H ζωή είναι δώρο. Σαν ένα σπιτικό ηδύποτο σε ακριβό σκαλιστό ποτηράκι, γεμάτο γεύσεις

Τρίτη 3 Ιουνίου 2025

""Το Αρχοντικό της σιωπής" / Κεφ. 16 (Συμμετοχή στο δρώμενο: "Μια Ιδέα-Μια Έμπνευση #3)

 "Το Αρχοντικό της Σιωπής"


Δείτε τα προηγούμενα

Κεφάλαιο 1ο

Κεφάλαιο 2ο

Κεφάλαιο 3ο

Κεφάλαιο 4ο

Κεφάλαιο 5ο

Κεφάλαιο 6ο

Κεφάλαιο 7ο

Κεφάλαιο 8ο

Κεφάλαιο 9

Κεφάλαιο 10ο

Κεφάλαιο 11ο

Κεφαλαιο 12ο

Κεφάλαιο 13ο

Κεφάλαιο 14ο

Κεφάλαιο 15ο


Σύνδεση με το προηγούμενο:  Ο Δημήτρης Ερμόλαος επισκέπτεται τον εισαγγελέα, στον οποίο ασκεί ενοχλητική πίεση να επαναφέρει τις κατηγορίες στη Βαλεντίνη Βαρθαλίτη και στον Αργύρη Ραιδεστό καθώς η κατάθεση του Ιάκωβου Δεπόντη καθίσταται παντελώς έωλη.

Ο εισαγγελέας, κάτω από την πίεση των στοιχείων, επαναφέρει τις κατηγορίες επιβάλλοντας κατ' οίκον περιορισμό στον Αργύρη και απαγόρευση εξόδου από το νησί στη Βαλεντίνη.

Ο Ιάκωβος επιστρέφει στην οικογένεια με τσακισμένη ψυχολογία αλλά και με προσπάθειες ανάταξης εκ μέρους τους.

Ο ποινικολόγος Διοφάντους εντατικοποιεί την νομική του αντεπίθεση με στόχο τον μάρτυρα και την υπόθεση με το χαμένο φουλάρι της Βαλεντίνης.

Τα στοιχεία για τον ψευδομάρτυρα ανήκουν στον Γεράσιμο Αναγνωστίδη, μεταφορέα, αμφιλεγόμενο πρόσωπο με σκιές στο νομικό παρελθόν του.

Ο Διοφάντους επισκέπτεται τον Αναγνωστίδη, ασκώντας του ψυχολογική πίεση με καλά αποτελέσματα ταραχής του τελευταίου. Αποχωρώντας από το γραφείου του με την Ελένη θα βρεθούν μπροστά σε μια συνάντηση που θα τους σοκάρει. Η Αριάδνη, η πρόσφατη οικιακή βοηθός της οικογένειας, μαζί με τον Αναγνωστίδη.




Κεφάλαιο 16


Πρώτα στοιχεία πανικού…


“Προχώρα σου είπα!”

Ο ώριμος σωματώδης πενηντάρης, σχεδόν έσερνε από τον ώμο την περίπου συνομήλικη γυναίκα δίπλα του. Εκείνη έδειχνε υποταγμένη και φοβισμένη, έριχνε σκόρπιες ματιές αγωνίας ολόγυρά της και ακολουθούσε χωρίς να διαμαρτύρεται. Έκαναν κάποια μέτρα στο δρόμο, έστριψαν το δεύτερο στενό αριστερά και σταμάτησαν μπροστά σε ένα μικρό ανοιχτό βαν με φυμέ κρύσταλλα. Ο άντρας άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού και έσπρωξε τη γυναίκα στο εσωτερικό του. Έριξε μια ματιά ολόγυρά του και μπήκε στη θέση του οδηγού. 

Ο Μάκης, μόλις μπήκαν στο αυτοκίνητο και έκλεισαν τις πόρτες, άρπαξε τη γυναίκα βίαια από τον ώμο κοντά στο λαιμό της.

“Τι κάνεις μωρή ηλίθια; Το ‘χασες εντελώς; Τι θέλεις εσύ εδώ στο μαγαζί, δεν σου είπα να μην ξαναπατήσεις εδώ πέρα;”

Η Αριάδνη ήταν φοβισμένη αλλά η βίαιη αντίδραση του άντρα δίπλα της, σκόρπισε ακόμα μεγαλύτερο φόβο μέσα της. 

“Έπρεπε να ….σε δω… έγιναν πράγματα…” του είπε φοβισμένα.

“Σκασμός μαλακισμένη!” ούρλιαξε στο αυτί της. Ξεκίνησε βιαστικά και πήρε το δρόμο του λιμανιού. Η ένταση ήταν ολοφάνερη επάνω του.

“Σε είδε κανένας απ’ αυτούς;” έσκουξε εκείνος για να εισπράξει μια τρομαγμένη αρνητική κίνηση του κεφαλιού της.

“Θα με κάψεις πανάθεμά σε…” μουρμούρισε βλαστημώντας ο άλλος.


Το αυτοκίνητο έκανε λίγα χιλιόμετρα, τράβηξε έξω από την Παροικιά και βρέθηκε σε μια περιοχή αγροτική αλλά και με αποθήκες. Έκοψε σε κάτι στενά και στάθμευσε σε ένα παλιό κτίσμα, που έδειχνε να είναι αποθήκη.

“Κατέβα, τσακίσου!” της είπε ωθώντας της να το κάνει. Σε λίγο ήταν μέσα στο κτίσμα. Έκλεισε πίσω του την πόρτα με θόρυβο. Μέσα ήταν αρκετό το σκοτάδι καθώς όλες οι δίοδοι του φωτός ήταν σχεδόν κλειστές. Την τραβολόγησε σε μια παλιά πολυθρόνα, την έριξε εκεί και στάθηκε αντικριστά της.

“Λέγε λοιπόν!”

“Τους άκουσα χθες…” η φωνή της Αριάδνης βγήκε με έντονα τα στοιχεία του πανικού. 

“Ποιους και τι; Λέγε!”

“Κάτι έλεγαν…. Αυτός ο δικηγόρος… έχει κάνει τον κόσμο άνω-κάτω… έψαχνε κάποιον… μετά ήρθε ο γέρος… έψαχναν τι έγινε το φουλάρι… φοβάμαι… μετά είπαν για σένα…”

Ο Μάκης έδειχνε να ανησυχεί.

“Τι έλεγαν δηλαδή;”

“Δεν άκουσα καλά… ότι κάτι δεν τους κάθεται καλά με σένα…”

“Στο διάβολο!” ούρλιαξε εκείνος με τα μάτια να γυαλίζουν. 

“Κύριε Μάκη… δεν μπορώ άλλο… δεν αντέχω! Με έβαλες να αρπάξω το φουλάρι της κοπέλας. Μου είπες να σου το φέρω, το έκανα. Μετά άκουσα πού χρησιμοποιήθηκε… δεν μπορώ να το συνεχίσω αυτό, ακούτε;” μίλησε με σπαραγμό και φόβο.


Το χαστούκι που της έριξε ήταν απότομο και σκληρό για να τη γεμίσει πόνο και ακόμα μεγαλύτερο τρόμο. Την άρπαξε από το λαιμό και την ταρακούνησε

“Άκουσέ με καλά! Ο γιόκας σου είναι στο κάγκελο…”

“Το παιδί μου δεν είναι φονιάς, κάτι μικροκλοπές  έχει…”

“Σκασμός! Τι σου ζήτησα μωρή; Μια δουλειά σού είπα να κάνεις, τα γυρίζεις τώρα; Τι θέλεις; να νεκροφιλήσεις το γιό σου; ”

“Δεν μπορώ! Δεν το καταλαβαίνεις… θα τα ανακαλύψουν όλα, θα πάω φυλακή, θα γίνω συνεργός…”

“Δικός μου λογαριασμός τι θα κάνω. Άκου με καλά! Δεν θα το πω δεύτερη φορά, γυρίζεις πίσω σαν να μην έγινε τίποτα. Δεν ξέρεις, δεν άκουσες, δεν με είδες ποτέ σου! Αλλιώς…. Αλλιώς δεν θα προλάβεις να βάλεις μαύρα για τον κανακάρη σου γιατί θα βρούνε και σένα σφαγμένη, κατάλαβες;”


Η Αριάδνη ένιωθε τον εφιάλτη να σφίγγει γύρω της σαν ένας κατασκότεινος μανδύας. Έβαλε τα κλάματα κουνώντας υποταγμένη το κεφάλι της. Όμως μέσα της, η καρδιά της και η συνείδησή της δεν άντεχε να αποδέχεται αυτό το ρόλο. Και αυτό το δίλημμα ήταν ακόμα πιο βασανιστικό από το φόβο που της προκαλούσε ο Μάκης.


Μπροστά στο νέο σοκ...


Στο δρόμο προς το αεροδρόμιο, ο Διοφάντους με την Ελένη προσπαθούσαν να αφομοιώσουν την εικόνα, που πριν λίγο είχαν δει μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους.

“Βρέθηκε λοιπόν ο τρόπος που το φουλάρι της Βαλεντίνης έφυγε από το σπίτι, έτσι εξηγείται…” τόνισε ο ποινικολόγος. Η Ελένη ήταν εμφανώς προβληματισμένη, είχε μια έκφραση ήττας. Το ότι μέσα στο ίδιο της το σπίτι είχε μπει δόλιος δάκτυλος, την ξεπερνούσε.

“Η Αριάδνη… δεν το περίμενα”

“Τη γνωρίζετε καιρό;”

“Όχι τον τελευταίο μήνα ήρθε. Ο Ιάκωβος δεν μπορούσε να καταφέρει να είναι κοντά στη Βαλεντίνη, έπρεπε να υπάρχει και μια γυναίκα. Εκείνος τη βρήκε αλλά… η εικόνα της… δεν έδειχνε τέτοιον άνθρωπο… κοντεύω να τρελαθώ, τι θα κάνουμε;”

“Δεν πρέπει να την προγκίξουμε, σίγουρα κάτι θα υπάρχει με το οποίο την ελέγχουν εκτός αν είναι καθαρά δικό τους πρόσωπο…”

“Και πώς;”

“Θα το χειριστούμε με προσοχή. Σημασία έχει να μάθουμε τι ακριβώς έχει γίνει. Αν πάμε επιθετικά, εκδικητικά θα τη χάσουμε. Αν όμως πάμε ανθρώπινα, θα της δώσουμε μια ευκαιρία και θα αποκτήσουμε ένα ακόμα πλεονέκτημα, σύμφωνοι;”

Η Ελένη συμφώνησε ενώ μέσα της, μία ακόμα φορά, ένιωσε τυχερή που ο άνθρωπος αυτός ήταν κοντά τους να διαχειριστεί μια τόσο κρίσιμη υπόθεση για τη μοίρα των ανθρώπων της.

Πήγαν στο αεροδρόμιο, παρέλαβαν το Ζήση και το Σπύρο. Ο Διοφάντους ρώτησε για να βρουν ξενοδοχείο διαμονής.

“Τα παιδιά θα μείνουν μαζί μας στο αρχοντικό!”

“Ελένη, έχουμε μαζευτεί ...στρατός εκεί πέρα” αντέτεινε ο Ισίδωρος.

“Το σπίτι είναι μεγάλο, ένα ακόμα δωμάτιο υπάρχει, μην το συζητάτε”


Γύρισαν σπίτι. Έγιναν οι συστάσεις αλλά εκείνο που βάρυνε την ατμόσφαιρα ήταν η ενημέρωση των υπολοίπων για το θέμα της Αριάδνης. Ήταν ένα πραγματικό σοκ, ένα ακόμα. Το καλό στην υπόθεση, αυτό που απάλυνε την κατάσταση ήταν ότι λύθηκε το θέμα με το φουλάρι. Τώρα είχαν το πάνω χέρι στην υπόθεση αυτή. Ήξεραν! Και ένα βασικό στοιχείο πάνω στο οποίο στηρίχτηκε η κατηγορία κατά της Βαλεντίνης ήταν αυτό. 


“Θα χρειαστείτε ταχύρυθμο φροντιστήριο από μένα για να μπείτε σε όλες τις λεπτομέρειες της υπόθεσης” είπε ο ποινικολόγος στους νεαρούς συνεργάτες του.


Έμειναν σύμφωνη με τη νέα τακτική που χάραξε ο Διοφάντους και πήραν τις οδηγίες τους να την ακολουθήσουν. Δεν είχαν παρά να περιμένουν. Η Αριάδνη κάποια στιγμή θα επέστρεφε.


Η Αριάδνη αντιμέτωπη με τις επιλογές της


Και το έκανε αργά το μεσημέρι της ίδιας μέρας. Ήταν μια Αριάδνη εμφανώς αναστατωμένη, με τα σημάδια της θλίψης στο πρόσωπό της, με το σώμα της κυρτό και ύφος τρομαγμένο. Η Ελένη ήταν η πρώτη, που συνάντησε μπαίνοντας στο εσωτερικό του σπιτιού. Πρόσεξε στο δεξιό της μάγουλο, ψηλά κοντά στο μάτι, εμφανή τη μελανιά.

“Το καθίκι, τη χτύπησε!” σκέφτηκε από μέσα της. Η Αριάδνη τρόμαξε μόλις την αντίκρισε. Μια αντίδραση όχι φυσιολογική για κάποιον άνθρωπο, που μπαίνοντας σε ένα σπίτι, είναι σίγουρο ότι κάποιον θα συναντήσει.

“Καλησπέρα κυρία…” μίλησε σιγανά.

“Καλησπέρα Αριάδνη… άργησες και ανησύχησα…”

“Συγγνώμη κυρία, μου έτυχε κάτι προσωπικό, λησμόνησα να σάς ενημερώσω για την καθυστέρηση”

Η Ελένη πήγε κοντά της ήρεμα. Στάθηκε μπροστά της και την κοίταξε. Άπλωσε το χέρι της προσεκτικά στο σημάδι. Η γυναίκα δεν ήξερε προφανώς την έκταση του μώλωπα, που άφησε το χαστούκι στο πρόσωπό της.

Αριάδνη μου, τι έπαθες; Το πρόσωπό σου εδώ είναι πρησμένο, μελανιασμένο!”

Εκείνη ξαφνιάστηκε. Έκανε δυο βήματα πίσω τρομαγμένη, προσπαθώντας να σκεπάσει το μάγουλό της.

“Δεν είναι τίποτα κυρία, σήμερα νωρίς το πρωί, γλίστρησα και έπεσα με τα μούτρα στο ντουλάπι. Δεν του έδωσα σημασία αλλά… τι έχει… δεν το είδα, πρήστηκε;”

“Ναι, είναι χάλια, να βάλεις πάγο θα πρηστεί και το μάτι σου” της είπε η Ελένη.


Στο μεταξύ φάνηκε η Βαλεντίνη. Στάθηκε και την είδε. Έσπρωξε το αμαξίδιο κοντά της. Την έφτασε σε απόσταση να απλώσει το χέρι της. Η Αριάδνη σφίχτηκε, η Βαλεντίνη είχε ήδη αγγίξει τα δάχτυλά της, τα οποία είχαν αρχίσει να τρέμουν ελαφρά. Η φωνή της ακούστηκε ήρεμη και γαλήνια.

Αριάδνη… γνωριζόμαστε λίγο, ίσως ακόμα δεν έτυχε να μιλήσουμε περισσότερο, ειδικά οι δυο μας γιατί, περισσότερο για μένα είσαι εδώ, όμως θέλω να ξέρεις κάτι. Ό,τι και να έγινε στη ζωή σου, μπορείς να μάς το πεις! Όποιο και αν είναι αυτό. Είμαστε εδώ σαν δικοί σου άνθρωποι, θέλω να το θυμάσαι αυτό!”


Η σκηνή ήταν τεταμένη στα όριά της. Το ένιωθες στην ατμόσφαιρα. Κανείς δεν μίλησε για λίγο, λες και ο χρόνος είχε παγώσει εντελώς. Η Αριάδνη άρχισε να βαριανασαίνει. Μέσα της έδινε μια μεγάλη μάχη ανάμεσα στη σιωπή της συνενοχής και την επώδυνη αλήθεια.

“Κυρία Βαλεντίνη…”, κόμπιασε.

“Δεν είμαστε ανακριτές, Αριάδνη, φίλοι σου είμαστε!”

“Δεν ήθελα… αλλά… δεν είχα άλλη επιλογή… είμαι μόνη και τρομαγμένη…”


Η ισορροπία ανάμεσα στη σιωπή και την ομολογία έγινε ακόμα πιο οριακή. Η Ελένη πλησίασε και εκείνη κοντά της.

“Αριάδνη, δεν είμαστε κριτές, είμαστε άνθρωποι, βγάλτο από μέσα σου, καλή μου…”

“Κυρία… είμαι μονάχη, έχω μείνει μονάχη εδώ και χρόνια… ο άντρας μου έφυγε, ξεπόρτισε. Έμεινα με το Θοδωρή να προσπαθήσω να τον μεγαλώσω… τι να του δώσω… δεν μπορούσα να πω όχι… ο Θοδωρής…”

“Ο Θοδωρής τι, Αριάδνη;” ρώτησε η Βαλεντίνη ήσυχα, “...μπορεί να έχουμε ακόμα ευκαιρία να κάνουμε κάτι για εκείνον…”

“Ο Θοδωρής εδώ και χρόνια λοξοδρόμησε κυράδες μου… τον πήρε η αψάδα της νιότης, η αφέλεια,  το εύκολο κέρδος, τα νυχτοπερπατήματα. Δεν στάθηκα άξια μάνα να τον προστατέψω. Το παιδί μου έμπλεξε, βρέθηκε μέσα σε κάτι μικροκλοπές, πιάστηκε, είναι προφυλακισμένος…”

“Γιατί δεν μας το είπες, Αριάδνη! Έχουμε κοτζάμ ποινικολόγο εδώ…”


Η Αριάδνη είχε πάρει την απόφασή της. Άρχισε να μιλάει. 

“Με πλησίασε αυτός ο ...Μάκης, κακιά η ώρα Θεέ μου. Ήξερε για το παιδί μου. Ήταν ζεστός, μού έλεγε ότι θα κάνει πολλά για να ελαφρύνει τη θέση του… του είπα εγώ, άνεργη ήμουν, δεν είχα λεφτά να πληρώσω δικηγόρους… Μού είπε δεν θέλει λεφτά, μια χάρη μόνο ζητούσε…”

“Πότε έγινε αυτό Αριάδνη;” ρώτησε η Βαλεντίνη.

“Λίγο μετά που ήρθα εδώ…”

“Άρα ήξερε ότι δούλευες εδώ”

“Ναι κυρά, πολλά ήξερε για σας και την οικογένειά σας…”

“Τι ζήτησε Αριάδνη;”

“Κάτι δικό σας, κάτι που να φαίνεται ότι είναι προσωπικά δικό σας. Ένα ρούχο, ένα κόσμημα...Άρχισα να ρωτάω… τότε άλλαξε βιολί… έγινε σκληρός, μού είπε να μη ρωτάω μόνο να το κάνω και μάλιστα βιαζόταν. Του είπα δεν μπορώ… πρέπει να ξέρω… Τότε άρχισε τις απειλές. Ήξερε λεπτομέρειες για το γιο μου. Μού είπε ότι θα του φορτώσουν τις κατηγορίες…”

“Ποιοι;”

“Έδειχνε να είναι κάποιοι από πίσω, δυνατοί… μετά μού είπαν θα τον σακατέψουν στη φυλακή… και σήμερα… θα τον…”


Η Αριάδνη λύγισε. Η φωνή της μπλέχτηκε με τα δάκρυά της. Κατέρρευσε. Την έβαλαν να καθίσει, εκείνη συνέχισε.

“Τη βραδιά που βγήκατε με τον κύριο Αργύρη, μετά που γυρίσατε, πήρα το φουλάρι σας, το είδα ότι το φοράτε, ότι ήταν δικό σας. Το πήρα και του το πήγα…”

“Ύστερα;”

“Ύστερα έμαθα τι έγινε… με το θείο σας και με το φουλάρι, πού το χρησιμοποίησαν. Τρόμαξα, σιχάθηκα τον εαυτό μου, συναντήθηκα μια φορά έξω μ’ αυτόν το Μάκη… είδα ένα τέρας απέναντί μου… όπως σήμερα…”


Η επαλήθευση ήρθε να προσθέσει ένα ακόμα βάρος στην οικογένεια. Ένιωθαν το σπίτι τους να είχε πια τρωθεί από τα μέσα. Η Αριάδνη έπεσε στα πόδια της Βαλεντίνης.

“Συγχώρα με κορίτσι μου! Σού έκανα μεγάλο κακό, δεν έχω μάτια να σε δω, συγχώρεσέ με! Αλλά τώρα πίσω πια δεν κάνω, δεν μπορώ να σώσω το παιδί μου και να χαντακώσω μια άλλη οικογένεια, δεν θα ησυχάσω ποτέ…”


Έμειναν για λίγα δευτερόλεπτα έτσι αγκαλιασμένες. Ο Ισίδωρος Διοφάντους από το διπλανό δωμάτιο που άκουγε έκανε νόημα στον Αργύρη να μείνει στη θέση του. Ο ίδιος μπήκε μέσα και πήγε κοντά στη Αριάδνη.

“Θα το βοηθήσουμε το παιδί σου, Αριάδνη, σού δίνω το λόγο μου! Θα ειδοποιήσω σήμερα κιόλας στο γραφείο μου να αναλάβει κάποιος να στηρίξει το γιο σου...”

“Θα του κάνουν κακό!”

“Μπορεί να έπαιξαν με το φόβο σου, Αριάδνη, δεν είναι δα και πανίσχυροι. Αλλά δεν θα ρισκάρουμε. Θα ενημερώσουμε την αστυνομία για ειδική προστασία”


Η γυναίκα δεν ήξερε πώς να αντιδράσει, πώς να διαχειριστεί τα αισθήματά της.

Αριάδνη, άκου με προσεκτικά. Δεν θα σου πω ψέματα, μήτε θα σε στολίσω με όμορφα λόγια. Δεν είσαι εγκληματίας. Είσαι θύμα εκβιασμού. Ναι, αυτό που έκανες είναι ποινικά κολάσιμο και μπορεί ο εισαγγελέας να ασκήσει δίωξη σε βάρος σου, όμως η ομολογία σου αλλάζει πλευρό στο πού είσαι. Και από εδώ και πέρα, θέλω να μιλάς μόνο με την αλήθεια…”

Ένευσε γεμάτη δάκρια με το κεφάλι της θετικά.

“Ξέρεις ποιος είναι πίσω από το Μάκη; Γνώρισες κάποιο άλλο πρόσωπο κοντά του;”

“Όχι κύριε, δεν μου είπε ποτέ τίποτα…”

“Το ξέρει το παιχνίδι, το τομάρι και φυλάγεται καλά…”

“Κύριε τι πρέπει να κάνω;”

“Προς το παρόν τίποτα. Συνεχίζεις σαν να μην άλλαξε τίποτα. Αν σε ενοχλήσει δείχνεις να συνεχίζεις. Δεν πρέπει με τίποτα ο Μάκης να μάθει ότι μάς μίλησες, γιατί κινδυνεύεις άμεσα. Όταν όμως έρθει η στιγμή, πρέπει να καταθέσεις, Αριάδνη. Θα εμφανιστείς ως δικός μας μάρτυρας στον εισαγγελέα, θα πεις απλά την αλήθεια. Εγώ θα σε στηρίξω για τον εκβιασμό για να πετύχουμε την απαλλαγή σου”

“Το παιδί μου κύριε…”

“Όλα θα γίνουν συντονισμένα, Αριάδνη για να μη βρεθεί το παιδί σου απροστάτευτο. Δεν θα σας εκθέσουμε πριν τους έχουμε στο χέρι. Και φυσικά θα είσαι ενήμερη για τα πάντα”


Όλοι έδειχναν να βρίσκουν τις ανάσες τους με την συναισθηματική ένταση να αποφορτίζεται με συγκίνηση. Ήταν μια πολύ δύσκολη στιγμή για όλους. Όμως ένα μεγάλο βάρος άρχισε να σπάει και να μετακινείται από πάνω τους. Τα μάτια της Ελένης και της Βαλεντίνης στράφηκαν προς τον ποινικολόγο. Ένα βλέμμα επιδοκιμασίας και ευγνωμοσύνης διασταυρώθηκε με το δικό του ελαφρύ χαμόγελο. Μπορούσαν να χαρούν λίγες στιγμές γαλήνης.


Παράθυρο στις αναμνήσεις...


Η μέρα είχε απίστευτη ένταση, που όλοι ήθελαν κάπου να ακουμπήσουν τις καρδιές τους για να κερδίσουν λίγες ανάσες. Τα γεγονότα κάλπαζαν με ανεξέλεγκτο ρυθμό και όλοι είχαν μπει σε μια κατάσταση, που ήταν ακραία απαιτητική.


Το βράδυ πέρασε με συγκέντρωση όλων στο αρχοντικό, που μετά από πάρα πολλά χρόνια έζησε μια τέτοια μεγάλη συγκέντρωση ανθρώπων ολόγυρα από ένα τραπέζι. Δεν είχαν κάτι να “γιορτάσουν” παρά μονάχα να συνειδητοποιήσουν ότι τα βαριά δεσμά των γεγονότων είχαν πια σπάσει για τα καλά. Ο δρόμος ακόμα ήταν μακρύς αλλά, μέσα τους, σιγόκαιγε πλέον η βεβαιότητα ότι θα τα καταφέρουν.


Στην όμορφη βεράντα του αρχοντικού, αυτή που βλέπει στον κήπο, είχαν πια μείνει ο Ισίδωρος, η Βαλεντίνη, ο Αργύρης καθώς και οι νεοαφιχθέντες, ο Ζήσης και ο Σπύρος. Είχαν και εκείνοι εγκλιματισθεί στην οικογένεια νιώθοντας ίδιο σώμα. Η νύχτα είχε προχωρήσει για τα καλά. Οι υπόλοιποι δεν είχαν αντέξει και είχαν ήδη αποσυρθεί. Λίγη παγωμένη μπύρα συνόδευε τη χαλαρή κουβέντα όλων. Ο Ισίδωρος έδειχνε εμφανώς κουρασμένος, κυρίως πνευματικά. Είχε αφήσει τον εαυτό του χαλαρό έτσι στη ξύλινη πολυθρόνα να απολαμβάνει το τραγούδι του γκιώνη στο κήπο. Κάποια στιγμή ακούστηκε η Βαλεντίνη.


