H ζωή είναι δώρο. Σαν ένα σπιτικό ηδύποτο σε ακριβό σκαλιστό ποτηράκι, γεμάτο γεύσεις

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2025

"''Επαινος" / Μέρος 5ο: Έπαινος-τελευταίο (Δικτυακό δρώμενο: "Μια ιδέα-μια έμπνευση #4)

    Έπαινος


Η εικόνα έχει δημιουργηθεί με πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης






Σύνδεση με τα προηγούμενα: Ο καθηγητής, μεγαλογιατρός Λευτέρης Χατζηγιώργος, κλείνει την πολύχρονη ιατρική του καριέρα με μια τιμητική επετειακή εκδήλωση στο μεγάλο ιατρικό νοσοκομείο, που δουλεύει. Λίγες μέρες πριν, στο ιδιωτικό του ιατρείο, θα φτάσει ένα παράξενο δέμα. Ένα παλιό κασετόφωνο και μια κασέτα με ένα ιδιαίτερο μήνυμα.
Με έντονο σοκ θα διαπιστώσει ότι το κασετόφωνο αυτό και η νεαρή γυναικεία φωνή, ανήκουν στη Δήμητρα Ρούσσου, με την οποία το 1984, είχαν ερωτική σχέση. Εκείνη φοιτήτρια της ιατρικής, εκείνος τελειόφητος. Τα τραγικά γεγονότα εκείνου του καλοκαιριού θα ζωντανέψουν εκ νέου στη μνήμη του. Η διήμερη εκδρομή τους στην Ερμιόνη, δίνει τη θέση της στη σύλληψή της με την κατηγορία της συμμετοχής της στην ομάδα που επιτέθηκε στον πρύτανη της σχολής προκαλώντας του θανατηφόρες σωματικές κακώσεις. 
Ο Χατζηγιώργος, με την ασφυκτική πίεση της οικογένειάς του, θα αρνηθεί να επιβεβαίωσει το άλλοθι, που αποδεικνύει την αθωότητά της, οδηγώντας την στην καταστροφή.
Θα μάθει ότι η Δήμητρα Ρούσσου, έμεινε δέκα χρόνια στη φυλακή έχοντας αποφυλακιστεί με καλή διαγωγή. Επίσης θα μάθει ο σβησμένος ήχος που ακούγεται στην κασέτα είναι ένα παλίο αγαπημένο τους τραγούδι των Pink Floyd.
Μια μέρα πριν τη μεγάλη εκδήλωση της βράβευσής του, θα δεχτεί στο ιατρείο του, την επίσκεψη ενός άντρα, ο οποίος θα ανοίξει την καταιγίδα των αποκαλύψεων για τη νεαρή εκείνη κοπέλα, που είχε τότε προδώσει και εγκαταλείψει. Και οι αποκαλύψεις θα αφορούν κάθε πτυχή αυτής της διαδρομής της. Όλα αυτά λίγο πριν τη μεγάλη εκδήλωση.

Μέρος 5ο:  Έπαινος-τελευταίο

Το μεγάλο ιδιωτικό νοσοκομείο ζούσε στο ρυθμό και στο κλίμα της μεγάλης εκδήλωσης. Ο Λευτέρης Χατζηγιώργος ήταν γιατρός με ευρύτατη καταξίωση στο χώρο της ιδιωτικής ιατρικής και το όνομά του ήταν τυλιγμένο με μεγάλη φήμη και αναγνωρισιμότητα. Μάλιστα η ίδια η πορεία του νοσοκομείου ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τον ίδιο καθώς αυτός ήταν που χειρίζονταν και την ιατρική διεύθυνση.

Η είδηση της επίσημης πλέον αποχώρησής του από εκεί είχε προκαλέσει μεγάλο ενδιαφέρον σε ευρύτερο κύκλο, επιστημονικό αλλά και διοικητικό. Επίσης είχε προκαλέσει και ανάλογη συγκίνηση καθώς τα χρόνια ήταν πολλά.

Στην εκδήλωση ήταν παρόντες πρόσωπα από τον επιχειρηματικό χώρο, διευθυντικά ανώτερα στελέχη εταιρειών, τραπεζίτες, πολλοί γνωστοί γιατροί, κάποιοι διπλωμάτες και διάφοροι πολιτικοί. Φυσικά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν θα μπορούσαν να μην καλύψουν την εκδήλωση με αρκετούς ρεπόρτερ και συνεργεία.

Όλα ήταν έτοιμα. Από νωρίς το πρωί οι ρυθμοί ανέβαιναν καθώς η εκδήλωση ήταν προγραμματισμένη να ξεκινήσει στις 11 το πρωί. Τον Χατζηγιώργο συνόδευαν, η σύζυγός του και τα δυο του παιδιά. Έλαμπαν πραγματικά δίπλα του. 

Εκείνος; Εκείνος ήταν με την οικογένειά του και συνεργάτες στο φουαγιέ του νοσοκομείου. Ένας καφές και ένα καλό πρόγευμα ήταν αναγκαία. Έδειχνε λαμπερός, ομιλητικός, ανοιχτός και φυσικά εκδηλωτικός. Θα έπρεπε κάποιος να τον παρατηρήσει πάρα μα πάρα πολύ καλά για να προσέξει μια μικρή φλέβα που τρεμόπαιζε στο δεξιό του κρόταφο. Η γυναίκα του τον είχε παρατηρήσει το πρωί με κόκκινο πρόσωπο, ο ίδιος το είχε αποδώσει στο άγχος και καλού-κακού είχε πάρει ένα χάπι για την πίεση. Επίσης ένιωθε και ένα μικρό τρέμουλο ανεπαίσθητο στο δείκτη του δεξιού χεριού.  

Στο μυαλό και στα αυτιά του ηχούσαν τα λόγια του Ανδρέα, του τελευταίου επισκέπτη της χθεσινής μέρας στο ιατρείο του: “Καλή επιτυχία αύριο, γιατρέ και κάθε ευτυχία στη ζωή σας…”. 

Καλή επιτυχία… οι λέξεις ηχούσαν σαν σφυριά στο κεφάλι του ερχόμενες λες από εκείνο το μακρινό παρελθόν. Και κάπου στο βάθος σχηματιζόταν η μορφή της. Προσπαθούσε σκληρά να την φανταστεί πώς θα μπορούσε να είναι σήμερα. Ο άντρας αυτός του είχε πει ότι ήταν σε προχωρημένο στάδιο καρκίνου. Άξαφνα είδε, σαν όραμα, στο ανακριτικό γραφείο, τον εαυτό του να λέει στους αστυνομικούς ότι δεν ήταν μαζί της εκείνη τη μοιραία βραδιά, ότι δεν είχαν συναντηθεί καν. Είδε ξανά μπροστά του ολοζώντανα εκείνο το βλέμμα της, γεμάτο απόγνωση, τρόμο και απορία. Μια τεράστια απελπισία. Ένα πελώριο “γιατί”, που ήρθε τώρα, είκοσι ένα χρόνια μετά να θεριέψει μέσα του, να τον πνίγει. Και ύστερα την είδε να φωνάζει, να κραυγάζει κοιτάζοντας απελπισμένα προς το μέρος του, την ώρα που την έσερναν οι αστυνομικοί πίσω στο κρατητήριο. Εκείνα τα μάτια… εκείνα τα μάτια και οι φωνές…

Ξαφνικά έκανε μια απότομη βίαιη κίνηση με το χέρι του. Το σερβίτσιο με τον καφέ μπροστά του, πετάχτηκε στο πάτωμα και έγινε χίλια κομμάτια.
“Λευτέρη τι έχεις;”
Η φωνή της γυναίκας του τον επανέφερε στην πραγματικότητα. Συνήλθε και είδε πολλά ζευγάρια μάτια των διπλανών του να τον κοιτούν με απορία. Ένας συνάδελφος φρόντισε να ρωτήσει:
“Λευτέρη, αισθάνεσαι καλά; Θέλεις κάτι;”
Τους κοίταξε όλους περιμετρικά και τελευταία τη γυναίκα του.
“Με συγχωρείτε, όχι, όχι, δεν είναι τίποτα! Λίγο η κούραση των ημερών, το τρακ της ημέρας, δεν είμαι και συνηθισμένος σε τέτοια… μη δίνετε σημασία…”
“Σε παρακαλώ, ηρέμησε! Δεν είσαι δα μαθητούδι να έχεις κάποιο τρακ…” τον ηρέμησε η γυναίκα του. Την ίδια στιγμή τους πλησίασε ένας  νεαρός άντρας.
“Είμαστε έτοιμοι, κύριε Χατζηγιώργο, ελάτε, ξεκινάμε, όλα είναι έτοιμα!”

Ναι, όλα ήταν έτοιμα, όπως πρέπει. Όπως άρμοζε στην επαγγελματική του διαδρομή. Τον περίμενε η τελευταία αναγνώριση. Ο δημόσιος έπαινος. Σηκώθηκε και άρχισε να βαδίζει στη μεγάλη αίθουσα εκδηλώσεων. Μπροστά του δύο κάμερες τηλεοπτικών συνεργείων ήταν ο προπομπός του. Δεξιά και αριστερά, χειροκροτήματα και επιδοκιμασία. Άνθρωποι με λαμπερά κοστούμια και τουαλέτες χαμογελούσαν ενθαρρυντικά. Πίσω του οι δικοί του άνθρωποι και δίπλα του τα διοικητικά στελέχη του νοσοκομείου και αρκετοί μεγαλομέτοχοι. Και οι συνάδελφοί του ήταν συγκινημένοι. Αποθέωση!

Βάδιζε σταθερά μπροστά μοιράζοντας ένα συγκρατημένο χαμόγελο. Όμως… όμως μέσα του όλο αυτό γιατί άραγε έμοιαζε σαν την οδό του μαρτυρίου και η όμορφη αίθουσα στο βάθος σαν έναν ιδιότυπο Γολγοθά;

“Με έθαψες στα βάθη της μνήμης σου, προσδοκώντας να με ξεχάσεις. Μην το κάνεις…” 

Η φωνή της μέσα από το μικρό κασετόφωνο, ήχησε στο μυαλό του και λες και τον απομόνωσε απόλυτα από όλον αυτόν το λαμπερό κόσμο ολόγυρά του. Ένιωσε να φουντώνει από μέσα του. 

“Τώρα πια δεν έχεις τον καιρό που πάντα αποζητούσες…” 

Την άκουσε ξανά λες και ήταν δίπλα του, λες και τον κρατούσε από το χέρι εκεί δίπλα του για να τον οδηγήσει στο χώρο της τιμής του. Στο βωμό της τιμής ή σε κάποιο ικρίωμα; Και προσπαθούσε να καταλάβει, αχ πόσο ήθελε να καταλάβει!

Έφτασαν. Όλα έμοιαζαν μέσα του σαν πομπή, σαν εξώδειος ακολουθία. Στο θρίαμβό του. Η αίθουσα φωτιζόταν εκτυφλωτικά. Μπήκε μέσα. Κατάμεστη από εκατοντάδες καλεσμένους που κατέκλυσαν το χώρο καθιστοί και όρθιοι. Με την εμφάνισή του, χειροκροτήματα σκέπασαν τα πάντα και διέλυσαν τις εσωτερικές του αναζητήσεις ή τους εφιάλτες του. Με ένα νεύμα του χεριού του χαιρέτισε τον κόσμο. Παντού έβλεπε χαμογελαστά πρόσωπα και μικρές κραυγές αποθέωσης. Έκατσε στο κεντρικό υπερυψωμένο βήμα. Η διάθεσή του ανέβηκε. Ο πρόεδρος του νοσοκομείου και μεγαλομέτοχος, σηκώθηκε μαζί με όλους για να τον υποδεχτούν. Όλα ήταν έτοιμα λοιπόν. Ξεκίνησε το διοικητικό στέλεχος την παρουσίαση και συνάμα το χαιρετισμό του στο Λευτέρη Χατζηγιώργο. Και μετά θα μιλούσε εκπρόσωπος του ιατρικού δυναμικού, οι συνάδελφοί του και στο τέλος εκείνος. Τα λόγια έρρεαν σαν χρυσό ποτάμι. Ύμνοι για την αρετή του, την επιστημονική του κατάρτιση, τη διαδρομή του, την ανιδιοτέλειά του. Το πώς ξεκίνησε στο νοσοκομείο, σαν ένας ταπεινός γιατρός και πώς εξελίχτηκε. 

Και εκείνος καθόταν στο κέντρο, σφιγμένος, κλειδωμένος, μα με το χαμόγελο καρφωμένο στα χείλη. Πώς ξεκίνησε στο νοσοκομείο… πάλι εκείνα τα χρόνια επέστρεψαν μπροστά του, λες και όλα κυλούσαν γύρω από μια δίνη του χρόνου, που εστίαζε εκεί, στο 1984. Πώς ξεκίνησε στο νοσοκομείο. Την πρώτη μέρα που ο μελλοντικός πεθερός του τον σύστησε στη διοίκηση για να ξεκινήσει η πρόσληψή του, απαλλαγμένος από το βάρος “εκείνης της θλιβερής ιστορίας”, που αποτελούσε βαρίδι στη λαμπερή του καριέρα. 

Η ομιλία του προέδρου τελείωσε μέσα σε χειροκροτήματα.

“Έτσι, σαν ελάχιστο φόρο τιμής στη μεγάλη αυτή διαδρομή και προσφορά, εμείς όλοι, η διοίκηση, το προσωπικό, οι συνάδελφοι, δίνουμε αυτόν εδώ το μικρό συμβολικό έπαινο στο Λευτέρη Χατζηγιώργο, ένα ταπεινό αναμνηστικό για όλα όσα προσέφερε…”

Μια όμορφη κορνίζα περίτεχνη μπήκε στα χέρια του ομιλητή έτοιμη να δοθεί στον εκλεκτό της εκδήλωσης.

 Ο Χατζηγιώργος σηκώθηκε από σεβασμό να τον ευχαριστήσει αλλά αν τον ρωτούσε κάποιος, “τι είπε”, δεν θα ήξερε να πει γιατί το μυαλό του ταξίδευε πίσω σε εκείνα τα χρόνια. Είδε την κορνίζα στα χέρια του και την ένιωσε σαν πλάκα ασήκωτη. Μην ήταν άραγε μια ταφόπλακα;  Έκατσε πάλι στη θέση του καθώς ήταν η σειρά του διευθυντή του ιατρικού προσωπικού του νοσοκομείου να τον χαιρετίσει. Ο σεβάσμιος συνάδελφός του. Επιτυχημένος μεγαλογιατρός με όλα εκείνα τα μέγιστα προνόμια που συνοδεύουν ανάλογες περιπτώσεις. Ο διευθυντής ξεκίνησε την ομιλία του πλέκοντας το εγκώμιο του Χατζηγιώργου. Ένας ακόμα…

“Εκανες την ιατρική εργαλείο του ανθρωπισμού σου… Λευτέρη Χατζηγιώργο…” ήχησαν τα λόγια του ομιλητή σαν τις καμπάνες της εκκλησιάς. “Έβαλες σε δεύτερη μοίρα κάθε προσωπικό σου όφελος… ενάντια σε κάθε συμφέρον…” ακούστηκε και οι καμπάνες δυνάμωσαν μέσα στο κεφάλι του. “Θυσίασες τις δικές σου στιγμές, στάθηκες πάντα δίπλα σε κάθε άνθρωπο που είχε την ανάγκη σου…” είπε ο ομιλητής και οι πρώτες σταγόνες ιδρώτα σχηματίστηκαν στο μέτωπό του.

