμητρα. Ήταν απέναντί του. Δεν ήταν δυο τους όπως στις προσωπικές τους στιγμές. Τώρα δίπλα τους έστεκαν δικηγόροι και αστυνομικοί. Ο αστυνόμος σηκώθηκε από την καρέκλα. Η Δήμητρα έσφιξε τα χέρια της, γύρισε το βλέμμα στον Λευτέρη, περίμενε μια λέξη, ένα νεύμα, κάτι. Εκείνος απέφευγε ακόμα και να την κοιτάξει. Η απάντησή του ήρθε σαν τον άγγελο της κόλασης από τα σκοτάδια της.
“Όχι δεν ήμασταν μαζί, έμεινα στο σπίτι με την οικογένειά μου”
“Μπορείτε να το βεβαιώσετε αυτό;” ρώτησε εκ νέου ο αστυνομικός.
“Ναι εκτός από τους γονείς μου είχαμε επίσκεψη και την οικογένεια Δεπόντη, οικογενειακούς φίλους” απάντησε δεύτερη φορά με φωνή που έτρεμε.
Η σιωπή που ακολούθησε ήταν βαρύτερη από κάθε κατηγορία. Η κοπέλα ένιωσε το αίμα να παγώνει στις φλέβες της. Ολόγυρά της, το δωμάτιο στένευε, σαν να την έσπρωχναν οι τοίχοι. Η απόγνωσή της έγινε κραυγή που παραμόρφωσε το μακρόσυρτο “γιατί”, που έβγαινε από το στόμα της. Ένα μεταλλικό κλικ από τις χειροπέδες, σφράγισε την ύβρη. Κι ύστερα, η έξοδός της σχεδόν βίαιη προς την πόρτα να ουρλιάζει για μια αλήθεια που την έχανε με βρώμικο τρόπο, χωρίς να ξέρει το γιατί. Ο Λευτέρης Χατζηγιώργος έμεινε πίσω. Με το δικηγόρο του αλλά στην ουσία μόνος. Το πρόσωπό του, μισό στο φως και μισό στη σκιά, έμοιαζε με μάσκα που δεν ήθελε να φορέσει, αλλά δεν θα μπορούσε ποτέ στη ζωή του πια να βγάλει.
Έτσι, με ένα ψέμα, σφραγίστηκε το μέλλον της Δήμητρας Ρούσσου, από τα 19 της χρόνια. Η θέση της πήρε χαρακτηριστικά καταδίκης καθώς ο πρύτανης έχασε τη μάχη για τη ζωή του καταλήγοντας στα τραύματά του. Έτσι οι κατηγορίες πήραν απόλυτα κακουργηματικό χαρακτήρα με βαρύτατους όρους και πρόθεση. Όλα έγιναν σκοτάδι σε λίγες μόνο μέρες. Δεν είχε πια τίποτα δικό της, μήτε τον άντρα που αγάπησε, μήτε το αγαπημένο της κασετόφωνο, που έμενε πλέον χωρίς εκείνη, μόνο σε κάποια γωνιά του σπιτιού της, θαμμένο μαζί με τα όνειρα για τη δική της ζωή.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου