H ζωή είναι δώρο. Σαν ένα σπιτικό ηδύποτο σε ακριβό σκαλιστό ποτηράκι, γεμάτο γεύσεις

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2025

"Το αρχοντικό της σιωπής" (Κεφάλαιο 5ο) / Συμμετοχή στο δρώμενο "Μια Ιδέα-Μια Έμπνευση #3

 "Το Αρχοντικό της Σιωπής"

Δείτε τα προηγούμενα:

Κεφάλαιο 1ο

Κεφάλαιο 2ο

Κεφάλαιο 3ο

Κεφάλαιο 4ο



Κεντρική ιδέα της πλοκής

Ο θόρυβος των μηχανών ελαττώθηκε. Οι στροφές έπεφταν καθώς το πλοίο ήδη έκοβε ταχύτητα. Έστεκε ψηλά στο κατάστρωμα, το θαλασσινό αγέρι ανέμιζε τα μαλλιά του/της. Στα δεξιά ο μεγάλος λιμενοβραχίονας του λιμανιού οριοθετούσε το λιμάνι. Ένα λιμάνι μεγάλο, όμορφο. Στα δεξιά δεμένα, σαν πολύχρωμα στολίδια διάφορα σκάφη και στα αριστερά στο κέντρο, ο άδειος χώρος για τον οποίο το πλοίο που τον/την μετέφερε ήδη είχε βάλει ρώτα.

Η καλοκαιρινή ζέστη του δειλινού ήταν εμφανής και η υγρασία μούσκευε το κορμί του/της. Άπλωσε το βλέμμα του/της σε όλο το μήκος του λιμανιού. Ένα υπέροχο καρτ-ποστάλ ήταν ζωγραφισμένο στα μάτια του/της.

Λίγα μέτρα χώριζαν το πλοίο από την αποβάθρα και έπρεπε να ετοιμάζεται για την αποβίβαση. Άνοιξε το κινητό του/της. Έψαξε τα μηνύματα, στάθηκε στο τελευταίο και διάβασε προσεκτικά:

“Φτάνει στο τέλος του μήνα. Πρέπει να βιαστείς. Δεν υπάρχει πια χρόνος”

Πήρε μια βαθιά ανάσα. Το είχε διαβάσει άπειρες φορές στη διαδρομή προς το νησί. Έβαλε το κινητό στην τσέπη και κινήθηκε προς την έξοδο. Ένιωθε τόσο παράξενα. Οι σκέψεις έρχονταν να πλημμυρίζουν το μυαλό του/της και έδεναν με την υπέροχη γαλήνη του νησιού.



Περίληψη: Η Βαλεντίνη με τους συνεργάτες της, φτάνουν τελικά στην ανακάλυψη του κλειδιού της τραπεζικής θυρίδας στην οποία βρίσκουν ένα φάκελο, που περιέχει ένα γράμμα της Βαλεντίνης Καψή στην εγγονή της και μια χειρόγραφη διαθήκη.

Η ανάγνωση της διαθήκης φέρνει στο φως την απόφαση και επιταγή της γιαγιάς να απαγορέψει ρητά την πώληση του σπιτιού. Η δύσκολη, έτσι κι αλλιώς, στιγμή της ανακοίνωσης στο θείο της, Ανδρέα Καψή, για την ύπαρξη της διαθήκης, οδηγεί σε έντονη ρήξη ανάμεσα στην ανιψιά και το θείο. 

Κεφάλαιο 5ο

Βράδυ της ίδιας μέρας


Μπράβο, κυρά μου, του έδωσες ένα γερό μάθημα!” αναφώνησε, με ενθουσιασμό, ο Ιάκωβος στο τραπέζι της βεράντας όπου μαζί με τον Αργύρη και τη Βαλεντίνη, προσπαθούσαν να χαλαρώσουν, να γαληνέψουν και να αποτιμήσουν τα συμβάντα της απογευματινής συνάντησης.

Ομολογώ ότι και εγώ δεν στο είχα, αγαπητή συναδέλφισσα!” πρόσθεσε χαριτολογώντας και ο Αργύρης.

Προσπαθούσαν άπαντες να ρίξουν τους τόνους της έντασης που, κακά τα ψέματα, ακόμα δεν είχε φύγει από πάνω τους. Συνηγορούσε στην όλη προσπάθεια και το κρασάκι που συνόδευσε το ελαφρύ φαγητό τους λίγη ώρα πριν. Ήταν καιρός για κουβέντα και σχεδιασμό των επόμενων βημάτων.

Με υπερτιμάτε…”, τους είπε με χαμόγελο, “δεν έκανα κάτι σπουδαίο… αλλά, ομολογώ, το θείο μου δεν τον έχω ξαναδεί έτσι, φοβήθηκα και αν θέλετε την αλήθεια τον φοβάμαι και τώρα. Ο τρόπος και η ένταση με την οποία αντέδρασε σε όλο αυτό, δεν μου αφήνει πολλά περιθώρια εφησυχασμού” απάντησε η Βαλεντίνη.

Μα δεν πρόκειται να εφησυχάσουμε! Θα πιέζουμε καταστάσεις. Νομίζω έχουμε τον έλεγχο των εξελίξεων” ήταν το σχόλιο του Αργύρη.

Κυρά μου, ξέρουν ότι δεν μπορούν να πουλήσουν κάτω από τέτοιες συνθήκες…”

Ο θείος μου έχει ανοιχτεί, είναι φανερό. Αυτό του το στρίμωγμα θα τον κάνει επιθετικό”, είπε.

Ποιος το περίμενε, κόρη μου!” είπε ο Ιάκωβος, “ο γιος της απέναντι στην εγγονή της… θα αγριέψει η ψυχή της με όλα τούτα”


Η Βαλεντίνη μελαγχόλησε. Ο Αργύρης την πλησίασε τρυφερά. Ο Ιάκωβος, ο καλοσυνάτος γέροντας, είχε πιάσει τα μηνύματα των αισθημάτων του απέναντι στη νεαρή κυρά του και ήταν πολύ χαρούμενος. Θα έλεγε κανείς ότι ένιωθε και ασφαλής γιατί αυτός ο άντρας τού ενέπνεε μια σιγουριά και ασφάλεια για τη Βαλεντίνη. Του έκανε νόημα να πάει κοντά της.

Τι έχεις;” τη ρώτησε πιάνοντας το χέρι της.

Έζησα τα παιδικά και εφηβικά μου καλοκαίρια εδώ… Σ’ αυτήν ακριβώς τη βεράντα, άπειρες φορές τα βράδια συγκεντρώνονταν όλη η οικογένεια, ο παππούς, η γιαγιά, ο θείος μου με τους δικούς του, εγώ με τους γονείς μου… ένα ευτυχισμένο σμάρι ανθρώπων στα ίδια μονοπάτια και συναισθήματα… και τώρα… εγώ απέναντι στο θείο μου… ποτέ μου δεν περίμενα ότι θα φτάναμε εδώ…”

Ήπιε μια καλή γουλιά από το ποτήρι με το κρασί της, το χέρι της είχε αφεθεί σε αυτό του Αργύρη, ο οποίος απάντησε:

Άκου Βαλεντίνη, δυστυχώς όταν λείψουν οι ηγετικές μορφές σε μια οικογένεια, οι κρίκοι δοκιμάζονται. Οι άνθρωποι έχουν ίδιες αφετηρίες αλλά διαφορετικούς προορισμούς. Οι κρίκοι σπάνε και η αλυσίδα χωρίζεται. Μην έχεις ενοχές. Δεν έκανες κάτι που να προκαλέσει αυτή τη ρήξη. Δεν έχεις ευθύνη. Και αν θες τη γνώμη μου, ο θείος σου είναι εκείνος που ευθύνεται γιατί δεν άφηνε επιλογές παρά μόνο τη δική του”

Πρέπει να δείτε τι θα κάνετε στη συνέχεια, κορίτσι μου” παρατήρησε ο Ιάκωβος.

Θα προσβάλλουν τη διαθήκη;” ρώτησε η Βαλεντίνη.

Να είσαι απόλυτα σίγουρη γι’ αυτό”, απάντησε ο Αργύρης. “Θα το κάνουν και με ακραίο ίσως τρόπο, να είσαι έτοιμη γι’ αυτό. Για το δικηγόρο τι λέτε;”

Ιάκωβε;” τον κοίταξε η Βαλεντίνη.

Κόρη μου, όπως σού είπα, τα χρόνια που έχεις φύγει από το νησί, είχε συνεργασία και με τον πατέρα σου. Φυσικά όχι όπως με τον Ανδρέα, μ’ αυτόν είναι σαν δίδυμοι επαγγελματικά. Δεν μπορώ να βάλω το χέρι μου στη φωτιά…”

Η Βαλεντίνη σχολίασε:

Δεν ξέρω. Σίγουρα έχει μια σοβαρή στάση, είναι μετρημένος, δεν είναι των άκρων. Δεν δείχνει κρυψίνους, μιλάει πιο καθαρά. Εκείνο που, μερικές φορές, με παραξενεύει σε εκείνον είναι αυτή η εσωτερική του παγωμάρα, αυτό το Δωρικό ύφος, το κλειστό του στυλ”

Δικηγόρος είναι, Βαλεντίνη” είπε ο Αργύρης.

Ναι σαν να έχεις δίκιο…”


Αφέθηκαν λίγο πιο χαλαροί στη συνέχεια. Η κουβέντα πήγε σε παλιές μνήμες, που ήρθαν στο φως γλυκά και τρυφερά. Ο Αργύρης έμπαινε όλο και πιο βαθιά στο κλίμα της οικογένειας μαθαίνοντας σημαντικές στιγμές από τις ζωές τους. Ήταν κάτι που τού άρεσε, ένιωθε να αποκτά όλο και πιο ιδιαίτερο νόημα όλο αυτό. Να τους νιώθει περισσότερο σαν δικούς του ανθρώπους.


Η ώρα πέρασε παιδιά μου για μένα. Εγώ θα σάς αφήσω, ζορίστηκα πολύ σήμερα”, είπε κάποια στιγμή ο Ιάκωβος, τους χαιρέτισε και αποχώρησε διακριτικά.

Τι γλυκός άνθρωπος!” σημείωσε ο Αργύρης.

Πιο ανοιχτόκαρδος κι απ’ τον παππού μου” συμπλήρωσε η Βαλεντίνη.


Η νύχτα είχε πια προχωρήσει και η κούραση κάθε είδους, είχε κάνει εμφανή τα σημάδια της πάνω τους.

Λέω να πάω να ξαπλώσω, πιέστηκα πολύ και… αν θέλεις να μείνεις” είπε η Βαλεντίνη.

Το ίδιο ισχύει και για μένα” απάντησε εκείνος.

Σηκώθηκε. Την βοήθησε να κινηθεί με το αμαξίδιο προς το δωμάτιό της Την έβαλε στο εσωτερικό του. Γύρισε και τον κοίταξε ίσια στα μάτια με το όμορφο εκείνο βλέμμα της.

Αργύρη…”

Παρακαλώ;”

Ήθελα να σε ρωτήσω… αλλά… γιατί τα κάνεις όλα αυτά;”

Μια απόλυτη σιωπή, απλώθηκε ξαφνικά ολόγυρά τους. Ο Αργύρης μέτρησε την απάντησή του:

Ξεπέρασα κάποιο όριο; Ενόχλησα κάπου;”

Κάθε άλλο, σε διαβεβαιώ, με την καρδιά μου, απλά… σε βλέπω να μπλέκεις σε κάτι που, για σένα, είναι ξένο και…”

Μην προσπαθείς να το ερμηνεύσεις, Βαλεντίνη. Μερικά πράγματα έρχονται μόνα τους. Αυθόρμητα, χωρίς ανάγκη για εξήγηση. Αυτή τη δίνουν τα συναισθήματα, την ορίζει η καρδιά μας. Για να το κάνω σημαίνει ότι το θέλω με κάθε ικμάδα της ψυχής μου… αρκεί αυτό;”

Του χαμογέλασε τρυφερά

Αρκεί…”

Απλά να σηκωθώ και να μού δώσεις το πι να πάω στην τουαλέτα”

Το έκανε και περίμενε διακριτικά μέχρι να επιστρέψει, όπου τη βοήθησε σε ότι άλλο είχε ανάγκη. Ήταν έτοιμη πλέον για να μείνει μόνη.

Ο Αργύρης πήγε κοντά της πριν αφήσει το “πι”. Την αγκάλιασε πολύ διακριτικά. Χάιδεψε προσεκτικά τα μαλλιά της και τη φίλησε ψηλά στο κεφάλι. Γύρισε και τον κοίταξε. Στο πρόσωπό της ήταν ζωγραφισμένο ένα πολύ όμορφο χαμόγελο.


Ένα παρελθόν που επιστρέφει...


Ο κύριος Ιάκωβος Δεπόντης;”

Ο Αργύρης είχε ανοίξει την πόρτα του σπιτιού στο χτύπημα του κουδουνιού. Ο άντρας που έστεκε στην πόρτα, ήταν κάπου πατημένα πενήντα. Είχε πρόσωπο κουρασμένο και φυσιογνωμία από εκείνες, που θα μπορούσαν να βγάλουν εντελώς αντιφατικά πράγματα. Στο βάθος κρύβονταν καλά σκληρά χαρακτηριστικά και βλέμμα βαθύ. Στην έκφραση επιφανειακά υπήρχε μια προσπάθεια να βγει κάτι προς το δισταγμό, την έντονη αμηχανία.

Ποιος είναι Αργύρη;” ακούστηκε η φωνή της Βαλεντίνης καθώς πλησίασε προς το χολ με το αμαξίδιό της.

Ο κύριος εδώ ζητά τον Ιάκωβο”

Η Βαλεντίνη πλησίασε. Τα μάτια του άντρα έπεσαν πάνω της διερευνητικά και εξεταστικά.

Δεν είναι εδώ αυτή τη στιγμή, ποιος τον ζητεί;”

Είμαι από μια εταιρεία, κυρία. Έχει κάνει μια παραγγελία ο κ. Δεπόντης σε κάποια εργαλεία κήπου και τα έφερα για παράδοση”

Θα επιστρέψει περίπου σε δυο ώρες, θέλετε να μας τα αφήσετε;”


Ο άντρας έριχνε το βλέμμα του διερευνητικά στο χολ, προσπαθώντας αυτό να φτάσει όσο ευρύτερα μπορούσε. Ύστερα κοίταξε πάλι τη Βαλεντίνη. Εκείνη ένιωσε κάτι κρύο να διαβαίνει πάνω της χωρίς να μπορεί να εξηγήσει.

Εσείς είστε η κόρη του;” ρώτησε εκείνος.

Όχι, όχι καμία σχέση… λοιπόν, θα τα αφήσετε;”

Καλύτερα όχι γιατί πρέπει να του δείξω και κάποια πράγματα στη λειτουργία. Να σας αφήσω το τηλέφωνό μου να με πάρει μόλις γυρίσει;”

Ναι βέβαια…”

Ο Αργύρης έσπευσε να φέρει κάτι πρόχειρο να σημειώσουν.

Νίκος Διονυσίου….694…”

Εντάξει θα σάς πάρει”


Ο ώριμος άντρας, έριξε μια τελευταία ματιά στη Βαλεντίνη, ύστερα πάλι στο χώρο στο σπίτι, χαιρέτισε και αποχώρησε. Η Βαλεντίνη είχε μείνει με ένα έντονο ερώτημα στη διάθεσή της. Σαν κάτι να την απασχολούσε.

Τι έπαθες;” τη ρώτησε ο Αργύρης.

Τον είδες; Δεν μου φάνηκε για συμπεριφορά οδηγού που φέρνει πράγματα αυτή… και…”

Γιατί;”

Αυτό του το βλέμμα πάνω μου… σαν να πάγωσα… τόσο έντονο… σαν να γύρευε κάτι… και τα μάτια του έφερναν βόλτα ολάκερο το σπίτι…”

Τον ξέρεις; Μήπως είναι γνωστός του Ιάκωβου;”

Όχι, δεν τον ...ξέρω, δεν μού θυμίζει τίποτα, όμως το όνομά του… Διονυσίου...αυτό το όνομα κάτι έχει να μού πει… κάτι ναι…”

Η Βαλεντίνη προσπαθούσε να θυμηθεί, θα έλεγε κανείς βασανιστικά. Κάποια στιγμή μια λάμψη φάνηκε στα μάτια της. Το πρόσωπό της σκοτείνιασε.

Δεν είναι δυνατόν; Αυτός εδώ; Όχι…”

Τι έγινε, τι συμβαίνει;” ρώτησε με αγωνία ο Αργύρης.

Δώσε μου λίγο χρόνο να κάνω ένα τηλεφώνημα”


Η Βαλεντίνη σχημάτισε στο κινητό της το τηλέφωνο του σπιτιού της στην Αθήνα.

Μαμά… τι κάνεις… να σε ρωτήσω κάτι σε παρακαλώ… Ένα όνομα θα σου πω, έναν άντρα αφορά κάπου στα πενήντα, σκληρά χαρακτηριστικά, ρυτίδες στο πρόσωπο… Νίκος Διονυσίου… οδηγός”

Ναι ήρθε εδώ να φέρει κάτι πράγματα…”

Για λίγα δευτερόλεπτα όλα πάγωσαν. Το βλέμμα της, το πρόσωπο, τα χέρια της.

Τι είπες;” έκανε σβησμένα.

Είσαι σίγουρη;”

Ναι άφησε κινητό τηλέφωνο…Εντάξει μαμά ναι… θα σε πάρω να σου πω”


Η συνομιλία τελείωσε και η Βαλεντίνη ήταν ολοφάνερα πολύ ταραγμένη. Τα ακροδάχτυλά της έτρεμαν.

Βαλεντίνη, για όνομα του Θεού, θα μού πεις τι συμβαίνει;”

Αυτός που ήρθε… ο Διονυσίου… ο οδηγός…”

Ναι;”

Ήταν… ο οδηγός του φορτηγού που με χτύπησε εκείνο το βράδυ…”


Ο Αργύρης πάγωσε κι αυτός με τη σειρά του. Έμεινε εντελώς σιωπηρός για λίγο προσπαθώντας να βγάλει συμπέρασμα.

Και ήρθε εδώ; Τόλμησε να έρθει εδώ; Να εμφανιστεί μπροστά σου; Τον έχεις ξαναδεί αυτόν τον άνθρωπο, Βαλεντίνη;”

Όχι. Εγώ δεν τον είδα ποτέ ή τουλάχιστον δεν θυμάμαι να τον είδα ποτέ. Οι δικοί μου, μού είπαν ότι τον είδαν τότε στο αστυνομικό τμήμα τη μέρα του ατυχήματος. Μετά, δεν έγινε ποτέ συγκεκριμένη κουβέντα γι’ αυτόν… Η υπόθεση δεν πήγε στα δικαστήρια για να τον αντικρίσω. Όλα τακτοποιήθηκαν στον τομέα της αστικής ευθύνης;”

Σε επισκέφτηκε ποτέ στο νοσοκομείο;”

Δεν ξέρω τις πρώτες μέρες, μετά που συνήλθα όχι, καθόλου!”

Τι θράσος Θεέ μου!”


Η Βαλεντίνη ήταν σκεφτική. Το μυαλό της έκανε χίλιες δυο σκέψεις. Η πίεση που ένιωθε την ώθησαν να τις εκφράσει φωναχτά στον Αργύρη.

Ήρθε εδώ! Και μάλιστα τάχα μου με πέρασε για άλλη… όμως… όμως άφησε το τηλέφωνό του… γιατί να το κάνει αυτό, Αργύρη; Εσύ θα το έκανες αυτό; Θα πήγαινες στο σπίτι του ανθρώπου που έγινες η αιτία να σακατευτείς;”

Πού το πας Βαλεντίνη;”

Δεν ήρθε τυχαία εδώ ο Διονυσίου, Αργύρη! Ναι, είχε την παραγγελία για τον Ιάκωβο, αν και εφόσον βέβαια είναι αλήθεια, θα δούμε και ήρθε σε μένα… επίσης άφησε το τηλέφωνό του και το όνομά του”

Αν ισχύουν…”

Κάτι θέλει να μάς πει αυτός ο άνθρωπος, Αργύρη!”


Ο Αργύρης παρακολουθούσε έκπληκτος τις διαδοχικές σκέψεις της συνεταίρου του. Η λογική της ήταν εκπληκτικά εύστροφη.

Τι θες να πεις;”

Θέλει να επικοινωνήσουμε μαζί του, Αργύρη! Εμένα θέλει… αλλά γιατί; Γιατί μετά από 3 χρόνια;”

Ο Αργύρης άρχισε να ανησυχεί.

Άκου με μάτια μου, αυτό είναι πισωγύρισμα, δεν το καταλαβαίνεις; Έχουμε ανοίξει ήδη ένα θέμα και τώρα γυρεύεις κι άλλο; Και μάλιστα αυτό; Ποιος ο λόγος, δεν οδηγεί πουθενά όλο αυτό”

Τίποτα δεν έγινε τυχαία, Αργύρη. Δεν πιστεύω στις συμπτώσεις. Ο άντρας αυτός ήρθε με σκοπό μιας συνάντησης και θα την έχει!”

Κι αν είναι παγίδα να σε σύρει σε μια συνάντηση;”

Ε όχι δα… θα το ρισκάρουμε… μάλλον θα δοκιμάσουμε, ένα τηλέφωνο θα μάς λύσει την απορία, δεν νομίζεις;”


Συνάντηση στις σκιές...


Η νύχτα ήταν για τα καλά προχωρημένη και ζεστή. Ο φετινός Ιούλης συνέχιζε να δείχνει τα δόντια του. Η παραλία ήταν ερημική και όλα τριγύρω ήταν βουτηγμένα στη σιωπή και τη γαλήνη. Το φεγγάρι είχε ανέβει για τα καλά στον ουρανό και το ασημένιο φως του λειτουργούσε σαν ένας μεγάλος φανοστάτης.

Το αυτοκίνητο του Νίκου Διονυσίου ήταν παρκαρισμένο δίπλα στα δέντρα. Ο ίδιος περπατούσε νευρικά πάνω κάτω μερικά μέτρα. Το βλέμμα του έψαχνε ολόγυρά του με αγωνία. Ήταν φανερό ότι κάτι ή κάποιον περίμενε. Όταν από μακριά φάνηκαν τα φώτα ενός αυτοκινήτου, που κινούνταν κατά μήκος του μικρού παραλιακού δρόμου, ο Διονυσίου πέταξε το τσιγάρο που κρατούσε στο χέρι του και περίμενε. Το άλλο αυτοκίνητο έφτασε κοντά του, δεν στάθμευσε δίπλα στο δικό του αλλά αρκετά μέτρα πιο πέρα. Στο αυτοκίνητο που έφτασε ήταν δύο άντρες μπροστά. Τα φώτα έσβησαν και ο άντρας, που ήταν στη θέση του συνοδηγού κατέβηκε. Κοντοστάθηκε για λίγο, είδε τη σκοτεινή φιγούρα του Διονυσίου, έριξε μια ματιά διερευνητική ολόγυρα και ζύγωσε δίπλα του.

Γιατί ήρθες εδώ;” του είπε με αυστηρό τόνο.

Έπρεπε να σε δω”

Να με δεις γιατί, δεν νομίζω να έχουμε κάτι να πούμε”

Δεν είναι έτσι…”

Σού είπα να μη διανοηθείς να εμφανιστείς στο νησί…”

Μην ανησυχείς δεν με γνωρίζει κανείς εδώ”

Σε ακούω λοιπόν...χάρη σού έκανα πού ήρθα, να το ξέρεις”

Έχω ανοίγματα και χρέη…”

Και γιατί εμένα να με νοιάζει;”

Θέλω να με βοηθήσεις!”

Να σε βοηθήσω; Λοιπόν, την αχαριστία τη σιχαίνομαι, δεν στο έχω πει ε;”

Δεν είναι έτσι… να με βοηθήσεις θέλω, καίγομαι…”

Ο άλλος γύρισε τον κοίταξε απειλητικά ίσια στα μάτια.

Άκου Διονυσίου. Νομίζω πληρώθηκες πάρα πολύ καλά και καλύφτηκες ακόμα καλύτερα, κάνω λάθος;”

Όχι τόσο για να πληρωθεί αυτό που με έβαλες να κάνω!”

Αυτό δεν μου το είχες πει τότε…”

Σακατεύτηκε! Έμεινε παράλυτη, δεν σε φτάνει;”

Ο άλλος άντρας χαμογέλασε χαιρέκακα και με εμφανή κακία:

Έλα δεν το πιστεύω! Ο Διονυσίου μάς βρήκε συναισθηματικός! Πες μου τώρα ότι έχεις και τύψεις! Άσε που μια δουλειά σε έβαλα να κάνεις και βγήκε μισή…”

Πόσο κάθαρμα είσαι!”

Διονυσίου! Κοίτα τον εαυτό σου στον καθρέφτη και κάνε μου μαθήματα ηθικής. Πληρώθηκες αδρά. Δεν σε παρέσυρα άλλωστε άφησες μισή μια δουλειά που δεν την έκανες σωστά…”

Δεν φταίω εγώ γι αυτό… δεν μπορώ να ξέρω τι θα έκανε το φορτηγό, εγώ όλα τα έκανα ...σωστά” εκεί κόμπιασε λίγο. Σαν να σιχαινόταν τον εαυτό του για αυτά τα λόγια.

Λέγε τι θες Διονυσίου, δεν έχω καιρό για χάσιμο!”

Λεφτά θέλω… για σένα όχι πολλά… Είσαι ματσωμένος… Έχεις όνομα… Ανάγκη δεν έχεις. Αυτό, που σου ζητάω είναι ψίχουλα…”

Και πώς θα ξέρω ότι μετά από λίγο δεν θα έχεις πάλι ανάγκες;”

Θα φύγω, θα εξαφανιστώ, θα φύγω Γερμανία, μπας και τα ξεχάσω όλα…”

Αλλιώς;”

Αλλιώς θα κελαηδήσω εκεί που δεν θέλεις! Και όλα όσα έχεις κατά νου θα πάνε κατά διαόλου”

Και ποιος νομίζεις ότι θα σε πιστέψει ρε Διονυσίου και γιατί;”

Άμα σού πετάξω λάσπη στα μούτρα, άντε μετά να τη βγάλεις… Καθώς πρέπει πρόσωπο σε μια τοπική κοινωνία”


Το φως του φεγγαριού για λίγα δευτερόλεπτα φώτισε τα μάτια του δεύτερου άντρα. Μια λάμψη αντιφέγγισε στο βλέμμα του. Το πρόσωπό του σφίχτηκε αλλά παρέμεινε ανέκφραστο, παγωμένο.

Πόσα θες;”

Πενήντα! Μετρητά”

Ο άντρας γύρισε προς το μέρος του, τον άρπαξε από το γιακά.

Θα τα πάρεις…”

Πότε;”

Μέσα στη βδομάδα, πρέπει να τα βρω αλλά δεν θα πατήσεις άλλη φορά σε τούτο το νησί μήτε θα αντικρίσεις το βλέμμα μου γιατί θα είναι η τελευταία! Και κάτι άλλο. Πρόσεχε πού πας, με ποιον συναντιέσαι και τι λες. Είναι εδώ στο νησί όλοι! ”

Ποιοι όλοι;”

Αυτοί που δεν πρέπει με τίποτα να δεις ή να σε δουν. Και κυρίως αυτή! Μην διανοηθείς!”

Και συ μη με γελάσεις, αλλιώς… κελαηδάω”

Θα με πάρεις στο ίδιο τηλέφωνο την Πέμπτη”

Ο Διονυσίου, πριν φύγει είπε στον άλλο άντρα:

Και πού ‘σαι; Μην πας να κάνεις καμιά λαδιά; Έχω πάρε τα μέτρα μου...”


Ο άντρας έφτυσε κάτω με οργή και έφυγε με γοργά βήματα. Ο Διονυσίου έβγαλε μια βαθιά ανάσα και άναψε τσιγάρο. Ο άλλος πήγε στο αυτοκίνητο.

Ξεκίνα!” είπε στον οδηγό.

Τι ήθελε;” ρώτησε εκείνος ξεκινώντας το δρόμο του.

Έχουμε μια εκκρεμότητα από το παρελθόν…”

Και;”

Θα τακτοποιηθεί σύντομα”


Ο Ιάκωβος επιβεβαίωσε τα παιδιά ότι είχε κάνει μια παραγγελία με ένα ποτιστικό μηχάνημα από μια εταιρεία στην Αθήνα. Έγινε έξω φρενών όταν έμαθε ποιος ήταν ο απρόσμενος επισκέπτης. Λίγο ακόμα και θα έβγαζε ...αφρούς οργής από το στόμα του.

Το κάθαρμα πώς τόλμησε να εμφανιστεί εδώ; Και το πιο σπουδαίο, γιατί;” ρώτησε με αγωνία. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν, μήτε να ξέρουν.

Το μόνο σίγουρο, Ιάκωβε είναι ότι δεν ήρθε τυχαία. Προφανώς ήθελε να βρει πρόσχημα να έρθει εδώ, να τσεκάρει το χώρο, να δει πού είμαστε. Και είναι σίγουρο ότι θέλει να συναντηθούμε, αυτό μάλλον επιδίωξε. Έτσι εξηγείται το τηλέφωνο και το όνομα. Αυτό πιστεύω”

Τι θα κάνεις κοπέλα μου; Θα πας να τον δεις; Έχεις κουράγιο;”

Ήδη τον είδα, Ιάκωβε”

Ναι αλλά τώρα ξέρεις…”

Είμαι σίγουρη ότι θέλει κάτι να μου πει”


Δεν της είπε τίποτα άλλο. Τα άλλα τα είπε με τον Αργύρη, ανήσυχος και προβληματισμένος.

Πρέπει να την πείσεις να μην πάει. Δεν ξέρω τι είναι τώρα αυτό; Μπορεί να είναι παγίδα!” “Ιάκωβε, η κυρά σου έχει ισχυρή προσωπικότητα και αν το αποφασίσει δεν της γυρίζεις το μυαλό. Προσπάθησα αλλά μάταια”

Μα τι θα βγάλει απ΄ αυτήν την ιστορία; Ήδη πληγώθηκε, θα πάει πάλι πίσω σε εκείνες τις μέρες, που χαροπάλευε μέχρι να ανοίξει τα μάτια της. Διάολε δεν μπορώ να το χωνέψω”

Ιάκωβε, θα την έχω από κοντά, δεν μπορούμε παρά να εμπιστευθούμε το ένστικτό της”

Βασίζομαι πάνω σου, παλικάρι μου! Σε βλέπω ώριμο και κατασταλαγμένο. Η κυρά μου ώρες ώρες είναι ...ποτάμι αγριεμένο”


Οι κινήσεις του Καψή

Πρέπει να κερδίσουμε χρόνο οπωσδήποτε, Ανδρέα! Πρέπει αυτή η διαθήκη να βγει απ’ το κάδρο” είπε ο Ερμόλαος στον απολογισμό της τακτικής τους με τον πελάτη και γνωστό του.

Τι σκέφτεσαι να κάνεις;”

Θα προσπαθήσουμε συστηματικά να κωλυσιεργήσουμε από το να κατατεθεί στο πρωτοδικείο. Σε πρώτη φάση θα καταθέσεις αίτημα για γραφολογική εξέταση να τσεκάρουμε τη γνησιότητα”

Μα δεν βρίσκω το λόγο η μάνα μου να έκανε μια τέτοια διαθήκη και μάλιστα κρυφή!” σχολίασε έντονα ο Καψής.

Άκου, Ανδρέα. Οι γέροι είναι πολύ παράξενοι, μερικές φορές, με τέτοια θέματα. Ίσως να της μπήκε καμιά ιδέα, ίσως μια εμμονή, ίσως να έγινε κάτι που δεν το ξέρεις. Θα πιέσουμε στο κομμάτι της γνησιότητας και μετά της εμμονής, της παραπλάνησης. Όμως θέλω να ξέρεις κάτι και να στο κάνω ξεκάθαρο, μην αρχίσεις μετά τις υπαναχωρήσεις”

Λέγε Δημήτρη, δεν έχουμε περιθώρια”

Στην προσπάθεια αυτή, θα γίνουμε σκληροί. Μπορεί να αμφισβητήσουμε ευθέως την ικανότητα της μητέρας σου να παίρνει κρίσιμες αποφάσεις…”

Δηλαδή;”

Δεν λέω ότι θα τη βγάλουμε τρελή, όχι! Απλά ίσως πάμε σε κάποιες εμμονές, πιέσεις, δεν ξέρω, θα σκεφτώ. Είσαι μέσα σε αυτό;”

Δεν έφτασα εδώ, που έφτασα έχοντας αναστολές σε κρίσιμες αποφάσεις, Δημήτρη”

Καλώς. Εσύ στο μεταξύ ανακοινώνεις στην εταιρεία σας αναβολή της υπογραφής των συμβολάιων…”

Ο Καψής ξεφύσησε αγχωμένος.

Αυτό δεν το ήθελα! Με το που μπήκα μέτοχος, έρχεται πρόβλημα, δεν είναι καλό αυτό, ξέρεις”

Το ξέρω αλλά δεν γίνεται αλλιώς. Πρέπει να ανασχεδιάσεις τις κινήσεις σου. Και τη διαθήκη να ρίξουμε, η ανιψιά σου μην περιμένεις να συναινέσει με τίποτα”

Ο Καψής χτύπησε το χέρι στο γραφείο οργισμένος

Πολλά μαζεμένα διάολε! Πολλά!”

Ο Ερμόλαος τον κοίταξε ψυχρά.


Η πλευρά της Βαλεντίνης έμαθε τηλεφωνικά, από το δικηγόρο ότι η πλευρά του θείου της, ζήτησε γραφολογική εξέταση για τη γνησιότητα της διαθήκης.

Θα τραβήξει πολύ;”

Έχει τις διαδικασίες του. Να κλείσουμε γραφολόγο, να γίνει ο έλεγχος, να καταγραφεί επίσημα το πρακτικό…”

Θα βρείτε γραφολόγο;”

Ναι, θα το κοιτάξω. Απλά θα σε ενημερώσω ότι πρέπει να του παραδώσετε κάποιο ιδιόχειρο έγγραφο της γιαγιάς σας”

Περιμένω, σάς παρακαλώ, σύντομα, όσο γίνεται”


Ο θείος μου έκανε αίτημα για γραφολογική εξέταση”, είπε στον Αργύρη.

Το περιμέναμε, Βαλεντίνη”

Αν είναι δυνατόν, φτάνει στο σημείο να αμφισβητεί την ίδια του τη μάνα!”

Δεν αμφισβητεί τη μάνα του αλλά εσένα. Η γραφολογική εξέταση ψάχνει για πλαστογραφία. Άρα όχι εκείνης. Τώρα τι θα κάνει μετά, είμαι σίγουρος ότι δεν θα σταματήσει. Όμως τη ζημιά του την έχει πάθει”

Εννοείς;”

Εννοώ ότι τα σχέδιά του τουλάχιστον αναβάλλονται, μην πω ματαιώνονται”

Τον κοίταξε προσεκτικά, με ένα ύφος θαυμασμού.

Χώθηκες για τα καλά έτσι; Νιώθω να έχεις κάνει αυτήν την υπόθεση και δική σου έγνοια, ξέρεις πόση ευγνωμοσύνη νιώθω γι αυτό;”

Δεν είναι μόνο το ότι βαραίνει εσένα, είναι και το ότι βαραίνει το δίκιο”, απάντησε γλυκά.


Μια συνάντηση, που έμεινε μετέωρη


Αργύρη, έχουμε μια δουλειά να τελειώσουμε”, του είπε.

Ποια δουλειά;”

Ο Νίκος Διονυσίου, το τηλέφωνο”

Βαλεντίνη… Είσαι σίγουρη ότι θέλεις να δεις ξανά αυτόν τον άνθρωπο; Θέλω να πω, τι περιμένεις να βγάλεις από αυτό; Μόνο κακό θα σού κάνει”

Αργύρη έχω συνειδητοποιήσει το αποτύπωμα που άφησε στη ζωή μου αυτό το ατύχημα. Πόνεσα, ούρλιαξα, έκλαψα αλλά μετά το αποδέχτηκα. Δεν είχα άλλο τρόπο παρά να το απομυθοποιήσω και να βάλω τα πράγματα στη σωστή τους θέση”

Σε θαυμάζω, το ξέρεις;”

Πόσες φορές ακόμα θα μού το πεις;”

Όσες φορές το αξίζεις!”


