H ζωή είναι δώρο. Σαν ένα σπιτικό ηδύποτο σε ακριβό σκαλιστό ποτηράκι, γεμάτο γεύσεις

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2025

"''Επαινος" / Μέρος 4ο: Ο τελευταίος πελάτης (Δικτυακό δρώμενο: "Μια ιδέα-μια έμπνευση #4)

   Έπαινος


Η εικόνα έχει δημιουργηθεί με πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης





Σύνδεση με τα προηγούμενα: Ο καθηγητής, μεγαλογιατρός Λευτέρης Χατζηγιώργος, κλείνει την πολύχρονη ιατρική του καριέρα με μια τιμητική επετειακή εκδήλωση στο μεγάλο ιατρικό νοσοκομείο, που δουλεύει. Λίγες μέρες πριν, στο ιδιωτικό του ιατρείο, θα φτάσει ένα παράξενο δέμα. Ένα παλιό κασετόφωνο και μια κασέτα με ένα ιδιαίτερο μήνυμα.
Με έντονο σοκ θα διαπιστώσει ότι το κασετόφωνο αυτό και η νεαρή γυναικεία φωνή, ανήκουν στη Δήμητρα Ρούσσου, με την οποία το 1984, είχαν ερωτική σχέση. Εκείνη φοιτήτρια της ιατρικής, εκείνος τελειόφητος. Τα τραγικά γεγονότα εκείνου του καλοκαιριού θα ζωντανέψουν εκ νέου στη μνήμη του. Η διήμερη εκδρομή τους στην Ερμιόνη, δίνει τη θέση της στη σύλληψή της με την κατηγορία της συμμετοχής της στην ομάδα που επιτέθηκε στον πρύτανη της σχολής προκαλώντας του θανατηφόρες σωματικές κακώσεις. 
Ο Χατζηγιώργος, με την ασφυκτική πίεση της οικογένειάς του, θα αρνηθεί να επιβεβαίωσει το άλλοθι, που αποδεικνύει την αθωότητά της, οδηγώντας την στην καταστροφή.
Θα μάθει ότι η Δήμητρα Ρούσσου, έμεινε δέκα χρόνια στη φυλακή έχοντας αποφυλακιστεί με καλή διαγωγή. Επίσης θα μάθει ο σβησμένος ήχος που ακούγεται στην κασέτα είναι ένα παλίο αγαπημένο τους τραγούδι των Pink Floyd.

Μέρος 4ο:  O τελευταίος πελάτης

Οι μέρες είχαν πια περάσει. Ήταν Παρασκευή και το Σάββατο ήταν η μεγάλη μέρα για εκείνον. Η μέρα της δικής του εξόδου. Του κλεισίματος μιας πολύ μεγάλης διαδρομής. Ήθελε πάρα πολύ να κινηθεί, να μάθει περισσότερα πράγματα για εκείνη. Η ενημέρωση που του έδωσε ο Πέτρος, έφτανε μέχρι το 2016 και την εκδήλωση για τις συνθήκες των φυλακών. Μετά; Μέχρι σήμερα μεσολαβούσαν εννέα ολάκερα χρόνια. Δεν είχε χρόνο! Για πρώτη φορά στη ζωή του συνειδητοποίησε ότι ο χρόνος έκλεινε ολόγυρά του με δραματικό μοτίβο. Το τραγούδι.

Από το νοσοκομείο θα σταματούσε αλλά είχε αποφασίσει να κρατήσει τη λειτουργία του προσωπικού ιδιωτικού του ιατρείου, τουλάχιστον μέχρι το τέλος αυτής της χρονιάς και μετά θα αποφάσιζε οριστικά. Οπότε τα προγραμματισμένα του ραντεβού συνέχιζαν να πραγματοποιούνται. 

Είχε κρατήσει λίγα για αυτήν την Παρασκευή το απόγευμα. Δεν ήθελε μεγάλη επιβάρυνση εν όψει του Σαββάτου. Ήδη τα τελευταία γεγονότα τον έκαναν να νιώθει πολύ κουρασμένος. Η ώρα είχε περάσει τις 8:30 όταν έφυγε και το τελευταίο του ραντεβού από το ιατρείο. Ξέσφιξε λίγο τη γραβάτα του να νιώσει πιο χαλαρά και έκατσε στην πολυθρόνα πιο άνετα. Η είσοδος της γραμματέας του στο γραφείο του τον επανέφερε:
“Κύριε Χατζηγιώργο”
“Τι συμβαίνει Βίκυ;”
“Είναι ένας κύριος έξω και ζητάει να σας δει…”
“Έχουμε ραντεβού;”
“Όχι…”
“Τότε;”
“Ζητάει να σας δει ιδιαιτέρως…”
“Δεν καταλαβαίνω Βίκυ…”
“Γιατρέ… νομίζω… θέλω να πω… είναι ο άνθρωπος που έφερε στο γραφείο, εκείνο το δέμα προ ημερών…”

Ο Χατζηγιώργος ένιωσε να τον διαπερνά κάτι σαν ηλεκτρικό ρεύμα. Σηκώθηκε απότομα από το γραφείο του χλωμός.
“Πες του να περάσει, Βίκυ! Και σε παρακαλώ άφησέ με μόνο μαζί του, μπορείς να φύγεις, άλλωστε αύριο έχουμε δύσκολη μέρα…”
“Κύριε Χατζηγιώργο, είστε σίγουρος, δεν δείχνετε καλά, να μείνω, δεν θα σας ενοχλήσω…”
“Πήγαινε παιδί μου, δεν έχω τίποτα”
Η Βίκυ πέρασε τον άγνωστο άντρα στο γραφείο του γιατρού, εκείνος της έκανε ένα νόημα να αποχωρήσει.

Ο Χατζηγιώργος είχε μπροστά του έναν άντρα περίπου 55 ετών. Τα λευκά του μαλλιά του έδιναν ένα κύρος όπως και η έκφραση στο πρόσωπό του.
“Ο κύριος Χατζηγιώργος υποθέτω…” ήταν εκείνος που ξεκίνησε την κουβέντα. Έστεκε όρθιος μπροστά από το γραφείο του σε ικανή απόσταση.
“Ο ίδιος… είχαμε κάποιο ραντεβού;”
“Για την ιδιότητά σας, ως γιατρού όχι!” απάντησε εκείνος κοφτά.
“Τι αφορά η επίσκεψή σας λοιπόν;” ήξερε την απάντηση ο γιατρός αλλά ήθελε να βεβαιωθεί πριν προχωρήσει.
“Είμαι ο άνθρωπος που σας έφερε το δέμα!” 

“Αυτός ήταν λοιπόν”, σκέφτηκε από μέσα του. Ένιωσε τους παλμούς του να ανεβαίνουν. Ήξερε ότι έφτανε η ώρα να δοθούν απαντήσεις σε αυτήν την ιστορία. Απάντησε ψύχραιμα και ευγενικά:
“Καθίστε παρακαλώ…” του έδειξε την πολυθρόνα μπροστά του. Έκατσαν αμοιβαία και οι δύο. Τετ α τετ. Πρόσωπο με πρόσωπο.
“Θεωρώ ότι πήρατε το δέμα και γίνατε γνώστης του περιεχομένου του” ρώτησε εκείνος.
“Μπορώ να μάθω με ποιον μιλώ… ρωτάω καταλαβαίνετε…”
“Ανδρέας, κ. Χατζηγιώργο. Για την ...οικονομία της κουβέντας μας αν και δεν έχει σημασία, λοιπόν, δεν μου απαντήσατε, να θεωρήσω ότι είδατε το περιεχόμενο του δέματος…”
“Ναι το είδα…”
“Άρα ξέρετε για ποιο πρόσωπο μιλάμε”
Ο Χατζηγιώργος σκέφτηκε ότι ήταν μάταιο να μιλάει με υπεκφυγές. Ο άνθρωπος μπροστά του ήταν ενήμερος. Συνεπώς έπρεπε να ανοιχτεί.
“Τι σχέση έχετε μαζί της;”
Ο Ανδρέας έκανε έναν μορφασμό με αρκετή δόση θλίψης.
“Ας πούμε ότι περπάτησα μαζί της χρόνια ολάκερα κ. Χατζηγιώργο, πολλά περισσότερα από ότι εσείς”
“Ξέρει!” σκέφτηκε ο Χατζηγιώργος, δείχνει να ξέρει για μας.
“Να ρωτήσω αν έχετε κάποια άμεση σχέση μαζί της; Θέλω να πω γιατί το δέμα ήρθε σε μένα από τα δικά σας χέρια; Θα μπορούσε να το στείλει εκείνη”
“Πώς ξέρετε ότι είναι ζωντανή;”

Το ερώτημα αυτό ήρθε σαν χτύπημα στο κεφάλι του. Ήταν μια εκδοχή αλλά αν ίσχυε, τότε γιατί;
“Όχι δεν το ξέρω αλλά εύχομαι να ισχύει”
“Γιατρέ, μια καλή ερώτηση θα ήταν γιατί έφτασε στα χέρια σας αυτό το δέμα
“Να που επιτέλους συναντιέται η σκέψη μας κύριε Ανδρέα” απάντησε.
“Ήταν επιθυμία της να σας το στείλω. Βλέπετε εκείνη δεν σας ξέχασε ποτέ! Η μνήμη της κράτησε τις στιγμές σας, όσο και αν προσπαθήσατε να τις εξαφανίσετε, ίσως και την ίδια μαζί μ’ αυτές”
Ο Χατζηγιώργος τον διέκοψε: “Μιλάτε σαν να την εκπροσωπείτε, πείτε μου λοιπόν γιατί όχι η ίδια;”
“Είστε σίγουρος ότι θα μπορούσατε να σταθείτε απέναντι στην ίδια, γιατρέ; Ότι θα ήταν τώρα εδώ ακριβώς στη θέση μου και θα σας κοιτούσε ίσια στα μάτια μετά από 41 χρόνια από εκείνη τη μέρα;”
“Ποια μέρα εννοείτε;”
“Τη μέρα που την αρνηθήκατε! Που την ξεπουλήσατε για την ευτέλεια μιας πολυτελούς καριέρας και μιας ασφαλούς και εξαγορασμένης ζωής!”

Οι λέξεις έβγαιναν γροθιές κατά ριπάς στο πρόσωπο του Χατζηγιώργου. Προσπάθησε να αμυνθεί.
“Θα ήθελα να σας παρακαλέσω… θέλω να πω ήρθατε στο γραφείο μου να με βρίσετε; Δεν νομίζετε ότι πάει πολύ;”
Ο άλλος έγειρε μπροστά λίγο και τον κάρφωσε στα μάτια.
“Δεν ήρθα να σας βρίσω μήτε να σας απειλήσω κύριε Χατζηγιώργο. Την ύβρη την κουβαλάτε και την εκπροσωπείτε εσείς ο ίδιος!  Ήρθα να σας μιλήσω για εκείνη. Μου είπε να μην το κάνω, μου ζήτησε ότι όταν θα έφταναν οι μέρες να σας έστελνα μονάχα το δέμα και τίποτα άλλο. Όμως εγώ έκρινα ότι έπρεπε να σας μιλήσω για εκείνη! Για τη Δήμητρα Ρούσσου…”
“Είπατε ...όταν θα έφταναν οι μέρες… τι εννοείτε;”
“Κάθε πράγμα για να γίνει πρέπει να ωριμάσουν οι συνθήκες γι’ αυτό…”
“Άρα είναι ζωντανή”
Ο άλλος χαμογέλασε, “Η Δήμητρα Ρούσσου, γιατρέ πέθανε το 1985, όταν το δικαστήριο την έκλεισε στη φυλακή γιατί φορτώθηκε ένα έγκλημα, που δεν έκανε και το ξέρετε δα πολύ καλά ότι δεν το έκανε. Το ξέρατε και δεν κάνατε τίποτα για να τη γλιτώσετε από τη σκευωρία ή την πλάνη στην οποία την τύλιξαν…γιατί και στοχοποιημένη ήταν και ένας ακόμα βολικός ένοχος”
“Μια στιγμή…” πήγε να πει ο γιατρός.
“Δεν υπάρχει αυτή η στιγμή γιατρέ! Στα 19 της χρόνια σταμάτησαν τα όνειρα της Δήμητρας. Όνειρα που μοιράστηκε μαζί σας, με την αγάπη της για σας. Ήθελε να γίνει γιατρός σαν και σάς. Να προσφέρει όπως εσείς, να γιατρέψει όπως εσείς, να δώσει όπως εσείς. Η Δήμητρα ήθελε να γίνει γιατρός και όχι έμπορος σαν εσάς! Αλλά αυτά τα όνειρα ναυάγησαν σε μια εκδρομή στην Ερμιόνη, έτσι δεν είναι;”
“Πώς το ξέρετε;” ψέλλισε ο Χατζηγιώργος ενώ οι πρώτες σταγόνες ιδρώτα άρχισαν να σχηματίζονται στο μέτωπό του.
“Μοιράστηκε την ιστορία της ζωής της μαζί μου, βλέπετε. Έμεινε δέκα ολάκερα χρόνια στη φυλακή. Στα καλύτερά της χρόνια. Εκεί τη γνώρισα σαν κοινωνικός λειτουργός, εκπρόσωπος μιας οργάνωσης για τις συνθήκες κράτησης στις φυλακές. Από το 1992 τη γνώρισα και έκτοτε την ακολούθησα στη διαδρομή της ζωής της. Φυσικά καταστράφηκε. Την ώρα που εσείς εξαγοράζατε την ανήκουστη και βρώμικη σιωπή σας με ένα πλούσιο γάμο και μια εξασφαλισμένη θέση, εκείνη αποκλείστηκε από παντού. Τα όνειρα για την επιστήμη της θάφτηκαν σε αυτό το κασετοφωνάκι. Άλλαξαν τα πάντα. Σημαδεύτηκε ως συνεργός σε φόνο και δόλια επίθεση. Βρήκε κάποιες δουλειές για να βιοποριστεί με ταπεινή αξιοπρέπεια αλλά δεν έσκυψε το κεφάλι. Έγινε μέλος της οργάνωσής μας και πάλεψε χρόνια για μια πιο δίκαιη και ανθρώπινη φυλακή επαναφοράς των ανθρώπων στην κοινωνία. Μέχρι που τη βρήκε ο καρκίνος…”

Ο Χατζηγιώργος ύψωσε το κεφάλι προς το μέρος του, οι κρόταφοί του βούιζαν από την ένταση, ο Ανδρέας συνέχισε:
“Βλέπετε οι συνθήκες κράτησης, το συναισθηματικό σοκ, η απόγνωση, η απογοήτευση των πρώτων χρόνων μέχρι να γίνει συνειδητοποίηση, έσκαψαν την υγεία της. Αλλά και αυτή ακόμα την αρρώστια την αντιμετώπισε όρθια, με αξιοπρέπεια, με περηφάνια, με ένα χαμόγελο που δεν θα μπορέσετε να έχετε ποτέ, γιατρέ!”
“Τώρα… πώς είναι;…” ψιθύρισε ο Χατζηγιώργος. Ο άλλος συνέχισε σαν να αγνόησε την ερώτηση.
“Μού μίλησε τότε για σας, για την ιστορία σας και όταν ο καρκίνος τη σημάδεψε πλέον χωρίς επιστροφή, μου παρέδωσε το περιεχόμενο του δέματος που παραλάβατε και μού ζήτησε να σας το στείλω. Ούτε να σας εκβιάσω! Ούτε να σας απειλήσω, ούτε να διεκδικήσω το παραμικρό από εσάς!  Απλά λίγο πριν το τέλος… ήθελε να το παραλάβετε. Το κασετοφωνάκι της, όπως μου έλεγε. Το πιο αγαπημένο της αντικείμενο. Αυτό που σημάδεψε τη νιότη της. Μαζί με την κασέτα. Δεν ξέρω τι λέει η κασέτα, γιατρέ και δεν επέμενα να μάθω. Αφορά εσάς τους δύο…”

Ο γιατρός, με φωνή που έτρεμε, είπε: “Είναι ζωντανή;…. Τι μπορώ να κάνω;….”
Ο άλλος χαμογέλασε πικρά, “...Τι σημασία έχει, ζωντανή, νεκρή; Αυτό που σας είπα δεν αλλάζει. Να κάνετε τι; Είναι κάποια πράγματα που η ζωή δεν μας δίνει δεύτερη ευκαιρία κ. Χατζηγιώργο! Δεν είναι δυνατό να μας δώσει! Η στάση σας ήταν σαν τις σφαίρες. Όταν φύγουν από την κάνη του όπλου δεν έχουν επιστροφή, το μόνο που παρακαλάμε είναι να μην πετύχουν το στόχο τους…”

Σηκώθηκε όρθιος, το ίδιο και ο γιατρός, κάτωχρος πλέον:  “Θα μπορούσα να σας ρωτήσω γιατί το κάνατε αυτό κ. Χατζηγιώργο; Γιατί καταδικάσατε μια γυναίκα που σας αγαπούσε τόσο; Αλλά δεν θα το κάνω ησυχάστε! Δεν θα το κάνω γιατί τρομάζω στο τι μπορούσα να ακούσω ως δικαιολογία ή σιωπή, δεν θα την άντεχα αυτή τη σιωπή… Αύριο είναι μια μεγάλη μέρα για σας. Θα τιμηθείτε με έπαινο από το ιδιωτικό χρυσωρυχείο στο οποίο δουλεύετε χρόνια για την προσφορά σας στην ιατρική. Δεν ξέρω τι σημαίνει ιατρική για σας κ. Χατζηγιώργο. Το κασετόφωνο θα το κρατήσετε. Είναι επιθυμία της. Άλλωστε δεν έχει σημασία πια, έκλεισε και αυτό τον κύκλο του. Λοιπόν… σας αφήνω…”

Τον κοίταξε ίσια στα μάτια. “Καλή επιτυχία αύριο, γιατρέ και κάθε ευτυχία στη ζωή σας…”

Ο Ανδρέας χάθηκε πίσω από την πόρτα αφήνοντας πίσω του την ηχώ των τελευταίων του λέξεων.
Ο Χατζηγιώργος έμεινε ακίνητος για λίγο, με τα μάτια θολά, σαν να προσπαθούσε να ξαναπιάσει τον έλεγχο του κόσμου γύρω του. Έκανε δυο βήματα, μα τα γόνατά του λύγισαν. Άρπαξε την άκρη του γραφείου για να μην σωριαστεί. Με τρεμάμενα χέρια έψαξε το κασετοφωνάκι και το κράτησε σφιχτά στο στήθος του, σαν φυλαχτό. Η ανάσα του ήταν βαριά, κοφτή, σάμπως κάθε σφυγμός του να ήταν κι ένας λογαριασμός που ερχόταν απ’ τα παλιά. Ένιωσε για πρώτη φορά πως η αυριανή μέρα μπορεί να μην του ανήκει, να ήταν τόσο ξένη γι’ αυτόν.

Συνέχεια και το τέλος στο επόμενο κεφάλαιο

@@@@@@@@@@@@@@@

Το παραπάνω διήγημα είναι η προσωπική μου συμμετοχή στο δικτυακό μας λογοτεχνικό δρώμενο:

"Μια ιδέα-μια έμπνευση" 4ος κύκλος


Κεντρική ιδέα της πλοκής

Ένα πρωινό, λαμβάνετε έναν φάκελο χωρίς αποστολέα. Μέσα υπάρχει μόνο ένα παλιό κασετόφωνο χειρός και μια κασέτα. Πατάτε το play.

Η φωνή μιας γυναίκας ακούγεται καθαρά:

«Ξέρω ότι με θυμάσαι. Ίσως προσπαθείς να με ξεχάσεις. Μην το κάνεις. Σου μένουν μόνο λίγες μέρες.

Δεν λέει το όνομά της. Δεν εξηγεί τίποτε περισσότερο. Η φωνή της είναι ήρεμη, σχεδόν υπνωτιστική. Μα τα λόγια της κουβαλούν κάτι παράξενο: μια απειλή, ή μια κραυγή από το παρελθόν;

Το μυαλό σας αρχίζει να αναζητά. Ποια μπορεί να είναι; Από πού σας ξέρει; Τι εννοεί με τις λίγες μέρες; Μήπως κάποτε την πληγώσατε; Μήπως εσείς την εγκαταλείψατε; Ή μήπως ζητά τη βοήθειά σας;

Ξανακούτε την κασέτα. Στη δεύτερη ακρόαση, κάτι αλλάζει. Μια λέξη, μια αναπνοή, ένας ψίθυρος που δεν είχατε προσέξει πριν. Μια μελωδία ναι, με τον ήχο να αργοσβήνει. Ίσως ένα στοιχείο επί πλέον.

Η φωνή της επιμένει μέσα σας. Και τώρα, η αναμέτρηση αρχίζει. Πρέπει να τη βρείτε. Ή να ξεφύγετε.

Τι σας ενώνει; Τι σας χωρίζει; Ποιος πληγώθηκε και ποιος φεύγει τελευταίος;




Σας ευχαριστώ, που πάντα είστε εδώ με την παρουσία και τη συμμετοχή σας


4 σχόλια:

  1. Γιάννη μου, πόσο ωραία η συνέχεια σου.
    Και πόσο ενδιαφέροντες είναι οι διάλογοί σου.
    Ανυπομονώ να δω τη συνέχεια, αν είναι ζωντανή η ηρωίδα μας... κι αν είναι, τι θα του πει αλλά και τι θα της πει εκείνος, αν συναντηθούνε...
    Συγχαρητήρια για ακόμη μία φορά για την πλοκή και την δράση που μας χαρίζεις!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Προσπαθώ, Κική μου, να περάσω τα μηνύματά μου από το διήγημα σε ζητήματα, που αφορούν τη στάση ζωής μας. Χαίρομαι αν μπόρεσα να το καταφέρω και να σου αρέσει. Πάμε στην κορύφωση και στο κλείσιμο πλέον για να δούμε τι μπορεί να γίνει. Σε ευχαριστώ για το χρόνο σου, καλή μου. Τα φιλιά μου.

      Διαγραφή
  2. Φοβεροί οι διάλογοι. Χαστούκια δυνατά για τον γιατρό μας. Και βεβαίως φράσεις που σε αφήνουν άλαλο. Πάντως και οι οικογένειες στις αξίες που θα ακολουθήσουμε στη ζωή παίζουν σημαντικότατο ρόλο. Οι γονείς του γιατρού ήταν τροχοπέδη για να κάνει το καθήκον του απέναντι στην κοπέλα. Και βεβαίως με τις αξίες των γονιών του είχε ανατραφεί: να γίνει μεγαλογιατρός με κάθε τίμημα.
    Για να δούμε πώς θα το τελειώσεις στο επόμενο κεφάλαιο.
    Καλό βράδυ Γιαννάκη

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Άννα μου, έβαλα τα ...δυνατά μου στους διαλόγους. Νομίζω ήταν πολύ κρίσιμο να περάσει πολύ ουσία πάνω στον απολογισμό για τη στάση ζωής του γιατρού και των συνεπειών της.
      Θα συμφωνήσω μαζί σου. Το περιβάλλον, μέσα στο οποίο μεγαλώνουμε, πρώτιστα οι γονείς, είναι εκείνο, που θα μας βαφτίσει με τις αξίες που θα πάρουμε.
      Πάμε λοιπόν στο τέλος της ιστορίας σε μια πολυαναμενόμενη εκδήλωση απονομής επαίνου.
      Σε φιλώ και σε ευχαριστώ, κορίτσι μου για την παρουσία.

      Διαγραφή