“Δίπλα σε κάθε άνθρωπο που είχε την ανάγκη σου…” σκέφτηκε και αυτή η φράση πόσο παράξενα ήχησε μέσα του. Τόσο παράξενα, που του ήρθε να χαμογελάσει πικρά, φαρμακερά. Μετά του προξένησε φόβο, ναι έναν αλλόκοτο φόβο. Πάλι τα λόγια του ομιλητή. “Αυτός ο έπαινος είναι μικρός μπροστά στην αλήθεια που υπηρέτησες γιατρέ Χατζηγιώργο…” είπε με στόμφο ο συνάδελφός του από το βήμα και στο μυαλό του, για κάποιο άγνωστο λόγο, ήρθαν τα λόγια εκείνης στην κασέτα, “...σου μένουν μόνο λίγες μέρες…”, χωρίς να μπορέσει να δώσει μια αιτία.

Η ομιλία του συναδέλφου τελείωσε μέσα σε χειροκροτήματα. Ήταν η σειρά του! Η δική του ώρα! Η ομιλία του, ο αποχαιρετισμός του, ο θρίαμβος. Σηκώθηκε από τη θέση του και πήγε στο κεντρικό βήμα. Ήταν έτοιμος. Εκατοντάδες ζευγάρια χέρια είχαν σηκωθεί να τον χειροκροτήσουν, χαμόγελα, επιδοκιμασίες. Ένας ολάκερος κόσμος, ο ...δικός του κόσμος. Οι άνθρωποι που τον πίστεψαν, οι ακόλουθοί του. 

Ήπιε λίγο νερό να νιώσει καλύτερα. Και τότε, μια μικρή αναστάτωση έγινε αισθητή στην είσοδο της μεγάλης αίθουσας απέναντι. Κάποιοι παραμέρισαν ευγενικά. Τα κεφάλια γύρισαν λόγω ενός θορύβου. Στον κεντρικό διάδρομο κάτι γινόταν. Σε λίγο εν μέσω εκνευρισμού, ξεχώρισε ένας ώριμος άντρας, που μπήκε αργά σπρώχνοντας ένα αναπηρικό αμαξίδιο. Επάνω του ήταν μια ώριμη γυναίκα γύρω στα εξήντα. Χλωμή, καταβεβλημένη, σχεδόν διάφανη, με τις παροχές οξυγόνου στο πρόσωπο. Τα μάτια της σιωπηρά αλλά καρφωμένα ευθεία μπροστά στο τιμώμενο πρόσωπο.

Ο Λευτέρης Χατζηγιώργος, όρθιος, ένιωσε ένα ηλεκτρικό ρεύμα να τον διαπερνά σύγκορμο. Μια φωτιά τύλιξε το κεφάλι του εσωτερικά. Ήταν εκείνη; Η Δήμητρα Ρούσσου… ή μάλλον αυτό που έμεινε πλέον από τη Δήμητρα Ρούσσου, απέναντί του, τον κοιτούσε σιωπηρή ίσια στα μάτια. Και πίσω της ο Ανδρέας, οδηγός στο αμαξίδιό της. Ανέκφραστος, σιωπηρός. Ναι δεν μπορεί να έπαιζαν μαζί του, αυτή πρέπει να ήταν διάολε.