Η Βαλεντίνη χαμογέλασε, κάλεσε στο κινητό της το τηλέφωνο που της έδωσε ο Διονυσίου. Παρ’ όλα αυτά η καρδιά της χτυπούσε δυνατά. Έβαλε ανοιχτή ακρόαση για να ακούει και ο Αργύρης δίπλα της. Στην πρώτη κλήση δεν απάντησε. Στη δεύτερη κλήση μετά από λίγα λεπτά, η φωνή του ακούστηκε διστακτική, ίσως φοβισμένη.

Εμπρός…”

Κύριε Διονυσίου, είμαι η Βαλεντίνη Βαρθαλίτη… είχατε έρθει σπίτι μου πριν λίγες μέρες…”

Η δουλειά μου αφορούσε τον κ. Δεπόντη, δεν καταλαβαίνω τι μπορούσα να έχω μαζί σας;”

Ακούστε… δεν ωφελεί να παίζουμε θέατρο μεταξύ μας…”

Δεν σάς καταλαβαίνω…”

Με καταλαβαίνετε πολύ καλά. Ξέρετε ποια είμαι όπως ξέρω και εγώ, λοιπόν θα ήθελα να σάς δω από κοντά”

Ο άλλος άργησε να απαντήσει και με όχι σταθερή φωνή.

Δεν βλέπω το λόγο, δεν…”

Τότε γιατί ήρθατε σπίτι μου;
“Μα σάς εξήγησα… ο κ. Δεπόντης…”

Περίμενα από σάς μεγαλύτερη ειλικρίνεια. Στο κάτω-κάτω, από τότε, μού οφείλετε μια επίσκεψη, δεν νομίζετε; Δείτε το έτσι”

Κυρία Βαρθαλίτη, δεν ωφελεί, δεν νιώθω και εγώ καλά, έχω ευθύνη γι αυτό που έγινε, μπορεί να μην το ήθελα, αλλά...έγιναν περίεργα πράγματα τότε...αφήστε το”

Η Βαλεντίνη αιφνιδιάστηκε.

Περίεργα πράγματα τότε; Τι εννοείτε;”

Εννοώ ότι θα μπορούσα να είμαι πιο προσεκτικός… σάς παρακαλώ ας μην το σκαλίζουμε…”

Για δεύτερη φορά θέλετε να κρυφτείτε κ. Διονυσίου” τού πέταξε εκείνη μπας και σηκώσει το γάντι. Όμως ήταν φανερό ότι εκείνος δεν ήθελε να δώσει συνέχεια στην κουβέντα.

Δεν έχει νόημα να πούμε κάτι άλλο… εύχομαι, αν γίνεται, να διορθωθούν κάποια πράγματα”

Περιμένετε μην κλείνετε!”

Καλή συνέχεια…”


Η κλήση τερματίστηκε. Η Βαλεντίνη έμεινε με το τηλέφωνο και με έντονο προβληματισμό στη σκέψη της. Ο Αργύρης την κοίταξε ίσια στα μάτια. Σαν να ένιωθε τι περίμενε να του σχολιάσει.

Έγιναν περίεργα πράγματα τότε… Άκουσες; Ποια ήταν αυτά τα περίεργα πράγματα, Αργύρη;”


Συνεχίζεται...











4 σχόλια:

  1. Ο δικηγορος! Αυτος εβαλε να τη σκοτωσουν, ειχε φαινεται κι αυτος συμφεροντα. Δεν πιστευω πως το εκανε ο Καψης, ειναι καθικι αλλα νομιζω οχι τοσο και οχι τοτε, δεν ειχε ακομα λογο...
    Μπραβο Γιαννη, αμειωτο το ενδιαφερον!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χριστίνα μου, αυτόν σου τον ενθουσιασμό, τον λατρεύω! Η συμμετοχή, το σχόλιο, η αλληλεπίδραση, οι σκέψεις. Σε ευχαριστώ πολύ, αγαπημένη μου φίλη. Κρατάμε τις σκέψεις σου και προχωράμε σε μια πλοκή, που ανεβαίνει συνεχώς. Καλή σου μέρα, κοπέλα μου.

      Διαγραφή
  2. Πολλά γεγονότα στο σημερινό κεφάλαιο. Από τα συναισθήματα της Βαλεντίνης απέναντι στον Αργύρη ή μάλλον την ανάγκη της, να καταλάβει τα δικά του συναισθήματα, μέχρι την συνάντηση με τον άνθρωπο που την κατέστησε παράλυτη. Άραγε ο άνθρωπος που είχε στήσει το ατύχημα, είναι κάποιος από αυτούς που φανταζόμαστε; Ή μένει ακόμα να μάθουμε πράγματα που θα ξεδιπλώσουν χαρακτήρες;
    Σίγουρα, θα μάθουμε παρακάτω, ποια είναι τα περίεργα πράγματα που έγιναν τότε και ίσως αυτό μας βοηθήσει στα ερωτηματικά μας.
    Με πολύ ενδιαφέρον και ευχάριστη ροή εξελίσσεται η ιστορία. Μπράβο σου!
    Καλό μεσημέρι Γιάννη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μαρίνα μου, καλώς όρισες κοπέλα μου εδώ στα σχόλια και στην κουβεντούλα μας για την πλοκή. Είναι σαν να απολαμβάνουμε ένα καφεδάκι συζητώντας. Έχουμε άνοιγμα της πλοκής ναι και ξεδίπλωμα χαρακτήρων, σωστά το ανέφερες. Να στείλω το ευχαριστώ και την αγάπη μου καλή μου φίλη.

      Διαγραφή