“Κύριε Ισίδωρε, μπορώ να ρίξω μια ματιά σε κάτι στο λαπ τοπ σας;”

“Πολύ ευχαρίστως παιδί μου!’

Η κοπέλα κύλισε με το αμαξίδιό της κοντά στο τραπέζι. Στάθηκε απέναντι στο λαπ τοπ του ποινικολόγου. Το βλέμμα της στάθηκε στην επιφάνεια εργασίας του υπολογιστή. 


“Παρατηρώ μέρες αυτήν την εικόνα που έχετε στην επιφάνεια εργασίας στο λαπ-τοπ και ήθελα να σας ρωτήσω, νομίζω είναι πίνακας ζωγραφικής;”

Ο Διοφάντους ένιωσε άμεσα τη σημασία των λόγων της. Χαμογέλασε με νοσταλγία.

“Ναι Βαλεντίνη, σωστά μάντεψες. Είναι ένας πίνακας ζωγραφικής… πολύ σημαντικός για μένα”

Με μιας τα μάτια του Ζήση στράφηκαν στα δικά του. Ο νεαρός συνεργάτης του ήξερε και ήξερε πολύ καλά αυτόν τον πίνακα.

“Κοιτάζω την εικόνα αυτής της κοπέλας, είναι πραγματικά εκπληκτική. Έχει μια τέτοια ζωντάνια αλλά και μια αδιόρατη θλίψη στην έκφρασή της…”

“Ελουάζ!” διέκοψε ο Ισίδωρος.

“Τι είπατε;”

“Είναι η Ελουάζ. Αυτό είναι το όνομα του πορτραίτου…” απάντησε εμφανώς συγκινημένος εκείνος.

“Παράξενο όνομα, ποια είναι αυτή η γυναίκα, συγγνώμη αν είμαι αδιάκριτη αλλά μού έχει κάνει μεγάλη εντύπωση”

“Είναι… ήταν ένα κορίτσι… μια γυναίκα… που βίωσε μια εφιαλτική πλευρά της ζωής… μια κοπέλα, που τα όνειρά της σκίστηκαν και βιάστηκαν με τον πιο αποκρουστικό τρόπο…”

“Θέλετε να πείτε ότι την ξέρετε;”

“Περισσότερο από όσο μπορείς να φανταστείς, κορίτσι μου! Το πραγματικό της όνομα ήταν Κατερίνα Ιατροπούλου, μπορείς να μάθεις όλες τις λεπτομέρειες στο διαδίκτυο, αναζητώντας την υπόθεσή της…”

“Είπατε ήταν…;”

“Ναι, Βαλεντίνη… ήταν… τώρα είναι σε έναν άλλο κόσμο, που πραγματικά της άξιζε, κάτω από μια απλή μαρμάρινη πέτρα, που γράφει το όνομά της… Ελουάζ”

“Ο ζωγράφος;”

“Ο ζωγράφος ήταν ένα από εκείνα τα μοιραία πρόσωπα στη ζωή της, που τη σημάδεψε και ήταν και εκείνος τελικά που της έδωσε και τη ...χαριστική βολή”


Ο Διοφάντους ήταν έντονα συγκινημένος. Ο Ζήσης κατάλαβε και προσπάθησε να μπει στην κουβέντα αλλά εκείνος τον σταμάτησε.

“Συγγνώμη κύριε Ισίδωρε, δεν ήθελα να σάς αναστατώσω!”

“Όχι παιδί μου...άλλωστε και σε εκείνην όπως και σε σένα και στον Αργύρη, κάποια ανάλογη πλεκτάνη είχαν στήσει, βέβαια σε κείνη η κατάσταση ήταν απίστευτα ακραία…”


Άρχισε να μιλάει για την υπόθεση εκείνη που είχε σημαδέψει την επικαιρότητα πριν χρόνια. Την υπόθεση, που είχε χειριστεί ο ίδιος με την τραγική κατάληξη να μην προλάβει να σώσει την “Ελουάζ”.

Η Βαλεντίνη και ο Αργύρης δεν θα πίστευαν ποτέ ότι θα έβλεπαν αυτόν το στιβαρό άνθρωπο δακρυσμένο και τόσο έντονα συγκινημένο. Μίλησαν για όλα αυτά τότε, τον άκουσαν προσεκτικά, μπήκαν στην καρδιά του.

“Όταν ο πατέρας σου, με ενημέρωσε για την υπόθεσή σας και τη δεινή σας θέση, αυτή η υπόθεση στοίχειωσε πάλι μέσα μου. Θέλω να προλάβω, παιδιά! Όσο περνάει απ’ το χέρι μου, δεν θέλω κανείς να βρεθεί σε ανάλογη θέση με εκείνη της Ελουάζ. Ξεψύχησε στα χέρια μου και αυτός ο πίνακας ήταν η τελευταία της επιθυμία να μείνει στα χέρια μου”

Η συγκίνηση απλώθηκε και στη Βαλεντίνη με τον Αργύρη. 

“Δεν ήθελα ποτέ να σας αναστατώσω…”

“Καλό μου έκανες, παιδί μου. Με έφερες πάλι κοντά της. Και αυτό, πίστεψέ με, μού κάνει καλό…”


Η Βαλεντίνη ήρθε κοντά του, το ίδιο και ο Αργύρης. Τα χέρια τους απλώθηκαν στα δικά του τόσο ανθρώπινα, τόσο δοτικά. Ο Ζήσης με το Σπύρο από δίπλα βίωναν και εκείνοι τις στιγμές. Ήταν κάτι παράξενο. Η τυπική σχέση δικηγόρου-πελατών, είχε γίνει απόλυτα κομμάτια και στη θέση της είχε αναδυθεί η πραγματική. Η σχέση πατέρα προς τα παιδιά του ή η σχέση ανθρώπων, που έχουν ο ένας την ανάγκη του άλλου να δώσουν και να πάρουν.


Ο Ζήσης με το Σπύρο σηκώθηκαν, περπάτησαν λίγο στον κήπο. Ο Ζήσης άναψε τσιγάρο.

“Τι ιστορία ρε φίλε κι αυτή!” ψιθύρισε ο Σπύρος.

“Ξέρεις κάτι; Ακόμα πιστεύω ότι η Ελουάζ για τον Διοφάντους ήταν πολλά παραπάνω. Από εκείνα, που δεν μπορείς εύκολα να τα ορίσεις και να τους δώσεις ταμπέλα” σχολίασε ο Ζήσης.

“Ίσως και να μη χρειάζεται τελικά, το κάνει η ίδια η ζωή” απάντησε ο Σπύρος. 


Ένα δημοσίευμα που προκαλεί ταραχή


Στο γραφείο του Δημήτρη Ερμόλαου επικρατούσε μια απόλυτη παγερή σιωπή. Ήταν μόνος, είχε διώξει τους επαγγελματικούς του συνεργάτες. Ποτέ του δεν είχε νιώσει να βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση. Παρά το ακατάλληλο της ώρας, δίπλα του στο γραφείο ήταν ένα ποτήρι με ουίσκι. Είχε αδειάσει ήδη το δεύτερο. Στα χέρια του κρατούσε το σημερινό φύλλο της κεντρικής τοπικής εφημερίδας αλλά η κοπέλα στο γραφείο τον είχε ήδη, από το πρωί, ενημερώσει να ακούσει κάποια από τις γνωστές τηλεοπτικές εκπομπές, η οποία ασχολήθηκε με την πολύκροτη υπόθεση του Ανδρέα Καψή. Υπήρχαν εξελίξεις.


Ένιωσε την άκρη στο κάτω μέρος του χειλιού του να τρέμει ελαφρά. Το κεφάλι του έκαιγε και τα ερωτήματα έπεφταν βροχή. Διάβασε πάλι με προσοχή το δημοσίευμα της τοπικής εφημερίδας.


“Μόνο εύκολη ή δεδομένη δεν θα πρέπει να θεωρείται πλέον η εξέλιξη της πολύκροτης υπόθεσης της δολοφονίας του Ανδρέα Καψή, της γνωστής οικογένειας του νησιού μας. Η μέχρι τώρα πορεία των ερευνών και οι εισαγγελικές κατηγορίες έχουν μείνει σταθερά στα πρόσωπα της νεαρής ανιψιάς του και του προσωπικού της φίλου.

Όμως τελευταία πληθαίνουν τα στοιχεία, που αναδεικνύουν την ανάμιξη στην υπόθεση τρίτου προσώπου με εμφανή οικονομικά κίνητρα. Στοιχεία, που οι πληροφορίες μας λένε ότι σύντομα θα φτάσουν στο γραφείο του αρμόδιου εισαγγελέα, με τη  μορφή συγκεκριμένων αναφορών….”


Πέταξε την εφημερίδα κάτω στο έδαφος με οργή και βία. Άνοιξε τον υπολογιστή και πήγε ξανά στο συγκεκριμένο βίντεο. 


“Σημαντικές εξελίξεις είχαμε σήμερα στη γνωστή υπόθεση της δολοφονίας του επιχειρηματία Ανδρέα Καψή για την οποία, ως γνωστό, έχουν ασκηθεί κατηγορίες στον Αργύρη Ραιδεστό για φυσική αυτουργία και στην Βαλεντίνη Βαρθαλίτη για συναυτουργία…”

“Σε ακούμε Χρήστο”

“Ο συνήγορος των δύο κατηγορουμένων, γνωστός ποινικολόγος Ισίδωρος Διοφάντους, επισκέφτηκε σήμερα το πρωί τον αρμόδιο εισαγγελέα στο γραφείο του. Στην έξοδό του, μάς έκανε πολύ ενδιαφέρουσες δηλώσεις…”

“Να τις ακούσουμε Χρήστο!”


Το βίντεο άρχισε να αναπαράγεται στην οθόνη. Στην εικόνα εμφανίστηκε ο Ισίδωρος Διοφάντους ανάμεσα σε έναν όμιλο δημοσιογράφων. Άρχισε να μιλάει:


“Όπως σάς είπα προηγουμένως, επισκέφτηκα σήμερα τον αρμόδιο εισαγγελέα της υπόθεσης της δολοφονίας του Ανδρέα Καψή. Σκοπός της επίσκεψης ήταν να τον ενημερώσω ότι σύντομα θα έχουμε στη διάθεσή του σύνολο στοιχείων με τα οποία ανατρέπονται άρδην οι ασκηθείσες κατηγορίες…”

Οι δημοσιογράφοι ήταν πιεστικοί.

“Πού το βασίζετε αυτό κ. Διοφάντους;”

“Θα σάς πω… όχι μόνο ανατρέπονται άρδην οι ασκηθείσες κατηγορίες αλλά έχουμε, προς το παρόν, βάσιμες υποψίες ότι η υπόθεση έχει πολύ μεγαλύτερο βάθος από το διαφαινόμενο…”

“Τι υπονοείτε;”

“Ακούστε, έχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι το τροχαίο ατύχημα, που οδήγησε στον βαρύτατο τραυματισμό την πελάτισσά μου, την κ. Βαρθαλίτη, η δολοφονία του Νίκου Διονυσίου πριν λίγο καιρό εδώ στο νησί αλλά και η δολοφονία του Ανδρέα Καψή, δεν είναι ξεκομμένα μεταξύ τους συμβάντα…”

“Κύριε Διοφάντους, αντιλαμβάνεστε τη βαρύτητα των λόγων σας… έχετε στοιχεία για όλα αυτά;”

“Φυσικά και έχουμε και συγκεντρώνουμε και άλλα ώστε να είναι απολύτως τεκμηριωμένα…”

“Ποιος πιστεύετε ότι μπορεί να είναι πίσω από όλα αυτά;”

“Είναι πολύ σοβαρό αυτό που θα σας πω. Πιστεύουμε ότι υπάρχει πρόσωπο, που έχει άμεσο κίνητρο και συμφέρον στα οικονομικά δρώμενα της οικογένειας Καψή πάνω στη διαχείριση και νομή της ακίνητης περιουσίας…”

“Τι θέλετε να πείτε κ. Διοφάντους; Ποιο πρόσωπο;”

“Σύντομα θα έχετε τις απαντήσεις σας και εσείς και η δικαιοσύνη και φυσικά η κοινή γνώμη...παρακαλώ”


Ο ήχος από το ποτήρι που έσπασε με κρότο στο πάτωμα του γραφείου του Ερμόλαου διέλυσε την παγερή σιωπή. 

“Ξέρει! Ξέρει!” ούρλιαξε με πρωτοφανή αγριότητα. “Το τομάρι ξέρει…. Αλλά από πού; Ποιος μίλησε; Ποιος;” 

Ήταν σε κατάσταση αμόκ πραγματικού. Δεν μπορούσε κάποιος να καταλάβει αν γελούσε, αν απειλούσε ή αν έκλαιγε. Ήταν ένα ανάμικτο κράμα νοσηρών συναισθημάτων που έβγαιναν στην επιφάνεια με ακραίο τρόπο.


Έψαξε στο κινητό του τις επαφές του. Βρήκε το τηλέφωνο του διευθυντή του ιδρύματος του κέντρου βρεφών. Στο νου του, η μορφή του ήταν μέσα σε κόκκινο φόντο. Δεν τον βρήκε και άφρισε. Στη συνέχεια κάλεσε ένα άλλο αριθμό.

“Σε θέλω… να τσακιστείς να έρθεις...στο κότερο ναι στις πέντε…”


“Ισίδωρε ήσουν τέλειος!”

Ο Γιώργος Βαρθαλίτης ήταν ο πρώτος που ...αποθέωσε τον ποινικολόγο.

“Πρέπει να τους  βάλατε κυριολεκτικά φωτιά αλλά… δεν είναι ρίσκο λίγο… σαν να πάμε να προκαταβάλουμε γεγονότα…”

“Βαλεντίνη ναι δεν έχουμε άμεση διασύνδεση του Ερμόλαου με το παρασκήνιο σε όλη της την έκταση. Αλλά αυτή η δήλωση αποσκοπεί να τον πιέσουμε ανελέητα. Οι κατηγορίες δεν μπορούν πλέον να σταθούν, το ξέρουμε. Θα μπορούσα τώρα να πάω στον εισαγγελέα τη μαρτυρία της Μαργαρίτας αλλά έχουμε και τον Αργύρη και εκεί δεν έχουμε ξεμπερδέψει. Στο κατόπιν τους θα μπούμε, σκιά τους θα γίνουμε. Και ο Ερμόλαος θα αντιδράσει! Δεν υπάρχει περίπτωση να μην αντιδράσει. Αυτό επιζητούμε”


Στο μεταξύ είχε ήδη ζητήσει από το Σπύρο να πιάσει “δουλειά”. Έδωσε τα στοιχεία του Αναγνωστίδη. Του μαγαζιού του, της αποθήκης. 

“Θέλω όσο μπορείς να γίνεις η σκιά του! Ότι μπορέσεις να βγάλεις θα είναι καλό”


Κάποιοι επίσης ανησυχούν…


Η συντροφιά στο φουαγιέ της πισίνας του παραλιακού ξενοδοχείου κάθε άλλο παρά ανέμελη έδειχνε. Μπορεί όλα γύρω να φαίνονταν ειδυλλιακά, τα ημίγυμνα κορμιά λουσμένα στον ήλιο, η διακριτική μουσική στο μπαρ, τα παγωμένα κοκτέηλ, ο κρυφός ερωτισμός, που σέρνονταν παντού. Αλλά οι δύο άντρες με την νεαρή γυναίκα δεν συμμερίζονταν την ίδια διάθεση.

“Credo che vada tutto male…” (Νομίζω πως τα πράγματα πάνε πολύ άσχημα…)

Ο Ιταλός ώριμος άντρας ήταν σαφής στους δύο της συντροφιάς τους. Την νεαρή γυναίκα τον άλλο Έλληνα. Συνέχισαν την κουβέντα τους στα Ιταλικά.

“Είδατε τις ειδήσεις;” ρώτησε ο Έλληνας.

“Αυτός ο δικηγόρος είναι δαιμόνιος… δεν ξέρω αν ο ίδιος ή κάποιοι άλλοι αλλά έμαθε, ξέρει!

“Ξέρει τι;” ρώτησε η γυναίκα.

“Ξέρει ποιος είναι ο Ερμόλαος!”

“Είστε σίγουρος;”

“Απόλυτα! Η μπλόφα είναι μέχρι ενός σημείου…Για να μιλήσει για άλλο πρόσωπο με οικονομικά κίνητρα σημαίνει ότι ξέρει”

“Έχετε κάτι στο μυαλό σας;”

“Ο δικός μας δεν στέκεται καλά. Δεν ξέρω αλλά πλέον δεν είμαι σίγουρος. Και ένα πράγμα θέλω να ξέρετε. Εμπλοκή σε ποινικές υποθέσεις δεν θέλω. Προτιμώ να χάσουμε την επένδυση παρά να μπλέξουμε σε περιπέτειες και δυσφήμηση”

“Ωραία ας είμαστε λοιπόν σε επαγρύπνηση και τα μάτια μας επάνω του” απάντησε ο Έλληνας.

“Ήδη το έχω κάνει εδώ και καιρό!” σχολίασε ο Ιταλός.

“Τι εννοείς;”

“Είσαι αφελής; Θα άφηνα τον Ερμόλαο μόνο του να αλωνίζει; Εδώ και καιρό δικός μας άνθρωπός, είναι σε διακριτική απόσταση κοντά του…”

Ο Έλληνας με τη γυναίκα χαμογέλασαν. Ύψωσαν τα ποτήρια

“Στην υγεία σου Βιττόριο! Δεν αφήνεις τίποτα στην τύχη…”

Συνεχίζεται...


Υ.Γ. Σημείωση:

Το υποκεφάλαιο "Παράθυρο στις αναμνήσεις", φίλες και φίλοι, μολονότι μοιάζει και είναι παντελώς ξεκομμένο από την πλοκή, δεν το έχω βάλει τυχαία. Για όσους είναι ..."μυημένοι" στο συγγραφικό μου έργο, ο Ισίδωρος Διοφάντους, είναι ένας χαρακτήρας, που πρωταγωνίστησε στην πρώτη μου νουβέλα, την "Ελουάζ". Θέλησα να δώσω συνέχεια "ζωής" στο χαρακτήρα αυτό, καθώς τον αγάπησα και ανταποκρίνεται σε προσωπικά μου μέτρα και σταθμά. Αυτός ήταν και ο λόγος της παρεμβολής αυτού του υποκεφαλαίου. Σας ευχαριστώ.




10 σχόλια:

  1. Να 'μαστε!!! Μάθαμε λοιπόν για το φουλάρι το πώς και το πότε. Η Αριάδνη δούλευε για τον εχθρό! Βλέπω τα χει δρομολογήσει ο Ερμόλαος αριστοτεχνικά αλλά δεν έλαβε υπόψη τον Διοφάντους. Και συγκινητικό το παράθυρο στις αναμνήσεις και στην Ελουάζ σου , από τα πρώτα έργα σου που απολαύσαμε.
    Υποπτεύομαι ότι οι Ιταλοί δεν θα μείνουν αμέτοχοι στο τέλος. Απλοί παρατηρητές.
    Τον παρακολουθούν και αυτοί τον Ερμόλαο. Και δεν έχει πάρει είδηση; Μου άρεσε και το δημοσίευμα. Σπουδαίο κόλπο του Ισίδωρου για να ''σπάσει'' τον Ερμόλαο, να τον οδηγήσει στο λάθος.
    Αγωνία εχω και να σου πω την αλήθεια η πτώση του Ερμόλαου είναι σίγουρη πιστεύω, απλά πόσο θόρυβο θα κάνει θέλω να δω
    Ωραίο και αυτό το κεφάλαιο.
    Καλησπέρα Γιάννη μου Πάμε δυνατά για τα επόμενα(εγώ σκουντάω συνεχώς μη ξεχνιόμαστε για τις συνέχειες)!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλή μου φίλη, Άννα μου, το ...ξυπνητήρι της έμπνευσης και της παραίνεσης είσαι. Και σε ευχαριστώ. Χαίρομαι για την αναφορά σου στην "Ελουάζ", από τα παλιά μας δρώμενα εκείνη η πηγή έμπνευσης. Θα τον κάνω ...ήρωά μου το Διοφάντους.
      Οι Ιταλοί σίγουρα δεν κάθονται με σταυρωμένα χέρια απαθείς θεατές. Έχουν μεγάλα συμφέροντα και η λογική λέει ότι θα τα περιφρουρήσουν.
      Κάνεις μια σωστή παρατήρηση. Έρχεται μια διαφαινόμενη πτώση. Το θέμα είναι πώς και με τι απόνερα.
      Η Αριάδνη ήταν insider στην οικογένεια. Όμως τη βοήθησαν και έκανε, την ύστατη στιγμή, τη σωστή επιλογή.
      Τώρα περιμένουμε να δούμε τι άλλο μάς περιμένει.
      Ευχαριστώ πολύ Άννα μου, να είσαι καλά.

      Διαγραφή
  2. Μα ποιος μπορεί να ξεχάσει την Ελουάζ... το όνομα του δικηγόρου όμως όχι. Μου αρέσουν πολύ αυτά τα μπλεξίματα των ιστοριών που γράφει κάποιος κι εσύ το κατάφερες με τον πιο έντονο τρόπο. Όσο για την υπόθεση, όλα έχουν πάρει το δρόμο τους, ίσως κάποια απέλπιδα προσπάθεια να κρατηθεί ο Ερμόλαος, αλλά θεωρεί ότ έχει τελειώσει. Αγωνιώ όμως να δω τον τρόπο που θα μας παρουσιάσεις τη συνέχεια ...
    Την Καλημέρα μου, φίλε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σε ευχαριστώ πολύ για την τιμή που μού κάνεις, Βασίλη μου. Η ανάμνηση της "Ελουάζ" είναι για μένα συγκινητική.
      Ναι, σχετικά ξέρουμε πολλά πράγματα για τον Ερμόλαο. Το θέμα είναι πως θα αποδειχθεί και θα ξεκαθαρίσει η όλη εικόνα και με τι συνέπειες στη μάχη που έπεται. Σε ευχαριστώ πολύ, καλέ μου φίλε. Την καλησπέρα μου.

      Διαγραφή
  3. Μου αρέσει πολύ ο τρόπος που γράφεται αυτή η ιστορία.
    Μου αρέσουν οι αποκαλύψεις (τις οποίες δεν περιμένουμε), το μπλέξιμο με τον ήρωα από την Ελουαζ, το λεξιλόγιο που χρησιμοποιείς, το ¨χτίσιμο" της κάθε σκηνής, όλα τα βρίσκω ιδανικά!

    Και όσο για τη συνέχεια… η ιστορία χτίζεται ήρεμα, αλλά νιώθεις ότι κάτι έρχεται. Υπάρχει αυτή η ελαφριά ένταση από κάτω, σαν να προετοιμάζεται κάτι σημαντικό, χωρίς όμως να σε πιέζει. Σε κρατάει κοντά της, χωρίς φανφάρες. Και αυτό είναι σπάνιο. Είμαι περίεργη να δω θα πάει — και νιώθω ότι αξίζει να περιμένω.

    Καλημέρα αγαπημένε μου.

    Κική Κωνσταντίνου

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σε ευχαριστώ, με την καρδιά μου, Κική μου. Η ιστορία, όπως εξελίσσεται έχει ακόμα σοβαρές εκκρεμότητες και φυσικά έχει και τις επιδράσεις των αποκαλύψεων. Ναι, δεν έχουμε το φοβερό μυστήριο. Νομίζω η σημασία της πλοκής έγκειται στην τεκμηρίωση και στην αποκάλυψη. Ελπίζω να σε αποζημιώσω, αγαπημένη μου φίλη. Την αγάπη μου.

      Διαγραφή
    2. Γιάννη μου,
      μάλλον δεν το εξέφρασα σωστά πριν. Το μυστήριο υπάρχει και είναι τόσο καλοφτιαγμένο που σε κρατάει συνεχώς σε εγρήγορση — είναι σαν να μην περιμένεις τι θα έρθει, και έρχεται γενναίο και δυνατό.
      Η πλοκή, όπως λες, βασίζεται στην τεκμηρίωση και την αποκάλυψη, και αυτό ακριβώς κάνει την ιστορία ακόμα πιο σπουδαία.
      Είμαι σίγουρη πως η συνέχεια θα είναι καταιγιστική — και δεν χρειάζεται να με αποζημιώσεις, γιατί η δική μου «αμοιβή» είναι κάθε φορά που σε διαβάζω.

      Με αγάπη,
      Κική

      Διαγραφή
    3. Ένα ακόμα ευχαριστώ για την ευγένεια των λόγων και συναισθημάτων σου, Κική μου. Πάντα έχω αγωνία, ο πολύτιμος χρόνος σας, που άπλετα αφιερώνεται εδώ, να βρει να συναντήσει κάτι αντάξιο, κάτι όμορφο, που να αξίζει αυτήν την άδολη προσφορά.
      Να είσαι καλά, κορίτσι μου. Σε φιλώ.

      Διαγραφή
  4. Ένα κεφάλαιο με σημαντικές εξελίξεις. Έγιναν πολλά, αλλά για εμένα δυο μου έμειναν: η προδοσία της Αριάδνης και η εισαγωγή του Βιττόριο. Που απ' ότι φαίνεται όντως δεν αφήνει τίποτα στην τύχη του.
    Μου άρεσε η αναφορά στην Ελουάζ, ήταν επιδέξια. Και η διαχείριση της αναφοράς απ' τον ποινικολόγο, του δίνει μια ξεχωριστή και πολύ ανθρώπινη διάσταση.
    Μπράβο σου Γιάννη, άλλο ένα εξαιρετικό κεφάλαιο.
    Καλό σου βράδυ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μαρίνα μου, καλή μου φίλη, χαίρομαι ιδιαίτερα που σε άγγιξε η αναφορά στην "Ελουάζ". Ήθελα να δώσω αυτή τη διάσταση και να σημειώσω τη συγγραφική συνέχεια του χαρακτήρα του Διοφάντους.
      Για τις άλλες παρατηρήσεις σου, θα συμφωνήσω απόλυτα.
      Οι Ιταλοί είναι μεθοδικοί πράγματι δεν αφήνουν τίποτα να τους εκθέσει.
      Ευχαριστώ πολύ κορίτσι μου για το σχόλιο και το χρόνο.

      Διαγραφή