Οι λέξεις στέρεψαν στο λαιμό του. Απότομα μια βαριά σιωπή απλώθηκε στην αίθουσα. Σαν κάποιος διακόπτης να έκλεισε τον ήχο. Ένα κύμα ψιθύρων άρχισε να φουσκώνει. Ο Χατζηγιώργος πάγωσε. Το βλέμμα του συναντήθηκε με το δικό της. Τα μάτια της. Αυτά τα μάτια της ύστερα από είκοσι ένα χρόνια. Ναι, αυτά ήταν τα δικά της μάτια! Δύο πρόσωπα διαφορετικά. Ένα νεανικό και ένα γερασμένο στο κατώφλι του θανάτου. Όμως το ίδιο βλέμμα. Τότε ήταν βλέμμα της απόγνωσης τώρα ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό. Βλέμμα αποκάλυψης, αλήθειας, κάθαρσης. Τα χέρια του τρεμόπαιξαν σαν να γύρευαν κάτι να κρατηθούν. 

Η Δήμητρα Ρούσσου δεν μίλησε. Δεν χρειάστηκε. Το πρόσωπό της, ή ίδια της η παρουσία ήταν μια κραυγή που έσπασε τα πολυτελή κρύσταλλα της πλούσιας αίθουσας. Λες και τα έκανε χίλια κομμάτια ολόγυρα και τα σκόρπισε παντού ανάμεσα στα πολυτελή κοστούμια, στις τουαλέτες, στις γραβάτες και στα φλας των φωτογράφων. Ήταν η ίδια μια αλήθεια ολάκερη μπροστά στα μάτια του. Τα φλας των περίεργων φωτογράφων έπεσαν πάνω της. Κι εκεί, μπροστά σε όλους, ο χρόνος σταμάτησε, η αίγλη κατέρρεε, κι ένας άνθρωπος έμενε γυμνός απέναντι στην ίδια του τη σκιά. Ο μεγαλογιατρός Λευτέρης Χατζηγιώργος, συνειδητοποίησε τα λόγια της όπως βγήκαν από την κασέτα στο κασετοφωνάκι της. Σου μένουν μόνο λίγες μέρες…

Τότε κατάλαβε…
Και πλέον το βλέμμα του, που συνεχώς γινόταν όλο και πιο θολό δεν μπορούσε να δει καθαρά τους ανθρώπους της ασφάλειας του νοσοκομείου να σπεύδουν να βγάλουν έξω τους παρείσακτους επισκέπτες. Λίγο πριν το απόλυτο μαύρο απλωθεί στα μάτια του μπροστά μόλις που κατάφερε να δει το τελευταίο βλέμμα της Δήμητρας Ρούσσου, που γύρισε από το αμαξίδιό της προς τα πίσω να συναντήσει το δικό του, την ώρα που την έσπρωχναν βίαια στην έξοδο.  Ένα βλέμμα άδειο, παγωμένο, ακίνητο. 

Και τότε θυμήθηκε εκείνους τους στίχους του τραγουδιού της κασέτας:

“And you run and you run, to catch up with the sun but it’s sinking….”

“Και τρέχεις, τρέχεις να προλάβεις τον ήλιο, αλλά αυτός βουλιάζει,
γυρίζοντας ολόγυρα για να ‘ρθει πίσω σου πάλι ξανά.
Ο ήλιος είναι πάντα ο ίδιος, στη συνηθισμένη του πορεία, αλλά εσύ είσαι πιο γέρος,
με λιγότερες ανάσες και μια μέρα πιο κοντά στο θάνατο…”

Και εκεί, την ώρα που όλα πάγωσαν και όλα τα βλέμματα ήταν καρφωμένα πάνω του, ένιωσε τα χείλη του να τρέμουν. Ήθελε να σηκώσει το χέρι του σαν νεύμα σε εκείνη, μόλις που το κατάφερε και μέσα από τα βάθη της καρδιάς του, γλίστρησε μια λέξη που δεν ακούστηκε ποτέ, μα χάθηκε στον αέρα, σβησμένη: “Συγγνώμη”

ΤΕΛΟΣ



Φτάσαμε λοιπόν στο τέλος. Το παραπάνω διήγημα ήταν η προσωπική μου συμμετοχή στο δικτυακό μας λογοτεχνικό δρώμενο:

"Μια ιδέα-μια έμπνευση" 4ος κύκλος


Κεντρική ιδέα της πλοκής

Ένα πρωινό, λαμβάνετε έναν φάκελο χωρίς αποστολέα. Μέσα υπάρχει μόνο ένα παλιό κασετόφωνο χειρός και μια κασέτα. Πατάτε το play.

Η φωνή μιας γυναίκας ακούγεται καθαρά:

«Ξέρω ότι με θυμάσαι. Ίσως προσπαθείς να με ξεχάσεις. Μην το κάνεις. Σου μένουν μόνο λίγες μέρες.

Δεν λέει το όνομά της. Δεν εξηγεί τίποτε περισσότερο. Η φωνή της είναι ήρεμη, σχεδόν υπνωτιστική. Μα τα λόγια της κουβαλούν κάτι παράξενο: μια απειλή, ή μια κραυγή από το παρελθόν;

Το μυαλό σας αρχίζει να αναζητά. Ποια μπορεί να είναι; Από πού σας ξέρει; Τι εννοεί με τις λίγες μέρες; Μήπως κάποτε την πληγώσατε; Μήπως εσείς την εγκαταλείψατε; Ή μήπως ζητά τη βοήθειά σας;

Ξανακούτε την κασέτα. Στη δεύτερη ακρόαση, κάτι αλλάζει. Μια λέξη, μια αναπνοή, ένας ψίθυρος που δεν είχατε προσέξει πριν. Μια μελωδία ναι, με τον ήχο να αργοσβήνει. Ίσως ένα στοιχείο επί πλέον.

Η φωνή της επιμένει μέσα σας. Και τώρα, η αναμέτρηση αρχίζει. Πρέπει να τη βρείτε. Ή να ξεφύγετε.

Τι σας ενώνει; Τι σας χωρίζει; Ποιος πληγώθηκε και ποιος φεύγει τελευταίος;




Για μια ακόμα φορά, φίλες και φίλοι, αναγνώστες και επισκέπτες, θέλω να σας ευχαριστώ, για τον πολύτιμο χρόνο σας και σε αυτό μου το έργο. Σας ευχαριστώ, που πάντα είστε εδώ με την παρουσία και τη συμμετοχή σας

Υ.Γ. Το συγκεκριμένο τραγούδι, είναι δημιούργημα του λατρεμένου μου Βρετανικού γκρουπ της προοδευτικής ροκ σκηνής, Pink Floyd. Περιέχεται στο θρυλικό άλμπουμ "The dark side of the moon". Ηχογραφήθηκε στις 24/3/1973 στο Λονδίνο. Θεωρείται ένα από τα πλέον δημοφιλή μουσικά έργα στο σύγχρονο κόσμο. Έχει πουλήσει 45 εκατομύρια αντίτυπα σε όλον τον κόσμο, μένοντας για 15 χρόνια στη λίστα με τα καλύτερα 100 τραγούδια του Billboard. Το άλμπουμ αναφέρεται στην πίεση της καταναλωτικής ζωής, τα πρότυπα, την απανθρωπιά του καπιταλισμού, την εξώθηση του ανθρώπου στη τρέλα και στην αλλοίωση. Την παρακμή των ανθρώπων, το θάνατο, τον πόλεμο και την απληστία. Το τραγούδι "Time" έχει σημείο αναφοράς τη σχέση του σύγχρονου ανθρώπου με το χρόνο και την υπόμνηση του πόσο ασήμαντοι είμαστε μέσα σε αυτόν. Οι στίχοι είναι του μεγάλου μουσικού και ακτιβιστή ROGER WATERS (γνωστού πρόσφατα για τη μαχητική του στάση τόσο ενάντια στα μνημόνια που φορτώθηκαν στον Ελληνικό λαό όσο και για τη γενοκτονία στην Παλαιστίνη).



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου