H ζωή είναι δώρο. Σαν ένα σπιτικό ηδύποτο σε ακριβό σκαλιστό ποτηράκι, γεμάτο γεύσεις

Πέμπτη 29 Μαΐου 2025

""Το Αρχοντικό της σιωπής" / Κεφ. 15 (Συμμετοχή στο δρώμενο: "Μια Ιδέα-Μια Έμπνευση #3)

  "Το Αρχοντικό της Σιωπής"


Δείτε τα προηγούμενα

Κεφάλαιο 1ο

Κεφάλαιο 2ο

Κεφάλαιο 3ο

Κεφάλαιο 4ο

Κεφάλαιο 5ο

Κεφάλαιο 6ο

Κεφάλαιο 7ο

Κεφάλαιο 8ο

Κεφάλαιο 9

Κεφάλαιο 10ο

Κεφάλαιο 11ο

Κεφαλαιο 12ο

Κεφάλαιο 13ο

Κεφάλαιο 14ο

Σύνδεση με το προηγούμενο:  Ο ποινικολόγος Ισίδωρος Διοφάντους παίρνει επάνω του, όλο το σχεδιασμό και το χειρισμό της δικής τους αντεπίθεσης στο δρόμο για την αλήθεια. Συγκεντρώνει στοιχεία για το Δημήτρη Ερμόλαο και αποφασίζει να χτυπήσει τις δύο παραμέτρους, που ενοχοποίησαν τη Βαλεντίνη με τον Αργύρη. Στόχος η υπόθεση με το χαμένο φουλάρι καθώς και ο βασικός μάρτυρας που "είδε" τη Βαλεντίνη να μπαίνει στη σκηνή του φόνου με τον Αργύρη.

Στο μεταξύ, ο γνώριμος πελάτης του Αργύρη και της Βαλεντίνης, ο Ιορδάνης Αρμένης, θα επικοινωνήσει μαζί τους και κάτω από την εξέλιξη των γεγονότων θα κάνει μια αποκάλυψη σοκ: Ο Δημήτρης Ερμόλαος είναι ο νόθος γιος του Στέφανου Καψή. Το γνώριζε χρόνια από τον ίδιο το θετό πατέρα του, ο οποίος ήταν πολύ στενός του φίλος και το είχε εξομολογηθεί στον ίδιο. 

Την ίδια στιγμή της εξομολόγησης, ο Δημήτρης Ερμόλαος διαβαίνει την πόρτα του εισαγγελέα.




Κεφάλαιο 15


Τετ α τετ με τον εισαγγελέα


Ο Δημήτρης Ερμόλαος πέρασε με το γνωστό του βλοσυρό αλλά ατάραχο ύφος στο γραφείο του εισαγγελέα. Κάθισε στην καρέκλα μπροστά στο γραφείο του και πέρασε το χαρτοφύλακά του δίπλα. Μόνο κάποιος ιδιαίτερα προσεκτικός παρατηρητής θα έβλεπε ένα απειροελάχιστο τρέμουλο στο μικρό δάχτυλο του δεξιού του χεριού.


“Σας ακούω κύριε Ερμόλαε, ζητήσατε να με δείτε, παρακαλώ”, τον προέτρεψε με τυπική ευγένεια ο εισαγγελέας. 

“Κύριε εισαγγελέα, ναι και εκτιμώ πολύ τη δεκτικότητά σας. Αντιλαμβάνεστε ότι αφορά την υπόθεση που χειρίζεστε και δη τη δολοφονία του Ανδρέα Καψή, την οικογένεια του οποίου και εκπροσωπώ ως νομικός συμπαραστάτης…”

“Το γνωρίζω αυτό κ. Ερμόλαε ήδη…”

“Κύριε Εισαγγελέα, οι μέρες περνούν. Έχετε δώσει μια πρώτη απόφαση για τον Αργύρη Δεπόντη, περί ανικανότητός του να απολογηθεί λόγω της ιδιάζουσας συναισθηματικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται, όπως και ιατρικά ερμηνεύτηκε. Όμως έχουμε στα χέρια μας και εμείς και εσείς παραμέτρους, οι οποίες γνωρίζετε καλά ότι η ανάμιξη αυτού του ατυχούς ανθρώπου είναι ανύπαρκτη στην υπόθεσή μας εκτός του ότι ήρθε για να αποπροσανατολίσει τις έρευνές σας παρά να τις διελευκάνει… Θα έπρεπε να σας προβληματίσει αυτό, δεν νομίζετε;”

“Τι εννοείτε;”

“Είναι απλό, έχετε ασκήσει δίωξη σε δύο άτομα. Και την κρίσιμη στιγμή εμφανίζεται ένας άνθρωπος, ο Δεπόντης, από το περιβάλλον τους, με μύρια προβλήματα και συναισθηματικές επιβαρύνσεις και σας εκτροχιάζει από την αρχική σας γνωμάτευση. Ποιος κερδίζει χρόνο από αυτήν την δήθεν ...ομολογία; Και ναι, η μια πλευρά είναι η ψυχολογική πλευρά του Δεπόντη. Η άλλη όμως κ. Εισαγγελέα, είναι και η νομική. Ποιος ωφελείται από την ...ομολογία του; Ποιος λοιπόν τον έχει χειραγωγήσει προς τα εκεί;”


Ο εισαγγελέας ένιωθε στριμωγμένος.

“Συνεχίστε κύριε Ερμόλαε, σας ακούω”

“Υπάρχει η ιατροδικαστική έκθεση, η οποία αποδεικνύει πασιφανέστατα ότι ο γέροντας δεν θα μπορούσε ποτέ να δολοφονήσει τον Ανδρέα Καψή. Υπάρχει η μαρτυρία του Αναγνωστίδη, τη βραδιά του φόνου για την είσοδο στο γραφείο του θύματος του Ραιδεστού και της Βαλεντίνης Βαρθαλίτη. Έχετε το DNA του Ραιδεστού πάνω στα ρούχα και στα χέρια του θύματος. Έχετε τα κίνητρα κύριε εισαγγελέα και, επιτρέψτε μου, σταθήκατε στην ομολογία ενός ανθρώπου που παραληρεί και είναι ψυχολογικά διαταραγμένος, άντε να το δεχτώ όπως το διατυπώσατε στη γνωμάτευσή σας αν και κατ’ εμέ, σάς είπα, είναι εντεταλμένος για αυτήν την ενέργεια και αφήσατε ελεύθερους τους δύο βασικούς υπόπτους”

“Κύριε Ερμόλαε. Ακούστε. Κατ’ αρχήν οι δύο βασικοί ύποπτοι δεν απαλλάχτηκαν, απλά πήραμε πίσω τους περιορισμούς…”

“Με αποτέλεσμα να κινούνται ελεύθεροι και να σχεδιάζουν ανεμπόδιστα τις κινήσεις τους! Και κατά δεύτερο, νομικά να έχει κλονιστεί η βάση της κατηγορίας”

“Και η ομολογία του Δεπόντη δεν έγινε επίσημα δεκτή, να σάς θυμίσω”


Ο Ερμόλαος κοίταξε ήρεμα τον εισαγγελέα.

“Το δίδυμο αυτό, κύριε εισαγγελέα, με τους συνεργάτες τους, είναι ελεύθεροι να σκαλίζουν παλιά πράγματα. Να σπιλώνουν οικογένειες. Να ανακατεύουν παρελθόντα και παλιές ιστορίες. Αυτά είναι επικίνδυνα πράγματα! Για όλους μας! Και εσείς έχετε οικογένεια, κύριε Εισαγγελέα και με καταλαβαίνετε!”


Το ύφος του ήταν άμεσο και ευθύ. Ο δικαστικός λειτουργός σφίχτηκε απότομα.

“Τι εννοείτε κύριε Ερμόλαε, ακούγονται παράξενα τα λόγια σας, ποιος σκαλίζει τι;”

“Οι δύο μας βασικοί ύποπτοι. Δεν ξέρω το λόγο που προσπαθούσαν να χτυπήσουν υπόγεια τον Ανδρέα Καψή, την καταγωγή του, την ίδια την ηθική των γονέων του”

“Τι εννοείτε με την ηθική των γονιών του θύματος. Για να πετύχουν τι κύριε Ερμόλαε;”

“Οι εσωτερικές συγκρούσεις στην οικογένεια είχαν ενταθεί. Τα κληρονομικά, η τύχη του σπιτιού και της περιουσίας. Το θύμα είχε έτοιμη επενδυτική συμφωνία, η οποία τινάχτηκε στον αέρα, εξ αιτίας τους”

“Τα ξέρω αυτά κύριε Ερμόλαε και σάς πληροφορώ ότι τα έχω λάβει σοβαρά υπ’ όψη…”

“Αυτοί οι άνθρωποι σκαλίζουν παλιές ιστορίες. Υπάρχουν πράγματα θαμμένα για κάποιο λόγο. Δεν γίνεται λοιπόν να κυκλοφορούν ελεύθεροι. Πρέπει να καταλήξετε γρήγορα σε μια απόφαση. Τι θα κάνετε; Ως πότε θα περιμένετε τη νοσηλεία του Δεπόντη; Και τελικά θα δεχτείτε την ομολογία του;”


Ο λόγος του ακούστηκε ιδιαίτερα ανησυχητικός.

“Κύριε εισαγγελέα, με όλο το σεβασμό. Δεν θέλω να σάς βάλω σε δύσκολη θέση. Αλλά αν αποδειχθεί ή κυκλοφορήσει προς τα έξω ότι κάποιος εισαγγελέας βασίστηκε σε παραληρήματα ενός γέροντα για να στοιχειοθετήσει κατηγορία, θα βρεθείτε παντελώς μετέωρος στην ακροαματική διαδικασία!”

“Κύριε Ερμόλαε, με απειλείτε έμμεσα;” αντέτεινε ο εισαγγελέας ενοχλημένος.

“Το αντίθετο κύριε εισαγγελέα. Και οι δύο στην υπόθεση αυτή, εκπροσωπούμε την πλευρά της τάξεως και του νόμου. Την κατηγορούσα αρχή. Συνεπώς είμαι ευθέως συμπαραστάτης σας και όχι αντίπαλος. Και εκ της θέσεώς σας, γνωρίζετε καλά ότι όσοι σκαλίζουν το παρελθόν, πνίγονται μέσα σε αυτό. Δεν το λέω εγώ. Η ιστορία το λέει”

“Νομίζω άκουσα τα επιχειρήματά σας, κύριε Ερμόλαε, να είστε σίγουρος ότι θα πράξω το σωστό”, απάντησε προβληματισμένος και ενοχλημένος. Ο δικηγόρος σηκώθηκε.

“Είμαι σίγουρος κύριε Εισαγγελέα. Η υπόθεση αυτή βράζει έξω στην κοινωνική γνώμη. Δεν θα ήταν καλό να δοθούν αφορμές ότι την κουκουλώνουμε. Σας ευχαριστώ για το χρόνο σας. Είμαι σίγουρος ότι θα πράξετε το φρόνιμο και το δίκαιο”


Ο Ερμόλαος έφυγε. Ένιωθε ικανοποιημένος με τη μάχη που έδωσε και σίγουρος για τα αποτελέσματά της. Ο Εισαγγελέας έμεινε στο γραφείο του σκεπτικός, προβληματισμένος και εξοργισμένος.

“Είσαι μεγάλο καθίκι, πανάθεμά σε!” μονολόγησε μέσα από τα δόντια του. Αλλά δεν μπορώ να αγνοήσω ότι τα επιχειρήματά σου είναι απόλυτα βάσιμα.


Οι διώξεις παγιώνονται


Το σοκ στην οικογένεια από όσα ο Ιορδάνης Αρμένης εκμυστηρεύτηκε σε όλους, ήταν τρομερό. Η αλήθεια άρχισε να εισβάλλει από παντού με τρόπο σαρωτικό. Πρώτα ο Μαραγκουδάκης με την απόπειρα δολοφονίας στη Βαλεντίνη. Με ένα τροχαίο που κάθε άλλο παρά τέτοιο ήταν. Και τώρα η αποκάλυψη του νόθου γιου του Στέφανου Καψή στο όνομα του νομικού τους αντίδικου. Ούτε στους πιο άσχημους εφιάλτες τους δεν το περίμεναν.


“Τι θα κάνουμε, Ισίδωρε; Τώρα ξέρουμε!” μίλησε ο Γιώργος, ο πατέρας της Βαλεντίνης.

“Να του το τρίψουμε στη μούρη!” ξέσπασε ο Αργύρης.

Ο Διοφάντους ήταν προβληματισμένος και σκεπτικός.

“Μη βιάζεστε! Μην παίζετε παιχνίδια με κινήσεις άναρχες, που έχουν συναισθηματική και μόνο έκρηξη”

“Δηλαδή θα καθίσουμε με σταυρωμένα χέρια;” πρόλαβε η Βαλεντίνη.

“Όχι! Θα περιμένουμε. Κρατάμε στα χέρια μας ένα μεγάλο χαρτί. Ο Ερμόλαος δεν γνωρίζει ότι ξέρουμε. Και από την άλλη δεν έχουμε και εμείς ολοκληρωμένη εικόνα για το πώς συνδέεται η υπόθεση. Έχουμε πολλά να κάνουμε”


Το κινητό τηλέφωνο του Διοφάντους διέκοψε το συλλογισμό του και τη συζήτησή τους. Τους έκανε νόημα.

“Είναι από το γραφείο του εισαγγελέα”

Όλοι σιώπησαν, όλοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. Ο Διοφάντους άκουγε τον συνομιλητή του, χωρίς να μιλάει. Κάποια στιγμή…

“Σας ευχαριστώ πολύ για την ενημέρωση. Φυσικά και θα περάσω, ναι”


Τα μάτια όλων ήταν στραμμένα πάνω του. Ο Διοφάντους σκέφτηκε τη σημασία των δικών του λόγων:

“Ο Ερμόλαος ξέρει!”

“Τι εννοείτε;”

“Ο Ερμόλαος ξέρει ότι είναι ο Στέφανος Καψής είναι ο πραγματικός του πατέρας!”

“Πως το βγάζετε το συμπέρασμα;”

“Τι σάς είχα πει; Αν ο Ερμόλαος γνωρίζει την αλήθεια ή αυτήν θα τον καταστρέψει ή θα χτυπήσει πρώτος”

“Και;

“Άνοιξε τα χαρτιά του! Χτύπησε πρώτος! Έκανε παράσταση στον εισαγγελέα. Τον πίεσε. Ο Ιάκωβος απαλλάσσεται οριστικά, η ομολογία του θεωρείται άκυρη και παρελκυστική. Του ασκήθηκαν όμως κατηγορίες για παρακώλυση και αποπροσανατολισμό της ανακριτικής διαδικασίας με ενδεχόμενο δόλο καθώς συναυτουργία σε σχεδιασμό φόνου…”

“Τι λέτε, για όνομα του Θεού, θέλετε να πείτε;” είπε η Βαλεντίνη.

“Θέλω να πω ότι οι διώξεις επανέρχονται στα πρόσωπά σας. Θα εκδοθεί άμεσα απόφαση για σάς, περιοριστικοί όροι αυστηροί, ελπίζω δηλαδή. Ο Εισαγγελέας θεωρεί ότι χρησιμοποιήσατε τον Ιάκωβο Δεπόντη ως άλλοθι για ίδιον όφελός σας. Είναι ελεύθερος, γυρίζει σπίτι…”

“Μα τότε…” μουρμούρισε ο Αργύρης.

“Έχουμε πόλεμο μπροστά μας και φυσικά θα ανοίξουμε και εμείς τα χαρτιά μας με κινήσεις μεθοδευμένες. Στόχος μας είναι πλέον ο Δημήτρης Ερμόλαος και το κατηγορητήριο”

“Τουλάχιστον ο Ιάκωβος θα γυρίσει κοντά μας…” είπε η Ελένη.

“Ναι, είναι κι αυτό κάτι!” μονολόγησε η Βαλεντίνη.

“Αυτός ο άνθρωπος θέλει άμεση στήριξη, να το έχετε υπ’ όψη σας, δεν είναι καλά” θύμισε σε όλους ο Διοφάντους.


Ο Ιάκωβος πάλι κοντά τους


Τα γεγονότα έτρεξαν όπως τα περιέγραψε ο ποινικολόγος. Ο εισαγγελέας επανέφερε τις διώξεις κατά του Αργύρη Ραιδεστού και της Βαλεντίνης Βαρθαλίτη. Στον πρώτο επιβλήθηκαν αυστηροί περιοριστικοί όροι, με βραχιολάκι, στο σπίτι και στη Βαλεντίνη έλεγχος παρουσίας από το αστυνομικό τμήμα. Και στους δύο εγγύηση. Διώξεις ασκήθηκαν και κατά του Ιάκωβου σε βαθμό πλημμελήματος.


Η ατμόσφαιρα βάρυνε και πάλι στο αρχοντικό. Η περισυλλογή ήταν μεγάλη αλλά η προσωπικότητα του ποινικολόγου ήταν τέτοια, που απομάκρυνε τον πανικό και έφερε τη μαχητικότητα και το πείσμα για να αγωνιστούν για την αλήθεια. Ήταν η στιγμή να ξεκινήσει και η δική τους αντεπίθεση. Αυτό που τώρα προείχε ήταν η υποδοχή του Ιάκωβου, του ταλαιπωρημένου γέροντα. Τον έφερε ο Διοφάντους με την Ελένη. Η υποδοχή όλων ήταν τυλιγμένη σε μια ολόθερμη ανθρωπιά και αλληλεγγύη. Η συγκίνηση τούς είχε καταπιεί. Ο γέροντας έδειχνε όντως καταβεβλημένος.


Αγκάλιασε με πάθος τα δυο παιδιά του, καθώς έλεγε. Τον Αργύρη και τη Βαλεντίνη. 

“Δεν κατάφερα να σάς βοηθήσω… και νομίζω ότι σάς έκανα περισσότερο κακό απ’ ότι πριν…” είπε με δυσκολία και δάκρυα στα μάτια.

“Σώπα, γέρο μου! Πάψε!” του είπε η Βαλεντίνη, “...αυτό που έκανες δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ! Έδωσες τον ίδιο σου τον εαυτό, θυσία για μάς, λίγο το λες;”

“Και τι κατάφερα, κόρη μου;”

“Πολλά Ιάκωβε, κερδίσαμε χρόνο. Και στο λίγο αυτό χρόνο έγιναν πάρα πολλά!”

“Τι έγινε;” ρώτησε εκείνος με αγωνία. Ήθελε τόσο κάτι να πιαστεί ηθικά.

“Πάρε μια ανάσα γέρο μου και θα στα πούμε όλα, πρώτα όμως να ξεκουραστείς λίγο”


Και όντως ο Ιάκωβος έμαθε τη μεγάλη αλήθεια. Για όλα. Και για το τροχαίο έγκλημα κατά της Βαλεντίνης και για το ποιος πραγματικά ήταν ο Δημήτρης Ερμόλαος. Και το σοκ για εκείνον ήταν τρομερό! Σε σημείο να φοβηθούν για την υγεία του. Όμως ήταν η Ελένη εκείνη που πήρε την πρωτοβουλία:

“Ιάκωβε! Ήρθε μια ακόμα στιγμή να σταθείς δίπλα στην κόρη σου, τώρα πια και στο σύντροφό της. Και δεν θα το κάνεις με το να λυγίσεις! Τέτοια χάρη δεν θα τους κάνεις! Έχουμε και εμείς όπλα, Ιάκωβε και δίπλα μας εδώ έναν εξαίρετο άνθρωπο και νομικό, τον Ισίδωρο. Είμαι σίγουρη ότι θα δούμε πάλι τον Ιάκωβο που ξέρουμε, αγέρωχο, ατρόμητο, αλύγιστο”

“Ναι κυρά μου! Θα γίνει όπως τα λες… όπως τα λες…”


Ένα νέο μονοπάτι ξεκινούσε για εκείνους. Ένα μονοπάτι κρίσιμο, οριακό. Για το οποίο όμως ήταν αισιόδοξοι ότι θα καταφέρουν να φτάσουν στην κορυφή με το φως και την αλήθεια.


Η πρώτη έρευνα για το μάρτυρα


Ο ποινικολόγος ανέβαζε συνεχώς το επίπεδο έντασης της δουλειάς του σε όλα τα επίπεδα. Ο Διοφάντους δεν ήταν από τους ανθρώπους, που λύγιζε εύκολα. Τον είχε πεισμώσει όλη αυτή η κατάσταση. Η πείρα του οσμίζονταν το παρασκήνιο και ένιωθε σαν θηρίο στο κλουβί. Είχε αγαπήσει όλα τα μέλη αυτής της οικογένειας. Πέραν του προσωπικού γνωστού του, του Γιώργου Βαρθαλίτη, ήρθε κοντά και εκτίμησε συναισθηματικά την καθαρότητα και των υπολοίπων, της Βαλεντίνης, του Αργύρη, του Ιάκωβου και της Ελένης. Σαν να δέθηκε προσωπικά με την υπόθεση αυτή.


“Ζήση! Ετοιμάσου για ένα ταξίδι στην Πάρο!” 

Ήταν το σαφές μήνυμά του στον συνεργάτη του στο γραφείο. Η καθήλωση του Αργύρη στο σπίτι με αυστηρούς περιοριστικούς όρους, στερούσε τον ίδιο από έναν πολύτιμο συνεργάτη. Η Βαλεντίνη ήταν παρούσα αλλά η προσωπική της κατάσταση δεν μπορούσε να υποστηρίξει τις μάχες, που ήταν άμεσες μπροστά του για να τις δώσει. Έτσι λοιπόν έκρινε ως άμεσα αναγκαία την παρουσία του Ζήση κοντά του.


“Και το γραφείο εδώ κ. Διοφάντους;” τον ρώτησε ο Ζήσης.

“Είναι η κόρη μου εκεί, Ζήση επικεφαλής και φυσικά η Ελένη. Ξέρω, ξέρω, θα ...γκρινιάζει η Ελένη, που σε ...στερώ από κοντά της αλλά μην το αδειάσουμε εντελώς το γραφείο. Εδώ χρειάζομαι και κάποιον που πιθανά να εμπλακεί σε ...στενάχωρες καταστάσεις και σε θεωρώ κατάλληλο. Και να σου πω, θα πάρεις μαζί σου και το Σπύρο, θα έχουμε δουλειές εδώ”

“Θα φωνάζουν τα κορίτσια εδώ, κύριε Διοφάντους…”

“Βρε κάνε αυτό που σου λέω, θα τηλεφωνήσω εγώ στην κόρη μου να της εξηγήσω. Και ...μεταξύ μας, δεν θέλω να βάλω σε μπελάδες την Ελένη. Εδώ έχουμε κάποιους αδίστακτους, που σκοτώνουν”

“Έρχομαι με το πρώτο αεροπλάνο, κύριε Ισίδωρε”, απάντησε ο Ζήσης, πετώντας από ενθουσιασμό. Απολάμβανε να δουλεύει δίπλα στον αεικίνητο αυτό άνθρωπο και λειτουργό της δικαιοσύνης. 


Ήρθε η ώρα για τον ποινικολόγο να πιάσει στα χέρια του το θέμα του μάρτυρα της βραδιάς του φόνου του Καψή. Ανέσυρε το φάκελο της δικογραφίας.

“Εδώ είμαστε! Για να σε δούμε και σένα κύριε…  Γεράσιμος Αναγνωστίδης. Ετών 50. Διαζευγμένος… μάλιστα… κάτοικος Πάρου. Μεταφορέας με ιδιόκτητο φορτηγό…”

Ο ποινικολόγος διάβασε και μελέτησε την κατάθεσή του. Φυσικά ανέσυρε και τα στοιχεία του, διεύθυνση σπιτιού, επαγγελματική και τηλέφωνο.

“Εσένα πρέπει να σε γνωρίσουμε κύριε Αναγνωστίδη αλλά την πρώτη φορά χωρίς να πάρεις χαμπάρι…”

Κάλεσε το γραφείο του στο κινητό του τηλέφωνο.

“Ελένη… Ελένη, μη φωνάζεις κορίτσι μου, τα ...αγόρια τα θέλω εδώ άμεσα… άσε τώρα τη γκρίνια και έχω σοβαρή δουλειά να κάνεις, λοιπόν γράφε: Γεράσιμος Αναγνωστίδης…” έδωσε τα στοιχεία του στην συνεργάτιδά του, “...θέλω ποινικό μητρώο και στοιχεία προσωπικά ότι έχουμε… άντε κορίτσι μου”


Έτριψε τα χέρια του με ικανοποίηση. Φώναξε τον Ιάκωβο. Καθώς ο συμπαθής γέροντας ζούσε χρόνια στο νησί, τον ρώτησε αν ξέρει για τον άνθρωπο αυτόν κάτι, επαγγελματικά ή προσωπικά. 

“Όχι εγώ δεν γνωρίζω κάτι κ. δικηγόρε αλλά θα φροντίσω να μάθω ότι μπορώ…”

“Άντε λεβεντιά μου! Ευκαιρία να μπεις και εσύ πάλι στη μάχη, για δες στα καφενεία κάτω στη χώρα, αν τον ξέρει κανείς…”


Όλα είχαν πάρει φωτιά! Οι άνθρωποι του σπιτιού, έμαθαν για τις κινήσεις του καθώς είχαν πάντα άμεση ενημέρωση. Για μια ακόμα φορά θαύμασαν τη μαχητικότητά του αλλά και ένιωσαν ακόμα μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και ασφάλεια κοντά του.


Το φουλάρι...


Ο Διοφάντους ήξερε ότι ο Αργύρης τον είχε ενημερώσει αναλυτικά για το θέμα του φουλαριού, του άλλου κρίσιμου αποδεικτικού στοιχείου για το βράδυ του φόνου. Αναλυτικά ήξερε για την έξοδο του ζευγαριού και την διαπίστωση της απώλειάς του, στην επιστροφή τους.


“Αργύρη, τι έκανες με τα μαγαζιά που πήγατε εκείνο το βράδυ;” 

“Πήγα και στα δύο, ευτυχώς που πρόλαβα. Θυμόταν την παρουσία μας, η Βαλεντίνη δεν ξεχνιέται εύκολα λόγω του αμαξιδίου…”

“Ναι, μην της το λες όμως αυτό ε;…”

“Ισίδωρε, η Βαλεντίνη είναι απόλυτα συνειδητοποιημένη γυναίκα. Ξέρει τι μπορεί να την ενοχλήσει και τι όχι στην περίπτωσή της…”

“Ακόμα ένας λόγος να σάς συμπαθήσω… για πες”

“Φυσικά και να μην θυμούνταν την παρουσία μας, οι εξωτερικές κάμερες κάπου θα μάς έπιαναν. Όμως μέσα στο χώρο δεν έχουμε τίποτα. Και δεν μπορεί το προσωπικό να θυμηθεί κάτι ή κάποιον να πλησίασε το ζευγάρι εκτός από αυτούς…”

Ο Διοφάντους τον κοίταξε, ο Αργύρης κατάλαβε

“Τι να σάς πω τώρα, προσωπικά δεν μπορώ να ενοχοποιήσω κάποιον από τα παιδιά εκεί…”

“Καταλαβαίνω αλλά το κρατάμε. Οι κάμερες δεν δείχνουν πριν και μετά τη Βαλεντίνη να το φοράει;”

“Όχι, το φόραγε μέσα από το πουκάμισο και η θέση του σώματος στο αμαξίδιο, δεν βοηθάει…”


Ο Διοφάντους ξεφύσηξε.

“Πού στο διάολο χάθηκε αυτό το φουλάρι, μου λες; Τι πιστεύεις; Κάποιος το πήρε, είναι σίγουρο αλλά πού και πώς; Υπάρχει περίπτωση να έχει συμβεί κάποια διάρρηξη στο σπίτι χωρίς να την αντιληφθήκατε ή τέλος πάντων κάποιος άλλος επισκέπτης…”

Η Ελένη άκουσε τη συζήτηση και παρενέβη.

“Όχι δεν είχαμε κανένα τέτοιο σημάδι και κανείς δεν ήρθε στο διάστημα αυτό”


Είχαν και διατήρησαν τον προβληματισμό τους στο ακέραιο μαζί με όλα τα υπόλοιπα. Αλλά δεν είχαν καιρό για να παγώσει η δράση τους. Η ανταπόκριση της Ελένης στο κάλεσμα του Διοφάντους ήταν σχεδόν άμεση. Μετά από λίγες ώρες ήταν σε εξέλιξη άμεση βιντεοκλήση μεταξύ τους.


Στοιχεία και πληροφορίες που πληθαίνουν


“Τι βρήκες, Ελένη;”

“Ο Γεράσιμος Αναγνωστίδης. Είναι 53 χρονών. Διαζευγμένος. Έζησε στην Αθήνα και τα τελευταία χρόνια στην Πάρο. Παλιότερα εργάστηκε σαν οδηγός ταξί και σε διάφορες εταιρείες. Στην Πάρο ξεκίνησε μια μικρή ατομική επιχείρηση μεταφορών. Ποινικό μητρώο τώρα…”

“Ναι για πες!”

“Κατά σειρά, κάποιες τροχαίες παραβάσεις, συνελήφθη δύο φορές…”

“Ώπα…”

“Παλιότερα. Μία για έργω εξύβριση και απειλές και τη δεύτερη φορά για σωματικές βλάβες…”

“Ενδιαφέρον, μάλιστα και αποφάσεις δικαστικές;”

“Δεν έχουμε”

“Γιατί;”

“Δεν πήγαν ποτέ σε ακροαματική διαδικασία, οι μηνυτές απέσυραν τις κατηγορίες, εξωδικαστικός συμβιβασμός”


Ο Διοφάντους έτριψε το πηγούνι του.

“Μάλιστα…. Έχεις φωτογραφία;”

“Ναι σάς τη στέλνω στο mail”

“Ελένη είσαι θησαυρός, σε ευχαριστώ. Θα είμαστε σε επαφή γιατί προφανώς θα χρειαστούμε πράγματα”


Η Ελένη ήταν θησαυρός όντως. Όμως άλλο τόσο θησαυρό θα χαρακτήριζες και τα νέα που έφερε ο Ιάκωβος αργά το βράδυ μετά την επιστροφή του από τα στέκια της χώρας. Ο Διοφάντους κατάλαβε ότι κουβαλούσε σημαντικές πληροφορίες από το ύφος του, που έδειχνε κάτι σαν ...καμάρι.

“Λέγε γέρο μου, τι μάς έφερες;” τον υποδέχτηκε η Βαλεντίνη στη βεράντα, όπου προσπαθούσαν όλοι να βρουν ψήγματα χαλάρωσης και γαλήνης. Ήταν όλοι εκεί, με την Αριάδνη την οικιακή βοηθό να τακτοποιεί διάφορα καλούδια.

“Λέγε Ιάκωβε!” πρόσθεσε ο Διοφάντους.

“Νομίζω έχω κάποια νέα και εσείς θα κρίνετε. Εγώ νομίζω με το φτωχό μυαλό μου ότι αξίζουν. Λοιπόν, ο Μάκης, έτσι λένε τον τύπο, ήρθε εδώ το 2021. Κλείνει τώρα τέσσερα χρόνια. Κλειστός τύπος στην αρχή, δεν είχε πολλά πάρε-δώσε. Δεν ξέρω γιατί αλλά όλοι απέφευγαν να μιλήσουν γι’ αυτόν!”

Η παρέα αλληλοκοιτάχτηκε με νόημα, ο Ιάκωβος συνέχισε:

“Λες και φοβούνται. Μισές κουβέντες και δισταγμοί. Μόνο ένας μού έβγαλε 3-4 πράγματα και αυτά με το ζόρι λόγω της γνωριμίας μας χρόνια. Ο Μάκης, μου είπε, δεν ήταν για μας, το λαουτζίκο. Νταραβεριζόταν με κάτι κοστουμάτους. Περίεργους τύπους για τη φάτσα του. Ήταν παντρεμένος. Χώρισε ή εγκατέλειψε τη γυναίκα του, δεν ήξερε να μου πει. Οι κακές γλώσσες έλεγαν ότι την καταχέριαζε…”

Η παρέα αντάλλαξε πάλι βλέμματα.

“Έχουμε κανένα όνομα, Ιάκωβε;”

“Όχι αλλά θα ρωτήσω… μού είπε και κάτι άλλο. Το μαγαζί εδώ που έστησε όταν ήρθε ήταν με πολλά λούσα. Η πιάτσα έλεγε ότι χρώσταγε σε πολλούς αλλά…”

“Αλλά;” Ο Διοφάντους τεντώθηκε λες και περίμενε αυτό που πέρασε απ’ τη σκέψη του.

“Ξεχρέωνε μαζεμένα διάφορους και χοντρό χαρτί”

“Πότε έγινε αυτό;”

“Τώρα τώρα κοντά!”


Όλοι έμειναν έκπληκτοι. Ο Διοφάντους σηκώθηκε και αγκάλιασε τον απορούντα Ιάκωβο.

“Μπράβο λεβεντιά μου, σου το ‘πα πόσο σημαντική δουλειά μπορείς να κάνεις”

“Γιατί χαίρεσαι κυρ-δικηγόρε;”

“Γιατί αυτά τα νέα μαζί με εκείνα που πήρα απ’ την Αθήνα, είναι περίφημα, Ιάκωβε!”

Ο Ισίδωρος γύρισε στην παρέα. Καταλαβαίνετε τι έχουμε έτσι; Ο Αναγνωστίδης, συλλαμβάνεται με καταγγελίες, οι οποίες αποσύρονται. Κάνει παρέα με τύπους που δεν δείχνουν της σειράς του, έρχεται εδώ με πλούσιο μαγαζί το 2021, χρωστάει και ξαφνικά ξεχρεώνει τώρα… τώρα μετά το φόνο στον οποίο είναι βασικός μάρτυρας, δηλαδή ψευδομάρτυρας, που πληρώθηκε αδρά. Τι έγινε άραγε και ξεκουβάλησε το 2021 στην Πάρο; Τι έγινε τότε;”

“Το τροχαίο…” ψέλισε η Βαλεντίνη με σβησμένη φωνή. Ο Διοφάντους γύρισε απότομα στο μέρος της.

“Πες το πάλι!” της είπε δυνατά.

“Τότε έγινε το τροχαίο…”

“Που δεν ήταν τροχαίο αλλά σχεδιασμένη απόπειρα δολοφονίας, στην οποία μεταχειρίστηκαν τον Νίκο Διονυσίου, ο οποίος ...δολοφονήθηκε εδώ!”

Το μάτι του ποινικολόγου γυάλιζε με τη δυνατή του φωνή. Μέχρι και η Αριάδνη τον άκουσε για να προστρέξει μην έχουν ανάγκη τίποτα. Την έδιωξαν διακριτικά.

“Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι ο κύριος Γεράσιμος Αναγνωστίδης είναι το βασικό εργαλείο του ανθρώπου που είναι πίσω από όλα! Μπορεί να μην είναι ένας αλλά είναι βασικός γιατί τον βρίσκουμε παντού”

“Άρα το μεγάλο αφεντικό είναι ο…” συμπλήρωσε ο Αργύρης για να τον διακόψει ο Διοφάντους.

“Μη βιάζεσαι, Αργύρη. Όλα στην ώρα τους. Και πίστεψέ με ότι η ώρα αυτή είναι πολύ κοντά μας”

“Τι θα κάνετε;” ρώτησε η Ελένη

“Ελένη μου, αύριο έρχεται ο Ζήσης. Δυστυχώς δεν έχω πάρει το αυτοκίνητο μαζί μου και θα κάνεις αγγαρεία…”

“Τι λέτε τώρα!”

“Νωρίς πρωί θα πάρουμε από το αεροδρόμιο το Ζήση. Πριν είναι ώρα να ...παρενοχλήσουμε λιγάκι το ...φίλο μας το Μάκη. Έτσι να τον τρομάξουμε λίγο”


Μια συνάντηση που αλλάζει τα πάντα


Έφτασαν νωρίς το πρωί στο μαγαζί του Αναγνωστίδη. 

“Ελένη, άφησε το αυτοκίνητο εδώ απέναντι, δεν θέλω να εκτεθείς πουθενά εσύ. Σε ξέρουν, εγώ είμαι άγνωστος. Θα με περιμένεις εδώ” είπε ο Διοφάντους.

“Τι θα κάνετε”

“Μια διερευνητική κουβέντα με το Μάκη, αν είναι βέβαια εκεί”


Ο ποινικολόγος βγήκε. Πέρασε απέναντι. Το μαγαζί ήταν όμορφο, καλοστημένο. Μεταφορές-μετακομίσεις. Ο Διοφάντους κρατούσε τη φωτογραφία του Αναγνωστίδη στην τσέπη του, αφού είχε απομνημονεύσει τα χαρακτηριστικά. Η κοπέλα τον υποδέχτηκε ευγενικά.

“Θα ήθελα παρακαλώ τον κύριο Αναγνωστίδη”

“Δεν είναι αυτή τη στιγμή εδώ, τον θέλετε για δουλειά;”

“Περίπου, θα αργήσει ξέρετε;”


Το κατώφλι της πόρτας πέρασε ένας άντρας πενηντάρης. Βαρύς σωματότυπος, ογκώδης με σκληρά χαρακτηριστικά των ανθρώπων της πιάτσας.

“Ήρθε...κύριε Μάκη, ο κύριος…”

Ο Διοφάντους γύρισε ευγενικός και με χαμόγελο αφοπλιστικό στο μέρος του.

“Καλημέρα σας, Ισίδωρος Διοφάντους”

“Τι θέλετε;”

Ο Διοφάντους άπλωσε το χέρι του

“Ποινικολόγος Διοφάντους, είμαι ο συνήγορος της κυρίας Βαλεντίνης Βαρθαλίτη και του κυρίου Αργύρη Ραιδεστού, κύριε Αναγνωστίδη”


Το χέρι του ποινικολόγου έμεινε μετέωρο. Ο άλλος σφίχτηκε απότομα. Έδειξε να κατάλαβε αμέσως. Η διάθεσή του ήταν εχθρική.

“Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε λίγο ιδιαιτέρως παρακαλώ, λίγο από το χρόνο σας”

“Φανή πήγαινε δίπλα, θα σε φωνάξω” είπε στην κοπέλα. Έμειναν δυο τους όρθιοι. Δεν έδειξε ότι ήθελε την παραμονή του.

“Τι θέλετε από μένα; Ότι ήταν να πω τα είπα στην κατάθεσή μου”

“Καταλαβαίνετε κύριε Αναγνωστίδη, η κατάθεσή σας είναι σοβαρή, ενοχοποιεί δύο ανθρώπους…”

“Δεν ευθύνομαι εγώ γι’ αυτό…”

“Προς Θεού, δεν είπα κάτι τέτοιο αλλά και εγώ, σαν συνήγορος της άλλης πλευράς θα ήθελα να σας κάνω μερικές ερωτήσεις, προσπαθώ…”

“Άκούστε κύριε, ότι ήταν να πω τέλος. Μην με μπλέκετε με τα δικά σας. Αν θέλετε κάτι ρωτήστε το δικηγόρο μου…”

“Δικηγόρο σας;…”

“Ναι τον κύριο Ερμόλαο…”

“Νόμιζα ότι ο κύριος Ερμόλαος είναι δικηγόρος της οικογένειας του μακαρίτη του Ανδρέα Καψή, είναι και δικός σας;”


Ο άλλος άναψε.

“Αυτό ήθελα να πω εγώ είμαι μάρτυρας, τίποτα άλλο. Δεν έχω να σάς πω τίποτα άλλο. Διαβάστε την κατάθεσή μου…”

“Κύριε Αναγνωστίδη, στην κατάθεσή σας υπάρχουν πολλά κενά, δεν θα ήθελα να βρεθούμε στη θέση να γίνουμε δυσάρεστοι απέναντί σας…”


Ο Διοφάντους έπαιζε με τα νεύρα του με ...Βρεταννικό φλέγμα. Ο άλλος ξέφυγε. Του έδειξε την πόρτα.

“Μην με ενοχλήσεις ξανά, άκουσες; Θα σε καταγγείλω στην αστυνομία για παρενόχληση!”

“Ζητώ συγγνώμη κύριε Αναγνωστίδη, λυπάμαι, καλημέρα σας”


Άνετα θα μπορούσε να δει κανείς στο πρόσωπο του Ισίδωρου Διοφάντους να έχει σχηματιστεί ένα μεγάλο χαμόγελο. Ένα χαμόγελο, που τον συνόδευσε μέχρι το αυτοκίνητο λίγο πιο πέρα προκαλώντας την εύλογη απορία της Ελένης.

“Τι συνέβη, πώς πήγε;”

“Πολύ καλύτερα από ότι περίμενα, Ελένη μου…Λοιπόν έχουμε κοντά δυο ώρες μέχρι την άφιξη του Ζήση. Κερνάω καφέ και τα ...νέα”


Πέρασαν λίγο πιο πέρα με τα πόδια. Ένα όμορφο καφέ στο λιμάνι τους υποδέχτηκε. Χαλάρωσαν λίγο. Ο Διοφάντους παρουσίασε στην αγωνιούσα Ελένη όλη τη σκηνή που διαδραματίστηκε στο μαγαζί καθώς και τις αντιδράσεις του. Δεν παρέλειψε να την ενημερώσει για την αναφορά του Αναγνωστίδη στον Ερμόλαο. 

“Ο κύριος Ερμόλαος πάλι μπροστά μας, με ένα ακόμα… πιθανό ρόλο…” είπε.

“Αξιοπρόσεκτη η παρατηρητικότητά σου να μείνεις στην κουβέντα του Μάκη για το ...δικηγόρο του…”

“Αυτή η οικειότητα!”

“Να δούμε πόσο ...αθώα ήταν” συμπλήρωσε εκείνος.


Κοίταξε το ρολόι του αλλά αμέσως μετά το βλέμμα του πάγωσε! Έμεινε να παρακολουθεί κάτι λίγα μέτρα πιο πέρα από τα καθίσματά τους. Ένας άντρας βάδιζε με μια ώριμη γυναίκα. Το χέρι του ήταν στους ώμους της. Θα έλεγε κανείς ότι την τραβολογούσε.


“Ελένη! Κοίτα με τρόπο εκεί, προσεκτικά!

“Τι είναι;”

“Εκεί στο δρόμο, τώρα!”

Η Ελένη έστρεψε το βλέμμα της. Όταν συνάντησε το ζευγάρι που είχε δει πριν ο Ισίδωρος, αναγνώρισε τη γυναίκα.

“Η Αριάδνη… η οικιακή μας βοηθός. Μα γιατί στέκεις σαν χαμένος; Ξέρεις τον άντρα δίπλα της;”

“Ο Γεράσιμος Αναγνωστίδης! Ο ...Μάκης!” ακούστηκε η φωνή του Διοφάντους.


Τα μάτια της Ελένης έγιναν μεγάλα και ακίνητα σαν φεγγάρια.

“Τι σημαίνει τώρα αυτό, Ισίδωρε”, κατάφερε να ρωτήσει.

“Αυτό σημαίνει πάρα πολλά και εξηγεί άλλα τόσα. Τώρα τα κομμάτια του παζλ αρχίζουν να μπαίνουν στη θέση τους…”

Συνεχίζεται...


Τετάρτη 28 Μαΐου 2025

Μια Ιδέα-Μια Έμπνευση #4, Τέταρτος κύκλος, ξεκινάμε

 "Μια ιδέα-μια έμπνευση"

Λογοτεχνικό δικτυακό δρώμενο

Τέταρτος κύκλος

Έναρξη

Αγαπημένες φίλες και φίλοι, καλόδεχτοι αναγνώστες μας. Το τέλος του Μαγιού, σηματοδοτεί τον πολυπόθητο ερχομό του καλοκαιριού. Ας το ελπίσουμε, καθώς ο άστατος καιρός είναι γεμάτος απρόβλεπτες εκπλήξεις. Εμείς ελπίζουμε, σχεδιάζουμε, αφηνόμαστε. Και το δικτυακό μας δρώμενο, που τόσο έχετε αγαπήσει και στηρίξει, κάνει την αναμενόμενη επανεκκίνησή του.

Ο Τέταρτος κύκλος περιμένει πάλι τις εμπνεύσεις σας, τις δημιουργίες σας, τις συμμετοχές σας.

Και, όπως έχουμε πει, χωρίς καμία πίεση χρόνου ή συμμετοχής, με τη δική σας επιθυμία και θέληση, κυρίαρχη. 

Όπως ανέφερα και στην ανάρτηση, με την οποία κλείσαμε τον 3ο κύκλο, μέχρι τώρα έχουμε 43 διηγήματα να στολίζουν το συλλογικό μας μπλογκ με τις δικές σας υπογραφές.

Η συλλογή μας λοιπόν ανοίγει πάλι τις "πύλες" της για τον νέο της κύκλο.

Όπως πάντα, έτσι και αυτή τη φορά θα σας δώσω την κεντρική ιδέα, πάνω στην οποία, καλούμαστε ελεύθερα να δουλέψουμε με τις δικές μας εμπνεύσεις.

Είστε έτοιμοι; Πάμε λοιπόν!

Κεντρική ιδέα:


Ένα πρωινό, λαμβάνετε έναν φάκελο χωρίς αποστολέα. Μέσα υπάρχει μόνο ένα παλιό κασετόφωνο χειρός και μια κασέτα. Πατάτε το play.

Η φωνή μιας γυναίκας ακούγεται καθαρά:

«Ξέρω ότι με θυμάσαι. Ίσως προσπαθείς να με ξεχάσεις. Μην το κάνεις. Σου μένουν μόνο λίγες μέρες.

Δεν λέει το όνομά της. Δεν εξηγεί τίποτε περισσότερο. Η φωνή της είναι ήρεμη, σχεδόν υπνωτιστική. Μα τα λόγια της κουβαλούν κάτι παράξενο: μια απειλή, ή μια κραυγή από το παρελθόν;

Το μυαλό σας αρχίζει να αναζητά. Ποια μπορεί να είναι; Από πού σας ξέρει; Τι εννοεί με τις λίγες μέρες; Μήπως κάποτε την πληγώσατε; Μήπως εσείς την εγκαταλείψατε; Ή μήπως ζητά τη βοήθειά σας;

Ξανακούτε την κασέτα. Στη δεύτερη ακρόαση, κάτι αλλάζει. Μια λέξη, μια αναπνοή, ένας ψίθυρος που δεν είχατε προσέξει πριν. Μια μελωδία ναι, με τον ήχο να αργοσβήνει. Ίσως ένα στοιχείο επί πλέον.

Η φωνή της επιμένει μέσα σας. Και τώρα, η αναμέτρηση αρχίζει. Πρέπει να τη βρείτε. Ή να ξεφύγετε.

Τι σας ενώνει; Τι σας χωρίζει; Ποιος πληγώθηκε και ποιος φεύγει τελευταίος;


Επεξηγήσεις και πιθανά tips:

  • Το φύλο στην κεντρική ιδέα είναι ελεύθερο να το προσδιορίσετε εσείς κατά την επιθυμία σας
  • Έχουμε έντονη ψυχολογική ατμόσφαιρα και στοιχείο μυστηρίου
  • Έχουμε χώρο για αφήγηση όπως εσείς επιθυμείτε. Πρώτο ή τρίτο πρόσωπο.
  • Έχουμε διαμορφωμένο υπόβαθρο με στοιχεία θρίλερ, δραματικού ψυχογραφήματος ή εντελώς αντίστροφα κάποιας κομεντί 
  • Το εύρημα της κασέτας λειτουργεί ως "χρονοκάψουλα", όπου ο πρωταγωνιστής καλείται να ακούσει ξανά ή αν θέλετε να δει ξανά τον εαυτό του

Όπως πάντα ακολουθούν ΟΡΟΙ και ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ για τυχόν νέους φίλους και φίλες, που θέλουν να συμμετάσχουν:

  • Η συμμετοχή σας δεν είναι δεσμευτική. Εξαρτάται από την ελεύθερη επιλογή και διάθεσή σας. Μπορείτε να σχολιάζετε ως αναγνώστες.
  • Γράφετε το διήγημά σας ή όποια άλλη λογοτεχνική μορφή θέλετε, με το δικό σας τίτλο και εικόνα της επιλογής σας. Αν νομίζετε ότι μπορείτε να εκφραστείτε ποιητικά, απόλυτα ελεύθερο και δεκτό.
  • Στην αρχή, πριν τον τίτλο, αναφέρετε την κεντρική ιδέα, όπως αυτή έχει δοθεί παραπάνω στην παρούσα ανάρτηση
  • Έκταση συγγραφής: Ελεύθερη χωρίς όρια. (Διήγημα μικρό ή σε συνέχειες, νουβέλα)
  • Η συμμετοχή σας δημοσιεύεται στο δικό σας blog. Τυχόν "άστεγοι" φίλοι/φίλες φιλοξενούνται στα δικά μας blogs. Με ενημερώνετε ταυτόχρονα με e-mail για να ενημερώσω την ομάδα μας.
  • Δεν υπάρχει διαδικασία βαθμολόγησης στις συμμετοχές
  • Δεν υπάρχει συγκεκριμένος ορισμός χρόνου στη δημοσίευσή σας. Έχετε άνετα το διάστημα να εμπνευστείτε και να γράψετε. Μια λογική διάρκεια είναι ένας μήνας, όπως συνήθως το τηρούμε. 
  •  Όπως γνωρίζετε, όλες οι συμμετοχές συγκεντρώνονται και δημοσιεύονται στο μπλογκ της βιβλιοθήκης μας, στο οποίο μπορείτε να μπαίνετε και να έχετε συνολική εικόνα. Το βρίσκετε εδώ:  Μια Ιδέα-Μια Έμπνευση

Αυτή λοιπόν, φίλες και φίλοι, είναι η κεντρική ιδέα του 4ου κύκλου. Εξυπακούεται ότι είμαστε εδώ να συζητήσουμε κάθε σας απορία ή παρατήρηση.

Εύχομαι σε όλους καλές εμπνεύσεις και να περάσουμε όμορφα. Οι δυστοπικές εποχές επιβάλλουν πνευματική ανάταση και δημιουργία. Μαζί και ανθρώπινη αλληλεγγύη και συλλογικότητα όπως αυτή έχει κατακτηθεί στην υπέροχη συντροφιά μας.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ, με την καρδιά μου, σε όλες και όλους.
Τρυγείστε λοιπόν το δέντρο της έμπνευσής σας



Δευτέρα 19 Μαΐου 2025

""Το Αρχοντικό της σιωπής" / Κεφ. 14 (Συμμετοχή στο δρώμενο: "Μια Ιδέα-Μια Έμπνευση #3)

 "Το Αρχοντικό της Σιωπής"





Δείτε τα προηγούμενα

Κεφάλαιο 1ο

Κεφάλαιο 2ο

Κεφάλαιο 3ο

Κεφάλαιο 4ο

Κεφάλαιο 5ο

Κεφάλαιο 6ο

Κεφάλαιο 7ο

Κεφάλαιο 8ο

Κεφάλαιο 9

Κεφάλαιο 10ο

Κεφάλαιο 11ο

Κεφαλαιο 12ο

Κεφάλαιο 13ο


Σύνδεση με το προηγούμενο:  Βγαίνει μια προσωρινή απόφαση για τον Ιάκωβο, με την οποία παραμένει έγκλειστος στο νοσοκομείο υπό φρούρηση. Δεν αίρεται η ποινική του ευθύνη, προς το παρόν καθίσταται ανίκανος προς απολογία μέχρι την επανεκτίμηση της κατάστασης.

Στο παρασκήνιο των δράσεων, οι Ιταλοί υπονοούν ότι έχουν ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με τον "διάδοχο" του δολοφονημένου Ανδρέα Καψή στην υλοποίηση των σχεδίων τους.

Τα πάντα αλλάζουν άρδην όταν το παλιό τροχαίο της Βαλεντίνης επανέρχεται στην επιφάνεια. Ένας φίλος και συνάδελφος του δολοφονημένου Νίκου Διονυσίου, εξομολογείται στον ποινικολόγο Διοφάντους ότι γνώριζε για την υπόθεση.

Το "τροχαίο" δεν ήταν ατύχημα αλλά σχεδιασμένη δολοφονία, στην οποία χρησιμοποιήθηκε ο Διονυσίου ως όργανο. Η είδηση, όπως είναι φυσικό, προκαλεί συναισθηματικό σοκ στην οικογένεια.

Όλοι φωτογραφίζουν ως δράστη στο παρασκήνιο τον νόθο γιο του Στέφανου Καψή. Στις έρευνές του, ο ποινικολόγος Διοφάντους, ανακαλύπτει ότι ο δικηγόρος, που είχε αναλάβει τότε την υπεράσπιση του οδηγού Διονυσίου, δούλευε στο γραφείο του Δημήτρη Ερμόλαου.




Κεφάλαιο 14

Το στοιχείο ότι ο δικηγόρος, που είχε αναλάβει στην εκδίκαση του τροχαίου της Βαλεντίνης, την υπεράσπιση του Νίκου Διονυσίου, ο Παναγιώτης Δέλβης, είχε δουλέψει πριν στο γραφείο του Δημήτρη Ερμόλαου, έπεσε στην οικογένεια με μεγάλο κρότο, αμηχανία αλλά και πάρα πολλά ερωτήματα. Η εμπειρία του Διοφάντους προσπάθησε να διαχειριστεί κάθε άναρχη και ύποπτη σκέψη, που περνούσε από το κεφάλι τους.

“Κοιτάξτε, σίγουρα είναι ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο. Ο Δέλβης, ο συνήγορος του Διονυσίου, είχε προηγούμενη επαγγελματική σχέση με το δικηγόρο του θείου σου, Βαλεντίνη. Όμως αυτό δεν αποδεικνύει κάτι έτσι; Μπορεί να είναι μια απλή σύμπτωση…”

“Κύριε Διοφάντους, έχω την εντύπωση ότι σε αυτήν την ιστορία, που ζούμε, μια τέτοια σύμπτωση, δεν είναι τόσο αθώα!”, διέκοψε ο Αργύρης.

“Πες τη γνώμη σου, την ακούμε”, τον προέτρεψε ο ποινικολόγος και όχι τυχαία. Πλήρως ενήμερος πλέον όλων των πτυχών αυτής της ιστορίας, είχε μεγάλη εμπιστοσύνη στο ένστικτο και στη συγκρότηση του Αργύρη.

“Ας προσπαθήσουμε να ενώσουμε τις δύο αυτές ιστορίες. Έχουμε ένα πρόσωπο, που έχει έννομο ακόμα και εκδικητικό κίνητρο, αν θέλετε, να βάλει χέρι στην περιουσία και κατ’ επέκταση στο αρχοντικό, σωστά;”

Δεν μπορούσαν παρά να συμφωνήσουν. Ο Αργύρης συνέχισε.

“Πρώτος στόχος, να βγει απ’ τη μέση η Βαλεντίνη. Δόξα το Θεό, άκαρπος! Μετά την αποτυχία, σταματά κάθε δραστηριότητα γιατί μπορεί να τραβήξει ύποπτα βλέμματα. Ερχόμαστε σήμερα. Βγαίνει απ τη μέση ο Διονυσίου, ο οποίος και ήξερε και εμφάνισε άκρως επικίνδυνες τύψεις ή ακόμα μπορεί και να τον εκβίασε. Έρχεται η σειρά του Άνδρέα Καψή. Μένει το αγκάθι της Βαλεντίνης, πάλι”

Τον παρακολουθούσαν με θαυμασμό. Ο Διοφάντους επιβεβαίωνε σιωπηρά μέσα του, την εκτίμησή του για αυτόν.

“Ο Καψής έχει δεσμεύσεις με την Ιταλική εταιρεία, η οποία τηρεί σιγή ιχθύος. Τι διάβολο, δεν ανησυχούν αυτοί οι άνθρωποι; Ένα ολάκερο πρότζεκτ τινάζεται στον αέρα και δεν κινείται φύλλο;”

“Τι υπονοείς παιδί μου;” ρώτησε ο Γιώργος.

“Υπονοώ ότι ο επίδοξος συνεχιστής της περιουσίας του αρχοντικού έχει ανοιχτό δίαυλο μαζί τους!”

“Πολύ ενδιαφέρον!” ακούστηκε ο Διοφάντους να μουρμουρά.

“Πιθανόν λοιπόν, λέω πιθανόν να εμφανίζεται εκείνος ως ο πωλητής ή ο συνεργάτης που διαδέχεται τον Καψή!”

“Άρα οι Ιταλοί και οι συνεργάτες τους, πρέπει να ξέρουν!” σχολίασε η Βαλεντίνη.

“Λογικά ναι!”

“Συνέχισε παιδί μου!” προέτρεψε η Ελένη.

“Ο άνθρωπος αυτός επιδιώκει, με λύσσα, να βγάλει απ’ τη μέση τη Βαλεντίνη. Στην πορεία τού προέκυψα και ...εγώ! Να την προσβάλει νομικά, να την εξουδετερώσει, να ακυρώσει τα δικαιώματά της”

“Ο Ιάκωβος του χαλάει τα σχέδια εδώ!” τονίζει ο Διοφάντους “...και θα προσπαθήσει να τον ακυρώσει κι αυτόν! Να τον βγάλει ανίκανο προς ομολογία”

“Μόλις θα το έλεγα!” είπε ο Αργύρης.

“Και αυτό ακριβώς κάνει με τρόπο προσεκτικό, όχι προκλητικό…” σχολίασε πάλι χαμηλόφωνα ο Διοφάντους.

“Ποιος;” πετάχτηκε η Βαλεντίνη.

“Ο Ερμόλαος κύριε Διοφάντους, έτσι δεν είναι; Πείτε το!”

Ο Διοφάντους αναγκάστηκε να συμφωνήσει.

“Μη βιάζεστε!” τους είπε ...”τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται πολλές φορές!”

“Τι θα κάνουμε;” επανήλθε η Βαλεντίνη. Ο Διοφάντους ανέλαβε την καθοδήγηση.

“Πρώτα να μάθω κάποια πράγματα για τον Ερμόλαο….”

“Κύριε Διοφάντους! Πρέπει να κινηθούμε εκεί που σταματήσαμε εγώ με την κυρία Ελένη!”

“Τι εννοείς;”

“Το ίδρυμα! Πρέπει να ρίξετε τις έρευνές σας εκεί. Πρέπει να βρούμε αν ο Ερμόλαος μπορεί να έχει την παραμικρή σχέση και γιατί τότε εμποδιστήκαμε να το κάνουμε”

“Θα το κάνουμε, Αργύρη. Όπως και θα έχουμε και το πεδίο των Ιταλών ανοιχτό”


Ο Διοφάντους σε ρόλο “στρατηγού”


Ο έμπειρος ποινικολόγος, έγινε πλέον ο νομικός οδηγός τους. Η σχέση του με τον πατέρα της Βαλεντίνης δεν ήταν μόνο επαγγελματική, ήταν καθαρά φιλική και αυτά τα συναισθήματα μεταφέρθηκαν και στη σχέση του με τους υπόλοιπους.


Ο Αργύρης με την Ελένη, του μίλησαν για την Άννα Στεργίου, την κοινωνική λειτουργό του ιδρύματος, η οποία χειριζόταν την υπόθεση της Μαριλίζας Ξένου. Τον ενημέρωσαν αναλυτικά για την αντίδραση του προϊσταμένου του ιδρύματος στην τότε επίσκεψη τους.

“Είναι λογικό να είναι αρνητικός. Τέτοιες πληροφορίες δεν δίνονται παρά μόνο με νομικές ενέργειες”

“Θα κάνουμε κάτι, τι γνώμη έχετε;” τον ρώτησε η Βαλεντίνη.

“Θα κάνω ναι! Όχι γιατί θα έχουμε αποτέλεσμα. Θα κάνουμε μια αίτηση, εκ μέρους σας, να διερευνηθεί η υπόθεση της υιοθεσίας. Έχετε έννομο συμφέρον να το ζητήσετε. Εμφανίζεται νέος κληρονόμος του Στέφανου Καψή. Βέβαια η διαδικασία είναι αργή, δεν περιμένω άμεσα αποτελέσματα από εκεί και εμείς βιαζόμαστε. Αυτό που θέλω να κάνω είναι να βάλω πίεση σε αυτόν το γιο…”

“Τι εννοείτε;”

“Εννοώ ότι είμαι σίγουρος, όπως και εσείς ότι υπάρχει ανοιχτός δίαυλος μεταξύ του προϊσταμένου και του άντρα αυτού. Σίγουρα θα πληροφορηθεί τις ενέργειές μας. Αυτό του βάζει ψυχολογική πίεση και κάθε τέτοια ενέργεια μπορεί, λέω μπορεί να τον οδηγήσει σε λάθη”


Ο Διοφάντους έδωσε τις σχετικές οδηγίες και εντολές στο γραφείο του στην Αθήνα, να καταθέσουν τη σχετική αίτηση στο ίδρυμα, όπως το συμφώνησαν. Από την άλλη στάθηκε στα σημεία πάνω στα οποία έπρεπε να δουλέψουν.


“Πρέπει να χτυπήσουμε τις κατηγορίες εναντίον σας. Ξεκινώντας από την φαινομενικά πιο αδύνατη, πιο ευάλωτη. Και αυτή είναι της Βαλεντίνης. Πάει πακέτο με αυτή του Αργύρη. Και να θυμάστε ότι ο ένοχος νοιάζεται βασικά και καίγεται για την κατηγορία απέναντι στη Βαλεντίνη. Σε αυτήν επικεντρώνει το κίνητρό του. Και εδώ έχουμε δύο στόχους: Το μάρτυρα που λέει ότι σε είδε, Βαλεντίνη, που βασικά είναι ψευδομάρτυρας…”

“Σίγουρα…”

“Και η ιστορία με το φουλάρι σου! Από εκεί θα ξεκινήσουμε. Ο σκευωρός ψάχνει εναγωνίως κάτι δικό σου. Έχει κάνει το σχέδιό του και θέλει αυτό το στοιχείο να το φυτέψει στο γραφείο του θείου σου. Θέλω να θυμηθείς πού το ένιωθες πάνω σου τελευταία φορά”


Του είπαν για τα δύο μαγαζιά που πήγαν εκείνο το βράδυ. 

“Κάτι μου λέει ότι εκεί ...εξαφανίστηκε το φουλάρι σου και όχι τυχαία. Δώστε μου τα ονόματα, θα πάω εγώ και στα δύο…”

“Και τι θα κάνετε;” ρώτησε ο Αργύρης.

“Θα ζητήσω να ψάξουν στις κάμερες, όμως θέλω ακριβείς ημερομηνίες”


Ο Ισίδωρος Διοφάντους, κέρδιζε ολοένα και περισσότερο το σεβασμό και την εκτίμησή τους. Στο πρόσωπό τους άρχισαν να νιώθουν τη σιγουριά που είχαν παντελώς χάσει. Ο άνθρωπος αυτός τους έδωσε ελπίδα, ήταν ο δικός τους “στρατηγός” στον αγώνα για την αλήθεια. Τηλεφώνησε στην Αθήνα. Έδωσε στο Ζήση το όνομα του μάρτυρα της βραδιάς του φόνου. Ζήτησε ότι στοιχεία έχουν για αυτόν από το ποινικό του μητρώο. Οι προσβάσεις του στην Αστυνομία θα είχαν πάλι δουλειά.


Στο μεταξύ δεν άργησε να έρθει και μια πλήρης αναφορά των συνεργατών του Διοφάντους για τον Δημήτρη Ερμόλαο. Καταξιωμένος επαγγελματικά, ένα άρτια οργανωμένο γραφείο στην Αθήνα. Γεννημένος το 1968 στην Αθήνα, σήμερα 56 ετών. Δεν είχε κάνει οικογένεια και οι φήμες τον έφεραν ως γοητευτικό και δυναμικό άντρα με αρκετές επιτυχίες στο γυναικείο φύλο. Από τους γονείς του δεν ζει κανείς, συνεπώς μιλάμε για τον απόλυτο εργένη. Τα τελευταία χρόνια συνδέθηκε με τον Ανδρέα Καψή, του οποίου και ανέλαβε όλη τη νομική εκπροσώπηση. Ανερχόμενο πρόσωπο δίπλα του, τον χαρακτηρίζουν εξ απορρήτων συνεργάτη και φίλο του. Οι επιρροές του σημαντικές τόσο σε πολιτικά όσο και σε επιχειρηματικά πρόσωπα και χώρους. Ο Ζήσης δεν μπόρεσε να βρει κάτι άλλο, που θα ξεχώριζε το ενδιαφέρον τους. 


Στο μεταξύ, ενημέρωσε τον Διοφάντους ότι κατέθεσαν επίσημη αίτηση προς το κέντρο βρεφών, εκπροσωπώντας την οικογένεια Καψή και συγκεκριμένα την Ελένη Καψή, τη μητέρα της Βαλεντίνης ως πρόσωπο με άμεσο και έννομο συμφέρον στην υπόθεση. Η στρατηγική και τακτική “μηχανή” του ποινικολόγου είχε πάρει κυριολεκτικά φωτιά σε όλα τα επίπεδα.


Εκνευρισμός στο παρασκήνιο


“Καλησπέρα… εγώ είμαι”, ακούστηκε σοβαρή η φωνή του προϊσταμένου του κέντρου βρεφών στο τηλέφωνο. Ο άντρας στην άλλη άκρη της γραμμής ανταποκρίθηκε με ενδιαφέρον. Ο προϊστάμενος ήταν αποκαλυπτικός:

“Παραλάβαμε νομότυπα αίτηση νομικής διερεύνησης της υιοθεσίας!”

Ο άλλος έδειξε μια ταραχή.

“Την περίμενα! Αυτός ο σατανάς ο Διοφάντους ξεκίνησε και ανακατεύει τα πάντα, που να τον πάρει ο διάολος…”

“Έπρεπε να το περιμένεις. Αφού έφτασαν ως εδώ, κάποια στιγμή θα το έκαναν. Τι σήμερα, τι αύριο…”

“Θέλει να με βρει… είναι ολοφάνερο…”

“Και φυσιολογικό. Εμείς δεν έχουμε περιθώρια. Είμαστε αναγκασμένοι να πράξουμε τα δέοντα. Δεν έχουμε και πολλές δυνατότητες…”

Η φωνή του άλλου το τηλέφωνο πρόδωσε εκνευρισμό.

“Δεν έχεις ζημιωθεί μ’ αυτήν την ιστορία, φρόντισε λοιπόν να κωλυσιεργήσεις. Την ώρα και τη στιγμή της αποκάλυψης θα την έχω εγώ και στο χρόνο που θέλω. Κοίτα λοιπόν να τους καθυστερείς!”

Ο προϊστάμενος έδειξε να δυσφορεί αλλά δεν είπε τίποτα. Συμφώνησε και έκλεισε το τηλέφωνο.


Ο άντρας έμεινε μόνος στο γραφείο του. Ήταν ταραγμένος παρά το ότι προσπαθούσε να μην το δείξει. Ξέσφιξε αρκετά τον κόμπο της γραβάτας του γιατί ένιωθε κάτι σαν να πνίγεται. Σηκώθηκε, έβαλε ένα ουίσκι και άρχισε να βηματίζει στο εσωτερικό του, μονολογώντας:

“Πάτε να μού τη φέρετε… καταραμένοι… καλά σάς είχα στριμώξει… μέχρι που ήρθε αυτός ο κωλόγερος και παριστάνει τον ήρωα για να σάς γλιτώσει!”. Χτύπησε το χέρι του στο γραφείο δυνατά.

“Και έχεις και τους Ιταλούς που συννέφιασαν και πάλι… με το δίκιο τους! Πρέπει κάτι να κάνω… Αυτή πρέπει να βγει απ’ τη μέση… Ααααχ αν δεν ήταν έτσι οι καταστάσεις, τη γλίτωσε μια φορά τότε αλλά την επόμενη θα μπορούσε να μην είναι τόσο τυχερή! Καταραμένοι!”

Ούρλιαξε αλλοπρόσαλλα μέσα στο γραφείο. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του είχαν αλλοιωθεί. Μια νοσηρή κακία είχε απλωθεί παντού, τα μάτια του έκαιγαν και έβγαζαν σπίθες. Γύρισε και πρόσεξε ένα ελαφρύ τρέμουλο στα δάχτυλα του αριστερού του χεριού.


Ήταν καιρός να ξεκινήσει τον κύκλο της αντεπίθεσής του. Το δάχτυλό του άρχισε να πληκτρολογεί στο κινητό του τηλέφωνο. 


Ο τοίχος που ραγίζει


Όλοι στην οικογένεια ζούσαν στον πυρετό των εξελίξεων. Τα μέτωπα πλέον είχαν ανοιχτεί, ο αγώνας τους για την αλήθεια είχε ήδη ξεκινήσει. Όμως ο ερχομός αυτής της μέρας ήταν μοιραίο να δώσει κάτι ανέλπιστο, κάτι απρόσμενο. 


Θα ζύγωνε μεσημέρι όταν το κινητό τηλέφωνο του Αργύρη σχημάτισε στην αναγνώριση κλήσης το όνομα του Ιορδάνη Αρμένη. Ήταν ο πελάτης τους στο γραφείο από παλιά. Ο άνθρωπος, που έμμεσα είχε καλέσει μάλλον προειδοποιήσει τον Αργύρη να σταματά να ψάχνει τη θαμμένη ιστορία του Στέφανου Καψή με τον νόθο γιο του. Μια παραίνεση, που τότε ο Αργύρης συζήτησε με την Βαλεντίνη, έχοντας παραξενευτεί σε μέγιστο βαθμό. Ο Αρμένης ήταν 64 ετων, ώριμος, υπεύθυνος άνθρωπος και επαγγελματίας από αυτούς που μπορούσες να έχεις εμπιστοσύνη στην εντιμότητά τους.

Ο Αργύρης παραξενεύτηκε. Πριν αποδεχτεί την κλήση, έδειξε το όνομα του καλούντος στη Βαλεντίνη δίπλα του. Παρόμοια έκπληξη σχηματίστηκε και στο δικό της πρόσωπο. Ο Αργύρης απάντησε.

“Ιορδάνη; ...καλημέρα”

Ακολούθησαν λίγες κουβέντες τυπικές και στη συνέχεια…

“Αργύρη...έμαθα τα δικά σας και λυπάμαι… ειλικρινά, πώς είναι η Βαλεντίνη;”

“Πώς να είναι; Τυλιγμένη σε μια κόλλα χαρτί. Μια σκευωρία, Ιορδάνη, όλα είναι μια καλοστημένη σκευωρία από μια καλά κουρδισμένη ομάδα ανθρώπων… παλεύουμε προσπαθούμε, είναι δύσκολα τα πράγματα αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς”

“Ήθελα να ‘ξερα πώς έμπλεξες έτσι να είσαι βασικός κατηγορούμενος για το φόνο του Καψή. Όταν το άκουσα πραγματικά τρελάθηκα…”

Ο Αργύρης έβγαλε μια πίκρα.

“Ιορδάνη, θυμάσαι τότε στην Αθήνα, που μού είπες να μην ψάχνω άλλο τότε στο ίδρυμα; Που μού είπες να το αφήσω; Τώρα, όπως βλέπεις με κατηγορούν εμένα για φόνο και τη Βαλεντίνη για συνέργεια. Ιορδάνη… σε ικετέυω, στο όνομα της φιλίας μας. Είναι σίγουρο ότι αυτό που περνάμε σήμερα δεν είναι άσχετο από την ιστορία του νόθου παιδιού του Στέφανου Καψή. Αν ξέρεις κάτι… αν έχεις την παραμικρή πληροφορία… τώρα είναι η ώρα!”


Η έκκληση του Αργύρη ήταν δραματική. Για κάποια δευτερόλεπτα μεσολάβησε μια παράξενη σιωπή ανάμεσά τους. Μετά ακούστηκε ήρεμη η φωνή του Ιορδάνη Αρμένη.

“Σού είπα τότε να μείνεις μακριά από όλο αυτό γιατί ήξερα ότι δεν ήσουν έτοιμος… ότι αυτή η ιστορία είναι πολύ έξω και πάνω από σένα…”

“Εντάξει από μένα Ιορδάνη, συμφωνώ, αλλά για τη Βαλεντίνη; Για τους γονείς της;”

“Δεν σε πήρα σήμερα τηλέφωνο μόνο για να μάθω τι κάνεις, Αργύρη…”

Ο Αργύρης έμεινε μετέωρος με την αγωνία να τον κατακλύζει.

“Τι θες να πεις, Ιορδάνη;”

Ο άλλος κόμπιασε λίγο.

“Ναι, είχα αποφασίσει να μη σάς μιλήσω αλλά τώρα τα πράγματα άλλαξαν. Και δεν υπάρχει περίπτωση να σάς αφήσω να χαθείτε σαν σκυλιά στο αμπέλι. Ότι μπορώ θα κάνω…”

“Ιορδάνη… ξέρεις! Ιορδάνη ξέρεις, το νιώθω! Για όνομα του Θεού, σε παρακαλώ μίλα, δεν έχουμε πολλά περιθώρια. Ο άνθρωπος αυτός είναι αδίστακτος, το βλέπεις. Το τροχαίο της Βαλεντίνης δεν ήταν τυχαίο… να τη σκοτώσει ήθελε…”

“Πώς το έμαθες αυτό; Δεν είναι δυνατόν!” ρώτησε θορυβημένος ο άλλος.

“Η πηγή είναι έγκυρη, Ιορδάνη. Και μετά ο τύπος σκότωσε και τον οδηγό του αυτοκινήτου… Και δεν σταμάτησε εκεί. Έβγαλε τον Καψή απ’ τη μέση, έμπλεξε εμάς… ποιος ξέρει τι ακολουθεί…”

“Πώς ξέρεις ότι είναι το ίδιο πρόσωπο, Αργύρη;”

“Τα κίνητρα, Ιορδάνη, φωνάζουν τα κίνητρα! Γι αυτό σου λέω, πες μας σε παρακαλώ!”


“Έτσι κι αλλιώς αυτό είχα πρόθεση να κάνω, τώρα με όσα προσέθεσες, με κάνεις πιο αποφασισμένο”

Μια βαθιά ανάσα ανακούφισης βγήκε αβίαστα από τον Αργύρη.

“Ιορδανη άκουσέ με! Δίπλα μου είναι και η Βαλεντίνη και οι δικοί της αλλά να φωνάξω και τον δικηγόρο μας. Για να μην κάνω μεταφορά, σε παρακαλώ μπορείς να κάνουμε μια βιντεοκλήση; Πού βρίσκεσαι;”

“Στο γραφείο…”

“Έμπα στο skype σε παρακαλώ να έχουμε μια ζωντανή συνομιλία, είναι αλλιώς όλο αυτό”


Ο Αρμένης συμφώνησε. Σε λίγο κάποιος θα μπορούσε να δει ένα παράξενο θέαμα στο σαλόνι του αρχοντικού. Ο Αργύρης, η Βαλεντίνη, οι γονείς της και ο Διοφάντους κρέμονταν όλοι μπροστά από μια οθόνη στο λαπτοπ της Βαλεντίνης. Ο Ιορδάνης ξεκίνησε την αφήγησή του. Μια αφήγηση, που ήταν μοιραίο να αλλάξει τα πάντα στις ζωές τους:


“Το 1986 έμελε να είναι μια πολύ καλή χρονιά τότε στη δουλειά μου. Είχα ξεκινήσει καλά, είχα κάνει ένα καλό όνομα στη δουλειά. Τότε γνωρίστηκα με έναν πελάτη. Ήταν τότε 50 χρονών. Ένας ευγενέστατος, μετριοπαθής άνθρωπος, οικογενειάρχης. Με μεγάλη οικονομική επιφάνεια. Μού είχε ζητήσει να βρω ένα καλό ακίνητο γιο το γιο τους. Ήταν τότε 15 χρονών, έφηβος και ήθελε να τακτοποιήσει τη ζωή του. Στις όλες τότε επαφές μας, γνώρισα τον νεαρό. Ζωηρό παιδί με ατίθασα χαρακτηριστικά αλλά δυναμικός και θα έλεγα και θρασύς. Εκείνο, που μού έκανε τότε εντύπωση ήταν η μεγάλη αδυναμία που του είχαν. Δεν του χαλούσε χατήρι με αποτέλεσμα αυτή η νοοτροπία να ήταν αρνητικά εμφανής στο θρασύ έφηβο.

Κάποια στιγμή δεν άντεξα και του το πέταξα. Τού μίλησα ότι τον κακομαθαίνει και δεν θα βγει για καλό…”


Ο Αρμένης έκανε ένα μικρό διάλειμμα. Ήπιε λίγο νερό και συνέχισε. 


“Τότε έμαθα ότι ο νεαρός δεν ήταν βιολογικό παιδί τους! Στην προσπάθειά του να μου δικαιολογήσει την ελλειμματική του συμπεριφορά αδυναμίας, μου εξομολογήθηκε την αλήθεια. Με τη γυναίκα του δεν μπορούσαν να κάνουν παιδί, είχαν κάποιο ιατρικό θέμα. Έτσι τότε αποφάσισαν να υιοθετήσουν ένα παιδί…”

“Πότε έγινε αυτό, Ιορδάνη;” ρώτησε ο Αργύρης.

“Κάπου στα 1970, στην Αθήνα… απευθύνθηκαν στο κέντρο βρεφών, δήλωσε άμεσα ενδιαφέρον να υιοθετήσουν ένα παιδί. Ήταν τέτοια η παρόρμησή τους, που δεν δίστασαν να πληρώσουν μαύρα λεφτά για να καλύψουν κάθε παρανομία στην υιοθεσία αν αυτή κολλούσε κάπου”

Ο Αργύρης κοιτάχτηκε με τη Βαλεντίνη και τη μητέρα της στα μάτια ενώ ο Αρμένης συνέχιζε:

“Και βρέθηκε ένα μωρό. Αγνώστου πατρός, το είχε εγκαταλείψει η μητέρα του. Δεν μού είπε τις αρχικές λεπτομέρειες, τις άφησε για αργότερα. Έτσι βρέθηκαν με ένα μικρό αγόρι, ένα παιδί, που τόσο λαχταρούσαν”


Οι καρδιές όλων άρχισαν να χτυπούν δυνατά. Πως είναι όταν ο άνεμος δυναμώνει καθώς χαμηλώνουν τα σύννεφα στον ουρανό έτοιμα να ξεφορτωθούν την καταιγίδα που έρχεται.


“Τι έμαθες μετά, Ιορδάνη;” ρώτησε η Βαλεντίνη με έναν κόμπο στο λαιμό. Τον ίδιο κόμπο ένιωσε και ο ίδιος. 

“Κάποια εποχή λίγο αργότερα τον είδα αναστατωμένο. Μεταξύ μας είχε αναπτυχθεί μια στενή σχέση εμπιστοσύνης. Τότε έμαθε την πλήρη αλήθεια για τους γονείς του παιδιού του. Ο πατέρας του παιδιού ζούσε και μέσω του ιδρύματος ζητούσε να μάθει στοιχεία για την τύχη του παιδιού του. Η μάνα του είχε πεθάνει πολύ νωρίτερα. Θορυβήθηκαν αλλά ευτυχώς άδικα. Ο πατέρας του παιδιού δεν τον ενόχλησε ποτέ! Του είχαν πει από το κέντρο βρεφών ότι δεν θα το έκανε ποτέ. Ήταν πρόσωπο με σημαντική επιφάνεια και αναγνωρισιμότητα και δεν ρίσκαρε. Μονάχα ηθικά ήθελε να ήξερε την τύχη του παιδιού του. Όταν έμαθε σε ποια χέρια ήταν ησύχασε…”


Στον αέρα επέστρεψε εκείνη η παράξενη σιωπή που τελευταία συνόδευε συνεχώς το μεγάλο αρχοντικό. Όλοι κρατούσαν τις ανάσες τους! Όλοι μέσα τους έκαναν σκέψεις αλλά κανείς δεν έπαιρνε την πρωτοβουλία να ρωτήσει. Ο Αργύρης ήταν εκείνος που είχε πάλι τη δύναμη.


“Και γιατί Ιορδάνη, προσπάθησες τότε να με σταματήσεις, να με αποτρέψεις να ψάξω περισσότερο;  Τι ήταν αυτό που σε ώθησε σε μια τέτοια απόφαση. Τι είναι αυτό το παραπάνω που ήξερες, Ιορδάνη;”


Λίγες σταγόνες ιδρώτα είχαν σχηματιστεί στο μέτωπο του Αρμένη και μάλιστα γυάλιζαν χαρακτηριστικά μέσα από την οθόνη του υπολογιστή.


“Ο θετός γιος μεγάλωσε, Αργύρη! Και εγώ τύχαινε να μαθαίνω γι αυτόν. Στην αγορά φάγαμε τα χρόνια μας, το ξέρεις. Και τα όσα μάθαινα γι αυτόν το γιο, που τώρα πια είχε εξελιχτεί σε έτοιμο άνθρωπο, δεν μου άρεσαν καθόλου. Το ήθος του, οι πρακτικές του, η ζωή του η ίδια, οι μέθοδοί του. Είχα μάθει τόσα πράγματα και είχα σχηματίσει άποψη γι αυτόν”

“Και λοιπόν; Τι σχέση θα μπορούσε να έχει αυτός ο άνθρωπος με μάς;”

“Φοβήθηκα για σας, για σένα για τη Βαλεντίνη, για την οικογένειά σας. Όταν έμαθα ότι σκαλίζατε πράγματα …. καταλαβαίνεις…”

“Και γιατί αυτά που σκαλίζαμε εμείς βρε Ιορδάνη να ακουμπούσαν στις δικές σου ανησυχίες;” ρώτησε η Βαλεντίνη.


Ο Ιορδάνης έμεινε σιωπηρός, έσκυψε λίγο το κεφάλι του στο πληκτρολόγιο. Η φωνή του του ποινικολόγου Διοφάντους ήχησε δυνατά:

“Κύριε Αρμένη, πείτε μας σάς παρακαλώ το όνομα του πελάτη σας”


Οι στιγμές έγιναν κενό ολάκερο, που ταξίδευε πίσω στο χρόνο. Ο Αρμένης σήκωσε το βλέμμα του στην οθόνη, η φωνή του έτρεμε ελαφρά.


“Αριστοτέλης Ερμόλαος... και το παιδί αυτό είναι ο ….Δημήτρης Ερμόλαος! Γιος του Στέφανου Καψή, αδελφός του Ανδρέα και της Ελένης”


Ακολούθησε το απόλυτο τίποτα. Τα παγωμένα πρόσωπα, τα σφιγμένα χέρια, τα χείλη που είχαν χλωμιάσει από το σφίξιμο, οι ρυτίδες που αυλάκωσαν τα πρόσωπα όλων. 

“Θεέ μου δεν είναι δυνατόν!” ψέλλισε η Ελένη “...δεν μπορεί να είναι αλήθεια”

Ένα ακόμα σοκ έπεφτε πάνω στους ώμους τους. 

“Αυτή δυστυχώς είναι η αλήθεια, κυρία Βαρθαλίτη…” επιβεβαίωσε ο Ιορδάνης για να προκαλέσει έντονη την αντίδραση του Αργύρη. Μια αντίδραση, που περισσότερο ρόλο είχε να τονώσει τους ίδιους παρά να δώσει εξηγήσεις:

“Και γιατί τόσο καιρό Ιορδάνη μάς άφηνες στο σκοτάδι; Γιατί δεν μίλησες; Γιατί τώρα;”

“Αργύρη… όσο κι αν σού φαίνεται παράξενο, φοβόμουν!”

“Φοβόσουν τι; Εσύ τι θα μπορούσες να φοβάσαι;”

“Δεν φοβόμουν για μένα! Για σένα φοβάμαι και τη Βαλεντίνη! Για κάποιο παράξενο λόγο, με φόβιζε αυτός ο άνθρωπος. Είχε πάνω του μια παγωνιά που σε σκοτώνει. Αυτή η επιφανειακή του γαλήνη, αυτό το ανεξήγητο φλέγμα, αυτά τα συναισθήματα σε καταστολή. Είχαν ακουστεί παράξενα πράγματα για εκείνον στην πιάτσα μας… άλλωστε δεν είχα και λόγο να φέρω στο φως κάτι, που αφορούσε βαθιά το παρελθόν”

“Τι ακούγονταν για τον Δημήτρη Ερμόλαο, κ. Ιορδάνη;” ρώτησε ο Διοφάντους.

“Γνωριμίες και διασυνδέσεις με αόρατα παρασκήνια…”

“Επί της ουσίας τίποτα, δηλαδή…” πρόσθεσε ο ποινικολόγος.

“Ο Δημήτρης Ερμόλαος, είναι ένας άνθρωπος φτιαγμένος για την εξουσία και τη νομή της. Μη σας ξεγελάει το ύφος του. Σαν δικηγόρος την είχε αυτή τη φήμη. Κοιμίζει τους αντιπάλους του. Λες και χωρίς να ξέρει, είναι φτιαγμένος από τη σιωπή της μάνας του και την εγκατάλειψη του πατέρα του...”

“Κάτι σημαντικό κ. Ιορδάνη! Τώρα που το είπατε, ο Δημήτρης Ερμόλαος, γνωρίζει την αλήθεια;” ρώτησε ο Διοφαντους.

Κοιτάχτηκαν όλοι μεταξύ τους. Αυτό ήταν κάτι που δεν είχαν σκεφτεί. Το βάρος της είδησης το είχε πάρει από κάτω.

“Αντιλαμβάνεστε όλοι ότι έχει τεράστια σημασία αν ο Ερμόλαος γνωρίζει τον πραγματικό του πατέρα!” 

Ο Αρμένης απάντησε μέσα από τον οθόνη του:

“Αυτό, μέχρι εκείνη την εποχή που εγώ είχα στενές σχέσεις με τον Ερμόλαο, θα πω ότι, όχι! Δεν γνώριζε. Ο θετός του πατέρας και η μάνα του, κρατούσαν το στόμα τους κλειστό. Αν εκείνος έμαθε κάτι, δεν το γνωρίζω και δεν ξέρω και τον τρόπο…”

“Μάλιστα!” Σχολίασε με νόημα, ο Διοφάντους, “...αυτό μάλλον στην πράξη θα το μάθουμε.


Τι σού συμβαίνει, Ελένη; ρώτησε τη γυναίκα του ο Γιώργος. Την είδε να χλωμιάζει και τη φόρτισή της να μεγαλώνει συνεχώς. Την άκουσε να απαντά:

“Ο ερχομός ενός νέου μέλους σε κάθε οικογένεια, ενός αδελφού, φέρνει πάντα χαμόγελο, ελπίδα, φέρνει εκρήξεις χαράς και νοσταλγίας. Σε μας όμως… λες και αυτό το μακρινό παραβατικό παρελθόν του πατέρα μου, να λειτουργεί σαν κατάρα πάνω μας…”

“Κυρία Βαρθαλίτη…” μεσολάβησε ο Διοφάντους, “...καταλαβαίνω πως νιώθετε. Όμως ο Δημήτρης Ερμόλαος είναι ο ετεροθαλής αδελφός σας. Δεν είναι μήτε δολοφόνος, μήτε κακούργος. Αυτό, τουλάχιστον ξέρουμε μέχρι αυτή τη στιγμή…”

“Το πιστεύετε αυτό κύριε Διοφάντους, αλήθεια;”

“Βαδίζουμε με αυτά που έχουμε…Όσον αφορά στο αν ξέρει ή όχι ο ίδιος την αλήθεια για τη ζωή του ή θα καταστραφεί ή…”

“η;”

“ή θα χτυπήσει πρώτος!”


Η είδηση αυτή ήρθε να αλλάξει ριζικά τις ζωές τους. Ήταν απόλυτη, σαρωτική και προκαλούσε άπειρα ερωτήματα και αγωνίες για αυτό που έρχεται. Θα μάθαιναν σιγά-σιγά, θα το ανακάλυπταν. Προς το παρόν, την ίδια ακριβώς στιγμή, που μάθαιναν για αυτήν την τραγική αλήθεια, ο Δημήτρης Ερμόλαος, διάβαινε αποφασισμένος και συγκροτημένος, την πόρτα του γραφείου του Εισαγγελέα της υπόθεσης. Οι κινήσεις του είχαν ήδη σχεδιαστεί καλά και έμπαιναν άμεσα σε εφαρμογή.

“Καλημέρα κ. Εισαγγελέα!”

“Περάστε κύριε Ερμόλαε, ομολογώ σάς περίμενα, καθίστε παρακαλώ…”

Συνεχίζεται...